ΑΠ 120/2022 (Ε’ ποιν.): Εκπρόθεσμη άσκηση αίτησης αναίρεσης. Εκπρόθεσμη άσκηση ενδίκου μέσου συγχωρείται μόνον αν συντρέχει ανώτερη βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα, που εμπόδισαν τη εμπρόθεσμη άσκηση του. Δεν συνιστά λόγο ανώτερης βίας η παράλειψη της αυτεπαγγέλτως διορισθείσας συνηγόρου να ενημερώσει τον κατηγορούμενο σχετικά με το δικαίωμά του να ασκήσει αναίρεση. Απορρίπτει αναίρεση ως απαράδεκτη.

“Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 462, 473 παρ. 1 έως 3 και 474 παρ. 1, 2 του ΚΠοινΔ, προκύπτει, ότι η προθεσμία άσκησης του ένδικου μέσου της αναίρεσης κατά οποιασδήποτε δικαστικής απόφασης, από τον κατηγορούμενο, αν έχει γνωστή διαμονή στην ημεδαπή και είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης, είναι πάντοτε εικοσαήμερη, είτε ασκείται με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή σ` εκείνον που διευθύνει τη φυλακή, αν ο αναιρεσείων κρατείται, είτε ασκείται με δήλωση που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, χωρίς να αρχίζει η εν λόγω προθεσμία πριν από την καταχώρηση της τελεσίδικης καθαρογραμμένης απόφασης στο, κατά το άρθρο 473 παρ. 3 ΚΠοινΔ, ειδικό βιβλίο. Εκπρόθεσμη δε άσκηση ενδίκου μέσου συγχωρείται μόνον αν συντρέχει ανώτερη βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα, που εμπόδισαν τη εμπρόθεσμη άσκηση του. Στην περίπτωση αυτή, στην κατά το άρθρο 474 του ΚΠΔ έκθεση αναίρεσης γίνεται επίκληση των περιστατικών, τα οποία συνιστούν την επικαλούμενη ανώτερη βία ή το ανυπέρβλητο κώλυμα, καθώς και των αποδεικτικών μέσων που αποδεικνύουν τα περιστατικά αυτά.

Ως ανώτερη δε βία νοείται κάθε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του επικαλούμενου αυτό, μη οφειλόμενο σε υπαιτιότητά του, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δε μπορεί ν` αποτραπεί με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης ή να υπερνικηθεί με οποιοδήποτε τρόπο ενώ ως ανυπέρβλητο κώλυμα θεωρείται εκείνο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του ασκούντος το ένδικο μέσο διαδίκου και δεν μπορούσε να υπερνικηθεί από αυτόν με κανένα τρόπο (ΑΠ 18/2021, 1065/2020, 940/2018). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 476 παρ.1 του ΚΠΔ, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Δικαστήριο (ως Συμβούλιο), που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που τυχόν θα εμφανισθούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση του βουλεύματος ή της απόφασης που έχει προσβληθεί και καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα.

Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση των εγγράφων του φακέλου της δικογραφίας προκύπτει ότι το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θράκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, με την προσβαλλομένη με αριθμό 394/22-10-2019 απόφασή του, κήρυξε ένοχο τον τότε κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα, R. W., για την αξιόποινη πράξη της παραλαβής από τα εσωτερικά σύνορα της χώρας αλλοδαπών που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος με σκοπό την προώθησή τους στο εσωτερικό, κατά συρροή και κατά συναυτουργία, με κίνδυνο για τα μεταφερόμενα άτομα, (άρθρα 1,2,3,4,5,10,11,30 παρ. 1γ’-β του ν. 4251/2014) και του επέβαλε συνολική ποινή κάθειρξης είκοσι εννέα (29) ετών, με εκτιτέα ποινή καθείρξεως είκοσι (20) ετών. Η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε παρόντος του αναιρεσείοντος στις 22-10-2019 και καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο των καθαρογραμμένων αποφάσεων, του προαναφερθέντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, στις 6-2-2020 με αύξοντα αριθμό 27, όπως τούτο προκύπτει από την επί του σώματος της αποφάσεως υπηρεσιακή βεβαίωση της αρμόδιας γραμματέως. Ωστόσο, ο αναιρεσείων άσκησε την κρινόμενη αίτηση για αναίρεση της ανωτέρω αποφάσεως του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, με δήλωση που επιδόθηκε στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου στις 24-12-2020, όπως προκύπτει από την από 24-12-2020 σημείωση επιδόσεως στο σώμα της αναιρέσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών Π. Δ. Π., δηλαδή μετά την πάροδο της οριζόμενης στο άρθρο 473 παρ. 3 του Κ.Ποιν.Δ. 20ήμερης προθεσμίας, από της καταχωρίσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως στο ειδικό βιβλίο.

Στη προαναφερθείσα δε δήλωσή του ο αναιρεσείων, εκτός από τη διατύπωση των αφορώντων στην περίπτωσή του αναιρετικών λόγων, αναφέρει ότι η εκπρόθεσμη εκ μέρους του άσκηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας, συνιστάμενους, όπως αναγράφει στην αίτησή του στο ότι η αυτεπαγγέλτως διορισθείσα συνήγορός του δεν τον ενημέρωσε ποτέ σχετικά με το δικαίωμά του να ασκήσει αναίρεση, ούτε αυτή προέβη σε τακτικό έλεγχο για να λάβει γνώση της καθαρογραφής της απόφασης και να τον ενημερώσει σχετικά, ούτε τέλος και ο ίδιος γνώριζε ότι έχει τέτοιο δικαίωμα. Πλην όμως, τα ως άνω επικαλούμενα από τον αναιρεσείοντα περί αμέλειας του συνηγόρου του και άγνοιας του ιδίου και αληθή εκλαμβανόμενα, δεν συνιστούν ούτε ανωτέρα βία κατά την εκτεθείσα στη μείζονα σκέψη έννοια του απρόβλεπτου και εξαιρετικού, το οποίο δεν ήταν δυνατόν να αποτραπεί με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας, ούτε ανυπέρβλητο κώλυμα κατά την εκτεθείσα στην ίδια μείζονα σκέψη έννοια του ανυπαιτίου και μη δυναμένου να υπερνικηθεί με οποιονδήποτε τρόπο εμποδίου.

Και τούτο, διότι ο αναιρεσείων γνώριζε την εις βάρος του ανωτέρω προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση, αφού παρέστη στο δικαστήριο, με αυτεπαγγέλτως διοριζόμενο δικηγόρο και δεν ήταν αδύνατο, αν επεδείκνυε στοιχειώδη επιμέλεια και φροντίδα, παρά την κράτησή του στην άνω φυλακή, με τηλεφωνική επικοινωνία είτε μέσω της δικηγόρου του είτε ο ίδιος μέσω του αρμόδιου γραμματέα του Εφετείου Θράκης ή μέσω της Διευθύνσεως των φυλακών, να πληροφορηθεί την πορεία της υποθέσεως του, καθώς και τον ακριβή χρόνο που έπρεπε να ασκήσει το ένδικο μέσο της αναιρέσεως και, συνεπώς, πρέπει ν` απορριφθούν ως αβάσιμα τα όσα αντίθετα αυτός ισχυρίζεται. Πέραν τούτων όμως, στην ως άνω δήλωση αναίρεσης ουδόλως αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα που αποδεικνύουν την επικαλούμενη συνδρομή ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος που δεν επέτρεψαν στον αναιρεσείοντα την εμπρόθεσμη άσκηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Επομένως, η ανωτέρω αίτηση, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα πρέπει ν` απορριφθεί, ως απαράδεκτη, λόγω της εκπροθέσμου ασκήσεώς της και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντος (άρθρα 578 παρ.1 του Κ.Ποιν.Δ.) κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό οριζόμενα”.

(δημοσίευση απόφασης: areiospagos.gr)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ