Η παραβίαση από τον εργοδότη κανόνων που περιέχουν διαδικαστικές υποχρεώσεις ή/και υποχρεώσεις προαγωγής υπέρ των ατόμων με βαριά αναπηρία μπορεί να δημιουργήσει το μαχητό τεκμήριο – κατά την έννοια του άρθρου 22 AGG[1] – ότι η δυσμενής μεταχείριση που υπέστη το άτομο με βαριά αναπηρία οφείλεται σε αυτήν. Στις διατάξεις αυτές περιλαμβάνεται το άρθρο 168 SGB IX[2], σύμφωνα με το οποίο η καταγγελία της σύμβασης εργασίας ενός ατόμου με βαριά αναπηρία από τον εργοδότη απαιτεί την προηγούμενη συγκατάθεση της Υπηρεσίας Ένταξης (Integrationsamt).
Οι διάδικοι διαφωνούσαν κατά πόσον ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση στον ενάγοντα σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 AGG εξαιτίας διάκρισης λόγω βαριάς αναπηρίας.
Ο ενάγων απασχολούνταν από την εναγομένη ως επιστάτης. Απασχολήθηκε με υπηρεσίες καθαριότητας σε δημοτικό σχολείο βάσει «σύμβασης παραχώρησης προσωπικού» που συνήφθη μεταξύ του εναγομένου και της πόλης L.. Από τις 11.2.2018 ο ενάγων ήταν ανίκανος για εργασία. Οι υπάλληλοι της εναγομένης ενημερώθηκαν σχετικά τηλεφωνικά στις 12.2.2018 από τον μετέπειτα προσωρινό διευθυντή της ενάγουσας. Με επιστολή της 14ης Φεβρουαρίου 2018, ο Δήμος Λ. κατήγγειλε την προαναφερθείσα «σύμβαση παραχώρησης προσωπικού». Στα τέλη Μαρτίου/αρχές Απριλίου 2018, ο εναγόμενος κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας με τον ενάγοντα, δηλώνοντας ότι η σύμβαση μεταξύ αυτού και του Δήμου Λ. έληγε. Ο ενάγων κατέθεσε αγωγή για προσβολή της απόλυσης και τελικά η διαδικασία διευθετήθηκε με συμβιβασμό ενώπιον του Εργατικού Δικαστηρίου.
Ο ενάγων στήριξε την αξίωσή του για αποζημίωση στο άρθρο 15§ 2 AGG στο γεγονός ότι ο εναγόμενος έκανε διακρίσεις εις βάρος του λόγω της βαριάς αναπηρίας του. Αυτό προέκυψε, μεταξύ άλλων, από το γεγονός ότι η εναγόμενη, κατά την καταγγελία της εργασιακής σύμβασης, παραβίασε διατάξεις που περιέχουν διαδικαστικές υποχρεώσεις και υποχρεώσεις προαγωγής υπέρ των ατόμων με βαριά αναπηρία. Ειδικότερα, δεν του επιτρεπόταν να καταγγείλει την απασχόληση χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της Υπηρεσίας Ένταξης. Παρόλο που, κατά τον χρόνο της καταγγελίας, δεν είχε ακόμη αποδειχθεί η βαριά αναπηρία του μέσω επίσημης διαπίστωσης, ούτε είχε υποβληθεί αίτηση για αναγνώριση ως βαριά ανάπηρο άτομο, η βαριά αναπηρία του ήταν εμφανής κατά τον χρόνο της καταγγελίας. Είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο στις 11 Φεβρουαρίου 2018 και βρισκόταν στην εντατική με ημιπληγία. Ο εναγόμενος ενημερώθηκε σχετικά στις 12.2.2018. Ο εναγόμενος ζήτησε την απόρριψη της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψαν την αγωγή.
Η αναίρεση του ενάγοντος ενώπιον της Όγδοης Γερουσίας του Ομοσπονδιακού Εργατικού Δικαστηρίου ήταν ανεπιτυχής (BAG, απόφαση της 2ας Ιουνίου 2022 – 8 AZR 191/21). Ο ενάγων -όπως ορθά είχε υποθέσει το περιφερειακό εργατικό δικαστήριο- δεν έχει αξίωση κατά του εναγομένου για καταβολή αποζημίωσης σύμφωνα με το άρθρο 15.2 AGG. Ο προσφεύγων, ο οποίος υπέστη άμεση διάκριση κατά την έννοια του άρθρου 3.1 AGG ως αποτέλεσμα της καταγγελίας της εργασιακής του σύμβασης, δεν απέδειξε ότι η διάκριση έγινε λόγω της βαριάς αναπηρίας του. Ομολογουμένως, η παράβαση του άρθρου 168 SGB IX από τον εργοδότη μπορεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις να δικαιολογήσει το τεκμήριο – το οποίο μπορεί να αντικρούσει ο εργοδότης – κατά την έννοια του άρθρου 22 AGG ότι η σοβαρή αναπηρία ήταν η αιτία (ή μια από τις αιτίες) της διάκρισης. Ωστόσο, ο ενάγων δεν απέδειξε πειστικά την παραβίαση της διάταξης αυτής από τον εναγόμενο. Ακόμη και αν ήταν αληθές ότι ο ενάγων υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο στις 11 Φεβρουαρίου 2018 και εξακολουθούσε να νοσηλεύεται στην εντατική στις 12 Φεβρουαρίου 2018 με ημιπληγία, δεν υπήρχαν περιστάσεις σύμφωνα με τις οποίες θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι υπήρχε πρόδηλη βαριά αναπηρία κατά τον χρόνο της απόλυσης από την εναγομένη. Η παραδοχή του περιφερειακού εργατικού δικαστηρίου ότι ο προσφεύγων δεν είχε επίσης αποδείξει άλλες ενδείξεις κατά την έννοια του άρθρου 22 του γενικού νόμου περί ίσης μεταχείρισης (AGG) για μειονεκτική θέση λόγω της βαριάς αναπηρίας είναι επίσης απορριπτέα κατά το δίκαιο της αναίρεσης.
Πηγή: dikigorosergatologos.gr