Η καταπολέμηση της χρήσης νομικών και οικονομικών κατασκευών που διευκολύνουν την καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων δικαιολογεί τη θέσπιση τέτοιων υποχρεώσεων
Τα ονόματα των Elena Timchenko, Gennady Timchenko, Mikhail Fridman, Petr Aven και German Khan καταχωρίστηκαν στους καταλόγους των προσώπων, οντοτήτων και φορέων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα τα οποία έλαβε το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Λόγω των ολοένα πολυπλοκότερων μεθόδων καταστρατήγησης του εν λόγω συστήματος κυρώσεων, το Συμβούλιο εξέδωσε, στις 21 Ιουλίου 2022, κανονισμό i που προβλέπει υποχρεώσεις αναφοράς των κεφαλαίων και συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές. Η μη τήρηση των υποχρεώσεων αυτών εξομοιώνεται με καταστρατήγηση των
μέτρων δεσμεύσεως κεφαλαίων.
Συγκεκριμένα, σκοπός είναι να ματαιωθεί η χρήση πολύπλοκων νομικών και οικονομικών κατασκευών ικανών να διευκολύνουν την καταστρατήγηση των μέτρων ή τουλάχιστον να δυσχεράνουν τον εκ μέρους των αρμόδιων εθνικών αρχών εντοπισμό των κεφαλαίων ή των οικονομικών πόρων που αποτελούν το αντικείμενο περιοριστικών μέτρων.
Οι ενδιαφερόμενοι προσέφυγαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητώντας την ακύρωση των εν λόγω υποχρεώσεων να αναφέρουν τα κεφάλαια ή τους οικονομικούς πόρους τους πριν από την 1η Σεπτεμβρίου 2022 και να συνεργαστούν με τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Φρονούν ότι, καθόσον οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν περιλαμβάνονται σε απόφαση του Συμβουλίου στον τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), δεν μπορούν να θεωρηθούν μέτρα αναγκαία για την εφαρμογή μιας τέτοιας απόφασης.
Εκτιμούν, μεταξύ άλλων, ότι ο κανονισμός του Συμβουλίου εκδόθηκε κατά κατάχρηση εξουσίας, διότι η θέσπιση των επίμαχων υποχρεώσεων εμπίπτει στην εκτελεστική αρμοδιότητα των κρατών μελών.

Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει το σύνολο των προσφυγών.
Με τις αποφάσεις του, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το δίκαιο της Ένωσης επιτρέπει την έκδοση κανονισμών από το Συμβούλιο για την εφαρμογή περιοριστικών μέτρων προκειμένου να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή τους σε όλα τα κράτη μέλη. Τα μέτρα που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης δεν περιορίζονται σε υποχρεώσεις παραλείψεως και το Συμβούλιο μπορούσε να θεσπίσει υποχρεώσεις αναφοράς και συνεργασίας, έστω και αν οι υποχρεώσεις αυτές δεν προβλέπονταν ρητώς στην απόφαση του Συμβουλίου με την οποία σχετίζονται.

Εκτός αυτού, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι το Συμβούλιο δεν υποκατέστησε τα κράτη μέλη καθόσον αποφάσισε τον τρόπο με τον οποίο θα εφαρμόζονταν στο έδαφός τους τα περιοριστικά μέτρα και θα επιβάλλονταν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασής τους. Αντιθέτως, οι εθνικές αρχές διατηρούν την αρμοδιότητά τους να καθορίζουν τον ποινικό, αστικό ή διοικητικό χαρακτήρα που αποδίδεται στην παράβαση της συμμετοχής σε δραστηριότητες καταστρατήγησης και στις κυρώσεις τις οποίες επισύρει η παράβαση αυτή.


ΥΠΟΜΝΗΣΗ: Η προσφυγή ακυρώσεως αποσκοπεί στην ακύρωση πράξεων των οργάνων της Ένωσης που
αντιβαίνουν στο δίκαιο της Ένωσης. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη, τα όργανα της Ένωσης και οι
ιδιώτες μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου.

Αν η προσφυγή είναι βάσιμη, η πράξη ακυρώνεται. Το καθού όργανο της Ένωσης οφείλει να καλύψει το ενδεχόμενο
κενό δικαίου που δημιουργεί η ακύρωση της πράξεως.


ΥΠΟΜΝΗΣΗ: Κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου και εντός δύο μηνών και δέκα ημερών από της
κοινοποιήσεώς της μπορεί να ασκηθεί αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου, περιοριζόμενη σε νομικά ζητήματα.