Εκπρόθεσμη κρίθηκε αίτηση αναίρεσης που ασκήθηκε μετά το πέρας των 20 ημερών από την καταχώριση της προσβαλλόμενης απόφασης στο ειδικό βιβλίο. Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι δεν υφίσταται υπηρεσιακή υποχρέωση του αρμοδίου υπαλλήλου γνωστοποίησης του χρόνου καταχώρισης της απόφασης στο ως άνω βιβλίο, αφού δεν είχε γνωστοποιηθεί από τον συνήγορο η διεύθυνση ηλεκτρονικού του ταχυδρομείου (ΑΠ 583/2023).

Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 462, 473 παρ.1, 2, 3, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Ειδικότερα, όμως, η προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου μέσου της αίτησης αναίρεσης κατά των αποφάσεων για τις οποίες επιτρέπεται η άσκησή της, αρχίζει από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο, κατ’ άρθρο 473 παρ.3 ΚΠΔ, ειδικό βιβλίο και είναι είκοσι ημέρες από την καταχώρισή της στο ως άνω βιβλίο.

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι στην περίπτωση που η καταδικαστική απόφαση απαγγελθεί, ενώ είναι παρών ο κατηγορούμενος, η άνω προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως αρχίζει από την καταχώριση της αποφάσεως στο ειδικό βιβλίο που τηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου, ενώ τυχόν εκπρόθεσμη άσκησή του, τότε μόνο συγχωρείται, όταν στην κατά το άρθρο 474 ΚΠΔ συντασσόμενη έκθεση ασκήσεως του ενδίκου μέσου γίνεται επίκληση κατά τρόπο ορισμένο των περιστατικών, τα οποία συνιστούν την ανωτέρα βία ή το ανυπέρβλητο κώλυμα που κατέστησε αδύνατη την εμπρόθεσμη άσκηση, καθώς και των αποδεικνυόντων τα περιστατικά αυτά αποδεικτικών μέσων, κατά τη συναγόμενη από το άρθρο 255 ΑΚ γενική αρχή του δικαίου, ότι κανείς δεν υποχρεούται στα αδύνατα, άλλως η αναίρεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

Εν προκειμένω, κρίθηκε πως η ένδικη αίτηση αναίρεσης κατά της προσβαλλόμενης απόφασης, που εκδόθηκε με παρόντα τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα και καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο, ασκήθηκε εκπρόθεσμα. Μάλιστα, δεν δικαιολογείται η εκπρόθεσμη άσκησή της για λόγους ανωτέρας βίας ή από ανυπέρβλητο κώλυμα του αναιρεσείοντος, που να περιέχονται στην έκθεση αναίρεσης, μαζί με τα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν την ανωτέρα βία ή το ανυπέρβλητο κώλυμα που καθιστούσαν αδύνατη την εμπρόθεσμη άσκηση της αναίρεσης, καθώς και τα αποδεικτικά μέσα που θα αποδείκνυαν τα περιστατικά αυτά.

Εξάλλου, το ανώτατο δικαστήριο επεσήμανε πως δεν υπήρχε υπηρεσιακή υποχρέωση του αρμοδίου υπαλλήλου γνωστοποίησης του χρόνου καταχώρισης της απόφασης στο ως άνω βιβλίο, αφού δεν είχε γνωστοποιήσει αμέσως μετά την έκδοση της απόφασης, ο συνήγορος που τον εκπροσώπησε στο δικαστήριο τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού του ταχυδρομείου.

Απόσπασμα απόφασης

i. Όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 462, 473 παρ.1, 2, 3, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Ειδικότερα, όμως, η προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου μέσου της αίτησης αναίρεσης κατά των αποφάσεων για τις οποίες επιτρέπεται η άσκησή της, αρχίζει από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο, κατ’ άρθρο 473 παρ.3 ΚΠΔ, ειδικό βιβλίο και είναι είκοσι ημέρες από την καταχώρισή της στο ως άνω βιβλίο.

ii.Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι στην περίπτωση που η καταδικαστική απόφαση απαγγελθεί, ενώ είναι παρών ο κατηγορούμενος, η άνω προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως αρχίζει από την καταχώριση της αποφάσεως στο ειδικό βιβλίο που τηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου, ενώ τυχόν εκπρόθεσμη άσκησή του, τότε μόνο συγχωρείται, όταν στην κατά το άρθρο 474 ΚΠοινΔ συντασσόμενη έκθεση ασκήσεως του ενδίκου μέσου γίνεται επίκληση κατά τρόπο ορισμένο των περιστατικών, τα οποία συνιστούν την ανωτέρω βία ή το ανυπέρβλητο κώλυμα που κατέστησε αδύνατη την εμπρόθεσμη άσκηση, καθώς και των αποδεικνυόντων τα περιστατικά αυτά αποδεικτικών μέσων, κατά τη συναγόμενη από το άρθρο 255 ΑΚ γενική αρχή του δικαίου, ότι κανείς δεν υποχρεούται στα αδύνατα, άλλως η αναίρεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Αναπλήρωση των ανωτέρω με λόγους και περιστατικά που προβάλλονται με άλλο έγγραφο και ειδικότερα με υπόμνημα, που υποβάλλεται μεταγενέστερα είναι απαράδεκτη. Ως ανωτέρα βία θεωρείται κάθε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός, είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του δικαιούχου, το οποίο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορούσε να αποτραπεί και με μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως, ανυπέρβλητο δε κώλυμα θεωρείται εκείνο, το οποίο δεν οφείλεται οπωσδήποτε σε υπαιτιότητα του ασκούντος το ένδικο μέσο και δεν μπορούσε να υπερνικηθεί απ’ αυτόν με κανένα τρόπο. ΑΠ 816/2022, ΟλομΑΠ 5/1995.

iii.Περαιτέρω, σύμφωνα με, τους ορισμούς των διατάξεων του άρθρου 476 ΚΠΔ, όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο 142 του Ν. 4855/12-11-2021 , όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα… το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο (ΑΠ 816/2022, ΑΠ 470/2020). Ο εισαγγελέας δε οφείλει να ειδοποιήσει αυτόν που άσκησε το ένδικο μέσο ή τον αντίκλητό του για να προσέλθει στο συμβούλιο και να εκθέσει τις απόψεις του ή να συμπληρώσει την τυπική διατύπωση που δεν έχει τηρηθεί, σαράντα οκτώ τουλάχιστον ώρες πριν από την εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστήριο (συμβούλιο). Αν ο αναιρεσείων κρατείται, δεν μετάγεται αλλά μπορεί να υποβάλλει υπόμνημα και να εκπροσωπηθεί από συνήγορο. Την ειδοποίηση ενεργεί ο γραμματέας της εισαγγελίας ή του συμβουλίου με οποιοδήποτε μέσο (εγγράφως ή με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονική αλληλογραφία ή προφορικά ή τηλεφωνικά), η οποία αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωσή του που επισυνάπτεται στη δικογραφία.

Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr.