* Ο Παναγιώτης Κ. Τσούκας είναι Σύμβουλος της Επικρατείας, Πρόεδρος της Ενώσεως Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας
Το άρθρο του καθηγητή κ. Κώστα Κωστή στο «Βήμα» της 2/7/2023 υπό τον τίτλο «Θέλει; Μπορεί;», έδωσε το έναυσμα για σκέψεις. Ορισμένες από αυτές εκθέτω στο κείμενο που ακολουθεί, υπό την επιφύλαξη σε επόμενο να εκθέσω τις επίλοιπες.
Ο κ. Κωστής διατυπώνει τη θέση: «Οι δικαστές και οι δικηγόροι έχουν σχηματίσει ένα μπλοκ εξουσίας, το οποίο με τη συμπεριφορά του αποτελεί τον μείζονα ανασχετικό παράγοντα για την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων και για τη δημιουργία ενός αισθήματος δικαίου στη χώρα». Η θέση αυτή εκφράζει, κατά το ήμισύ της, αλήθεια σκληρή· αλήθεια που αποτελεί μέρος μεγαλύτερης αλήθειας, η οποία λόγω του μεγέθους και του βάθους της, είναι ακόμα πιο σκληρή και γι’ αυτό δραματική: Όλα τα πεδία της κρατικά οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης στα οποία το κράτος αναπτύσσει την (κύρια) δράση [βλ. π.χ., παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών (εκπαιδευτικό σύστημα / δημόσια εκπαίδευση), απονομή δικαιοσύνης (δικαστικό σύστημα / ελληνική Δικαιοσύνη), παροχή υπηρεσιών υγείας (νοσοκομειακό σύστημα / Ε.Σ.Υ.), διασφάλιση της δημόσιας ασφάλειας (Σώματα ασφαλείας / Ε.Λ.ΑΣ.)], σε όλα αυτά τα πεδία, και πολύ περισσότερο σε όσα έχει εποπτικό – συντονιστικό – ελεγκτικό ρόλο, το κράτος δεν είναι όντως απολύτως κυρίαρχο. Ούτε καν όταν νομοθετεί· πολλώ μάλλον όταν διοικεί τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται επαγγελματικώς στα πεδία αυτά. Θα παραβιάζαμε θύρες ανοικτές, αν λέγαμε ότι εν τέλει η ποιότητα που έχουν οι κρατικές υπηρεσίες παροχής δημόσιας εκπαίδευσης, δικαιοσύνης, υγείας, ασφάλειας κ.ο.κ. είναι η ποιότητα την οποία «επιτρέπουν», την οποία «θέλουν» οι εκπαιδευτικοί, οι δικαστές και οι δικηγόροι, οι γιατροί, το αστυνομικό προσωπικό, κ.ο.κ.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πολλές μεταρρυθμίσεις δεν επιχειρούνται καν, και γι’ αυτό όσες, όσο επιχειρούνται μένουν στα χαρτιά, μένουν τυπωμένο χαρτί Εφημερίδας της Κυβερνήσεως. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το κυβερνάν είναι δύσκολο· γι’ αυτό τον λόγο το κυβερνάν είναι η δυσκολότερη και σπουδαιότερη τέχνη. Αυτή την τέχνη πρέπει να αποδεικνύει ότι κατέχει γερά κάθε κυβέρνηση που θέλει να κυβερνά στ’ αλήθεια. Αυτό πρέπει να αποδείξει και η κυβέρνηση της χώρας μας.
Όλων των κατά την κρίση του αναγκαίων μεταρρυθμίσεων ο κ. Κωστής προτάσσει τη μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης. Και όχι μόνο αυτό. Πρεσβεύει την άποψη ότι η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης «αποτελεί τον δείκτη που θα μας κάνει να πιστέψουμε ότι η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις […]». Η άποψη αυτή είναι ορθή τόσο, ώστε δεν χρειάζεται ούτε υποστήριξη ούτε ενίσχυση. Χρειάζεται όμως συζήτηση.
Καθώς ο κ. Κωστής, όλων των επιτακτικά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων προτάσσει τις μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη και (κατά δεύτερο ή τρίτο λόγο) του «πολιτικού συστήματος» αναρωτιέται κανείς: Κανένα άλλο πεδίο της κρατικά οργανωμένης συμβίωσής μας δεν έχει επιτακτική ανάγκη μεταρρυθμίσεων; Σήμερα, στην Ελλάδα του 2023, πού δεν απαιτούνται μεταρρυθμίσεις; Δεν απαιτούνται στη Δημόσια Διοίκηση, στο Ε.Σ.Υ., στους Ο.Τ.Α., στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, στα Σώματα Ασφαλείας, στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, στις Ενοπλες Δυνάμεις, στη Διπλωματική Υπηρεσία, στις δημόσιες οικονομικές – τελωνειακές, στις πολεοδομικές, στις υγειονομικές Υπηρεσίες; Η αντίληψη κατά την οποία το δικαστικό σύστημα είναι αυτό που ανακόπτει την πρόοδο της χώρας, που πνίγει τις σφύζουσες δημιουργικές δυνάμεις της, η αντίληψη αυτή απηχεί τη (μη προερχόμενη από τους νομικούς, αυτή τη φορά) νομικίστικη αντίληψη που ανέκαθεν κρατεί στη χώρα μας, ότι για «δεινά της» και για το λυσιτελές αντιμετωπίσεώς τους φταίνε πρωτίστως, προπάντων και κυρίως το σύνταγμα, οι νόμοι και οι κατ’ επάγγελμα θεράποντές τους.
Όπως έχουμε την αφελή, και συχνότατα υποκριτική, αντίληψη ότι αρκεί να αλλάξουμε το σύνταγμα και τους νόμους για να κυβερνηθεί συνετά και διοικηθεί καλά και αποτελεσματικά η χώρα, έτσι νομίζουμε ότι για όλα φταίνε, πέρα από το σύνταγμα και τους νόμους, οι δικαστές, οι εισαγγελείς και οι δικηγόροι. Λες και αυτοί είναι όλος ο Ελληνικός Λαός, λες και αυτοί (μόνοι) διοικούν (όλη) τη χώρα, λες και αυτοί είναι εκείνοι οι οποίοι (μόνοι) δημιουργούν και (μόνοι) λειτουργούν την πληθώρα των θεσμών που συγκροτούν την εν κοινωνία συμβίωσή μας σε κρατικώς οργανωμένη κοινωνική συμβίωση.
Για όσο ακόμη αντιλαμβανόμαστε τα προβλήματα του κράτους μας και της κοινωνίας μας ως μόνο ή, έστω, προεχόντως νομικά προβλήματα, για τόσο καιρό ακόμη η (μόνον νομική) αντιμετώπισή τους, ακόμα και όταν είναι ειλικρινής, θα αστοχεί· για τόσο καιρό ακόμη τα προβλήματα θα γιγαντώνονται, θα σκληραίνουν και θα γεννούν νέα, πιο περίπλοκα προβλήματα. Και τότε η καταπολέμησή τους με σύνταγμα και νόμους θα αποδειχθεί – αν δεν αποδεικνύεται ήδη – ότι δεν είναι περισσότερο αποτελεσματική από την προσπάθεια ιάσεως καρκινοπαθούς σώματος με αναλγητικά, με καταπλάσματα και με μαντζούνια.
** Πρωτοδημοσιεύθηκε στο Βήμα της Κυριακής (30/7/2023)