Η πρακτική ορισμένων διαχειριστών απαιτήσεων (funds) αναδεικνύει σοβαρά ζητήματα νομικής καταχρηστικότητας και παραβίασης θεμελιωδών αρχών του δικαίου. Η παρούσα μελέτη εξετάζει συγκεκριμένη περίπτωση, στην οποία ακυρώθηκε δικαστικά κατάσχεση, κατά ακίνητης περιουσίας επιχειρηματία στο Ηράκλειο Κρήτης, πλην όμως, η διαχειρίστρια εταιρεία (servicer) προέβη σε:
- επανάληψη της ίδιας διαδικασίας,
- κοινοποίησε απλώς άλλη μια φορά την ίδια διαταγή πληρωμής με επιταγή πιο πρόσφατης ημερομηνίας,
- ήρε την προηγούμενη κατάσχεση με δική της πρωτοβουλία
- επέβαλε ΝΕΑ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ, αγνοώντας ανερυθρίαστα την δικαστική απόφαση, ασκώντας ταυτόχρονα αφόρητη οικονομική και ψυχολογική πίεση στον οφειλέτη.
- Η Δικαστική Απόφαση Ακύρωσης της Κατάσχεσης:
Η αρχική διαδικασία κατάσχεσης ακυρώθηκε, καθώς το Δικαστήριο έκανε δεκτό έναν εκ των προβαλλόμενων λόγων της ανακοπής, κρινόμενο ως επαρκή για την ακύρωση της εκτέλεσης. Οι υπόλοιποι λόγοι δεν εξετάστηκαν, καθώς το Δικαστήριο θεώρησε περιττή την περαιτέρω διερεύνησή τους.
- Αντιδραστική Συμπεριφορά του Fund και Επαναφορά της Διαδικασίας:
Παρά τη δικαστική κρίση υπέρ των οφειλετών, συχνά, πλέον, παρατηρείται, ότι τα funds προχωρούν ξανά σε νέα διαδικασία κατάσχεσης, βασιζόμενα στους ίδιους ακριβώς ισχυρισμούς, που είχαν ήδη κριθεί και απορριφθεί. Συγκεκριμένα στην πιο πρόσφατη περίπτωση του επιχειρηματία στο Ηράκλειο Κρήτης:
- Προέβη μονομερώς σε άρση της προηγούμενης κατάσχεσης,
- Κοινοποίησε εκ νέου τα ίδια έγγραφα,
- Επέβαλε νέα κατάσχεση, επιδιώκοντας διαφορετική δικαστική κρίση.
Η ενέργεια αυτή δεν εξυπηρετεί τον σκοπό της δικαστικής προστασίας, αλλά λειτουργεί ως εργαλείο, με στόχο την εξάντληση του οφειλέτη, οικονομικά και ψυχολογικά, ώστε να επιτευχθεί εξώθηση σε αναγκαστική εκποίηση των περιουσιακών του στοιχείων.
- Η Καταχρηστικότητα της Συμπεριφοράς:
Η στάση αυτή συνιστά:
- Παραβίαση της αρχής της καλής πίστης,
- Κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης του διαχειριστή,
- Παράκαμψη και ευτελισμό της δικαστικής λειτουργίας,
- Παραβίαση της προσωπικότητας και της ιδιοκτησίας του οφειλέτη.
Η προσέγγιση αυτή αποδοκιμάζεται ρητά από σειρά πρόσφατων δικαστικών αποφάσεων, όχι μόνο για τυπικούς λόγους (π.χ. δεδικασμένο, εκκρεμοδικία), αλλά και για ουσιαστικούς, καθώς αντιβαίνει σε θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές και δικαιώματα.
- Η Δική μας προτεινόμενη Στρατηγική Αντίδρασης:
Στην παρούσα φάση προτείνονται τα εξής:
- Άσκηση έφεσης κατά της πρώτης απόφασης, προκειμένου να εξεταστούν και οι λοιποί, μη κριθέντες, λόγοι ανακοπής,
- Άσκηση ανακοπής κατά της νέας κατασχετικής πράξης, στηριζόμενη στην ύπαρξη δεδικασμένου, εκκρεμοδικίας και καταχρηστικότητας της διαδικασίας,
- Επιμονή σε εξωδικαστική ρύθμιση προς εξόφληση της οφειλής, με δίκαιη εξισορρόπηση συμφερόντων και μια ρεαλιστική και βιώσιμη λύση για την εξυπηρέτηση των οφειλών, χωρίς εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης των πιστωτών, χωρίς διαπραγμάτευση, υπό το καθεστώς απειλών οικονομικής εξόντωσης και αφού εξορθολογιστούν τα αδικαιολόγητα κόστη και αμοιβές, που αξιώνονται.
Συμπεράσματα:
Η πρακτική καταχρηστικής επανάληψης διαδικασιών εκτέλεσης από funds συνιστά συστηματική απειλή για τον σεβασμό των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των οφειλετών. Απαιτείται η ενεργοποίηση, τόσο των δικαστικών αρχών, όσο και της νομοθετικής εξουσίας για τον περιορισμό τέτοιων φαινομένων και την ουσιαστική προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της περιουσιακής ασφάλειας.
Απόσπασμα του υπό έκδοση βιβλίου με τίτλο «ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ στην αναγκαστική εκτέλεση» με υπότιτλο «Περί Πλειστηριασμών – Από τη θεωρία στην πράξη» ISBN 978-618-00-3736-4