Από την: Εργίνα Γεωργίου, φοιτήτρια της Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Μεγάλη δημοσιότητα πανελλαδικώς συγκέντρωσε το περιστατικό τον Μάιο του 2022 σε μια ταβέρνα στην Αιδηψό, όταν ένας τριαντάχρονος πελάτης δελέασε μια γάτα με φαγητό, ώστε να έρθει κοντά του, προκειμένου να την κλωτσήσει. Ο εν λόγω άντρας δεν αρκέστηκε, όμως, στην απάνθρωπη, βάναυση και εξευτελιστική συμπεριφορά ∙ απαθανάτισε το σκηνικό και το ανήρτησε στο διαδίκτυο, αισθανόμενος υπερήφανος για το «αστείο» του. Οι περισσότεροι που σχολίασαν το βίντεο αυτό κατέκριναν την πράξη του, άλλοι τον εξύβρισαν, δεν έλειψαν, ωστόσο, και αυτοί που το επιδοκίμασαν και το θεώρησαν πράγματι κωμικό, καθώς επρόκειτο «απλώς για μια γάτα».
Εντούτοις, η νομική αντιμετώπιση του άνδρα αυτού δεν συνάδει με το κοινό περί δικαίου αίσθημα ∙ το τριμελές δικαστήριο Χαλκίδας τον αθώωσε με απόφασή του. Η δικαιολογητική βάση ήταν ότι η γάτα δεν υπέστη κάποια σωματική βλάβη. Πλήρως αναμενόμενη και λογική παρουσιάζεται η επακολουθείσα ανάρτηση της Φιλοζωικής και Περιβαλλοντικής Ένωσης Β. Εύβοιας σε γνωστό μέσο κοινωνικής δικτύωσης: «Αν, λοιπόν, κάποιος δώσει κλωτσιά στο παιδί μας/σας, από την στιγμή που το παιδάκι δεν πάθει κάποια σωματική βλάβη, ο δράστης θα είναι αθώος; Αναρωτιόμαστε…! Για εμάς κάθε μορφή ζωής» – είτε πρόκειται για άνθρωπο είτε ‘’απλώς για μια γάτα’’ – «έχει την ίδια σημασία». Καθώς, όμως, τέτοια κρούσματα κακοποίησης ζώων δεν παρατηρούνται σπάνια, κρίνεται σκόπιμο να αναλυθεί η θέση των ζώων στο ελληνικό δίκαιο και η ποινική τους προστασία.
Ήδη από το 1975 έχει κατοχυρωθεί η υποχρέωση προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος στο άρθρο 24, παρ. 1 του Συντάγματος. Σε αυτό εντάσσονται, πέραν της πανίδας, και τα ζώα, άγρια ή μη. Επεξηγηματικά, ως προσβολή της ελληνικής έννομης τάξης λογίζεται η εγκληματική βία σε βάρος των ζώων. Έτσι, κάποιος φιλόζωος ή ιδιοκτήτης ζώου θα μπορούσε να επικαλεστεί την προαναφερθείσα συνταγματική διάταξη συνδυαστικά με τα άρθρα 57 και 59 του Αστικού Κώδικα στην περίπτωση βασανισμού ή κακομεταχείρισης ζώου. Εξάλλου, τα ζώα σε ένα πρώτο επίπεδο ανήκουν, με βάση τη συνταγματική επιταγή, στο φυσικό περιβάλλον και έτσι, θα μπορούσε κάποιος φιλόζωος να αισθανθεί ότι προσβάλλεται η προσωπικότητά του, βάσει του άρθρου 57 Α.Κ., επειδή προσβάλλεται το κοινωνικό δικαίωμά του να απολαύσει το φυσικό περιβάλλον, δικαίωμα, που – σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ– είναι σύμφυτο με το δικαίωμα στην προσωπικότητα. Επιπρόσθετα, θα μπορούσε να απαιτηθεί η ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του φιλόζωου, λόγω του έντονου ψυχικού πόνου που ενδεχομένως βίωσε λόγω της υπαίτιας βλάβης του ζώου. Βέβαια, παρότι η προστασία των ζώων συνιστά αναφαίρετο δικαίωμα περισσότερων ατόμων, δεν διαθέτουν όλοι έννομο συμφέρον, για να επιδιώξουν τη δικαστική προστασία.
Υπό το πρίσμα του ελληνικού αστικού δικαίου, τα ζώα είναι κινητά πράγματα. Με βάση το άρθρο 34 Α.Κ., ικανότητα δικαίου έχουν τα φυσικά πρόσωπα, ήτοι οι άνθρωποι, οι οποίοι είναι πάντα υποκείμενα δικαίου και ποτέ αντικείμενα. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 62 Α.Κ., τα νομικά πρόσωπα έχουν προσωπικότητα και ικανότητα δικαίου, ελαφρώς πιο περιορισμένη, βέβαια, στις περιπτώσεις, δηλαδή, που οι έννομες σχέσεις απαιτούν την ιδιότητα φυσικού προσώπου, λόγου χάριν στο οικογενειακό δίκαιο. Αντιθέτως, τα ζώα υπόκεινται στα «ενσώματα αντικείμενα», στα «πράγματα» του άρθρου 947 Α.Κ. και, επομένως, αποτελούν αντικείμενα και όχι υποκείμενα δικαίου. Τουναντίον, στο γερμανικό και το γαλλικό δίκαιο τα ζώα αποτελούν αντικείμενα δικαίου, παρ’ όλα αυτά δεν συγκαταλέγονται στην κατηγορία των πραγμάτων, αλλά αποτελούν διακριτή κατηγορία. Με άλλα λόγια, σε πολλές αλλοδαπές χώρες τα ζώα αντιμετωπίζονται από το δίκαιο ως «ευαίσθητα όντα». Επανερχόμενοι τώρα στο ελληνικό αστικό δίκαιο, στον τομέα του εμπράγματου δικαίου εφαρμόζονται τα άρθρα 999 – επ. Α.Κ. για θέματα κυριότητας κατοικίδιων ζώων. Χαρακτηριστικός νομικός όρος που εφαρμόζεται επί των πραγμάτων είναι το «αδέσποτο», αναφορικά με το πράγμα, του οποίου ο κύριος εγκαταλείπει την κυριότητα (π.χ. ο ιδιοκτήτης ενός σκύλου τον αφήνει με πρόθεση εγκατάλειψης στο πάρκο, ο κύριος μιας εφημερίδας την αφήνει εσκεμμένα στο παγκάκι αφότου τη διάβασε). Επιπλέον, οι όροι «καταστροφή», «βλάβη», «αχρήστευση» ζώου έχουν χρησιμοποιηθεί στη νομολογία του Αρείου Πάγου1.
Σε επίπεδο ποινικού δικαίου, ακολουθείται η ίδια γραμμή πλεύσης με αυτή του αστικού δικαίου. Με άλλα λόγια, ο ποινικός νομοθέτης εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τα ζώα ως πράγματα. Παραδείγματος χάριν, η αφαίρεση ενός ζώου από την κατοχή άλλου με σκοπό παράνομης ιδιοποίησης συνιστά κλοπή, με βάση το άρθρο 372 Π.Κ. Παρομοίως, η βλάβη του ζώου θεωρείται φθορά ξένης ιδιοκτησίας, σύμφωνα με το άρθρο 378 Π.Κ. Ωστόσο, η ζωοκτονία και ο βασανισμός ζώου αποτελούν, μαζί με τη φθορά αρχαιοτήτων, εξαίρεση στον κανόνα ότι η φθορά συνιστά πλημμέλημα και αποτελούν κακουργήματα. Οι προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις είναι οι εξής: για την κακοποίηση και τη βάναυση μεταχείριση ζώου ο δράστης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή έως 360 ημερήσιες μονάδες, με το ύψος έκαστης να κυμαίνεται από δέκα μέχρι πενήντα ευρώ. Για τον φόνο και τον βασανισμό ζώου με τη σκόπιμη πρόκληση οξέος σωματικού πόνου ή σωματικής κόπωσης επικίνδυνης για την υγεία του, όπως συμβαίνει μέσω της δηλητηρίασης, του καψίματος, του κρεμάσματος κ.τ.λ., ο δράστης τιμωρείται με ποινή κάθειρξης που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη και χρηματική ποινή έως 500 ημερήσιες μονάδες, με το ύψος έκαστης να κυμαίνεται από πενήντα μέχρι εκατό ευρώ.
Ο φορέας, πάντως του εννόμου αγαθού, το οποίο προστατεύεται στην περίπτωση τέλεσης εγκλήματος κατά ζώου, είναι το ίδιο το ζώο και όχι ο ιδιοκτήτης ή κάτοχός του. Σύμφωνα με τους σχετικούς νόμους, ο Εισαγγελέας δύναται να διατάξει την παροδική απομάκρυνση του ζώου από τον ιδιοκτήτη του και την παράδοσή του είτε στο καταφύγιο αδέσποτων ζώων του αρμόδιου Δήμου είτε σε ενδιαφερόμενη φιλοζωική εταιρεία. Επιπλέον, δύναται να διατάξει την οριστική αφαίρεση του ζώου ή ακόμη και την απαγόρευση μελλοντικής απόκτησης άλλου ζώου από τον δράστη, σε περίπτωση που του συμπεριφέρθηκε με ιδιαίτερη βαναυσότητα. Στην ποινική δίκη προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο, σύμφωνα με το άρθρο 84 Κ.Π.Δ., μπορεί να βρεθεί στη θέση του πολιτικού ενάγοντος και ένα φιλοζωικό σωματείο, ακόμη και αν δεν υπέστη περιουσιακή βλάβη από την κακοποίηση του ζώου.
Στην περίπτωση των διοικητικών παραβάσεων και προστίμων, αναφέρεται ενδεικτικά η αδιαφορία για την καθημερινή άσκηση και τον περίπατο του ζώου, που επισύρει διοικητικό πρόστιμο ύψους πεντακοσίων ευρώ. Επίσης, η εγκατάλειψη τραυματισμένου ζώου από τροχαίο τιμωρείται με διοικητικό πρόστιμο ύψους τριακοσίων ευρώ. Τα έσοδα αυτά αποκομίζει ο δήμος, στην περιφέρεια του οποίου εντοπίστηκε η παράβαση, και αξιοποιούνται αποκλειστικά προς τη βελτίωση των δημοτικών καταφυγίων και κτηνιατρείων.
Πάντως, η ελληνική νομοθεσία στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού και ενδυνάμωσης του φιλοζωικού της χαρακτήρα εμπλουτίστηκε στις 18/9/2021 με τη δημοσίευση στο Φ.Ε.Κ. του ν. 4830/2021. Στόχος είναι – μεταξύ άλλων – η προστασία του ζώου αυτοτελώς και όχι η προστασία του ως πράγματος – αντικειμένου υπό την κυριότητα του ιδιοκτήτη του. Ο νόμος αυτός αναμόρφωσε ένα νέο πλαίσιο για την προστασία και την ευζωία των ζώων συντροφιάς, καθώς και για την εφαρμογή αυστηρότερων ποινών σε περίπτωση διατάραξης της ευζωίας τους. Για πρώτη φορά, λοιπόν, θεσπίστηκαν ρητά με τον νόμο αυτό οι πέντε παγκοσμίως αναγνωρισμένες ελευθερίες των ζώων. Πρόκειται συνοπτικά για την ελευθερία από την πείνα, τη δίψα, την άσκοπη ταλαιπωρία και καταπόνηση, τον πόνο, τον τραυματισμό και τις αρρώστιες, τον φόβο, το άγχος, καθώς και την ελευθερία έκφρασης φυσιολογικής συμπεριφοράς. Ακόμη, θεσπίστηκε το «Μητρώο Παραβατών», όπου καταγράφονται οι καταδικασθέντες για εγκληματικές πράξεις σε βάρος ζώων, με συνέπεια την παρεμπόδιση εγγραφής τους ως ιδιοκτητών ζώων στο «Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς». Επίσης, οι καταγγελίες για τις κακοποιητικές συμπεριφορές σε βάρος ζώων μπορούν να γίνονται πλέον και διαδικτυακά.
Καταληκτικά, παρότι έχει σημειωθεί εκσυγχρονισμός και ενίσχυση του φιλοζωικού χαρακτήρα στην ελληνική έννομη τάξη, απομένουν ακόμη αρκετά βήματα για την επίτευξη της πλήρους προστασίας των ζώων. Φυσικά η ανθρώπινη ευσυνειδησία δεν επαρκεί πάντα και ο νομικός εξαναγκασμός του σεβασμού των ζώων αποδεικνύεται απαραίτητος, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την πληθώρα των κρουσμάτων κακοποίησης ζώων. Για τον λόγο αυτό, η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των Ζώων του 1978 επιμένει πως τα δικαιώματα των ζώων πρέπει να κατοχυρωθούν από τους νόμους, όπως ακριβώς γίνεται και με τα δικαιώματα των ανθρώπων. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαία η επιστημονική διασύνδεση του εγκλήματος της βίαιης μεταχείρισης των ζώων με την κακοποίηση παιδιών και άλλων ευάλωτων ανθρώπων. Εξάλλου, όπως σωστά υπογραμμίζει η πρώην Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κυρία Ευ. Γκουτζαμάνη, «η συμπεριφορά μας προς τα ζώα καταδεικνύει τον πολιτισμό μας».
11 ΑΠ 1397 / 2010
Πηγή: https://nomikospalmos.wordpress.com/