Από τη: Δέσποινα Χρίστινα, ασκούμενη Δικηγόρο


«Εγώ ο/η έχοντας σώας τας φρένας…»: Όλοι έχουμε ακούσει αυτή τη φράση και ξέρουμε πως έτσι ξεκινάει το κείμενο μιας διαθήκης. Χρειάζεται να γίνει αντιληπτό από όλους, ότι καταλείποντας μια διαθήκη συντελείται ένα σημαντικό έργο, το οποίο πρέπει να γίνει κατά τρόπο ορθό, προκειμένου μετά το θάνατο του διαθέτη, αυτού δηλαδή που γράφει τη διαθήκη, να μην προκύψει κάποιο πρόβλημα, το οποίο κιόλας είναι πιθανό να οδηγήσει και σε αλλοίωση της επιθυμίας του. Πόσα είναι, όμως, τα είδη των διαθηκών; Υπάρχουν διαφορές μεταξύ τους; Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, ο οποίος στο πέμπτο και τελευταίο βιβλίο του ρυθμίζει τα του κληρονομικού δικαίου ζητήματα, τα είδη των διαθηκών είναι τρία. Πρόκειται για την ιδιόγραφη, τη δημόσια και τη μυστική διαθήκη.

ΙΔΙΟΓΡΑΦΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Ποια τα χαρακτηριστικά της ιδιόγραφης διαθήκης; Κατά άρθρο 1721 ΑΚ η ιδιόγραφη διαθήκη πρέπει να είναι ολόκληρη γραμμένη στο χέρι, να φέρει χρονολογία και υπογραφή. Αν καταρχήν, λοιπόν, λείπει κάποια από αυτές τις τρεις προϋποθέσεις τότε δεν μπορεί να γίνει λόγος για ιδιόγραφη διαθήκη. Ποια τα πλεονεκτήματα, λοιπόν, αυτού του τύπου διαθήκης; Αρχικά, πρόκειται για ένα είδος διαθήκης που την χαρακτηρίζει η απλότητα ως προς τη σύνταξη της καθώς και η μυστικότητα, αφού δεν γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου και μαρτύρων και αποτέλεσμα αυτού είναι το ότι το περιεχόμενο είναι γνωστό μονάχα στο διαθέτη. Ακόμη, ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός πως δεν χρειάζεται να δαπανηθεί κανένα ποσό για τη σύνταξη της, καθώς ο διαθέτης την συντάσσει όποτε εκείνος θέλει, χωρίς τη σύμπραξη κανενός και ιδίως συμβολαιογράφου, ο οποίος χρήζει και αμοιβής.

Στον αντίποδα αυτών των θετικών χαρακτηριστικών είναι το γεγονός ότι η ιδιόγραφη διαθήκη μπορεί να χαθεί πολύ εύκολα, το οποίο, μάλιστα, θα μπορούσε να έχει και σαν πιθανό αποτέλεσμα – αν δεν υπάρχει κάποια άλλη διαθήκη – να επέλθει η εξ αδιαθέτου διαδοχή, η οποία, όμως, δεν αποκλείεται να είναι και αντίθετη των επιθυμιών του διαθέτη. Επίσης, δεν είναι λίγες οι φορές που κατά τη σύνταξη ιδιόγραφης διαθήκης ο διαθέτης έχει επηρεασθεί από τρίτα πρόσωπα που ήταν παρόντα. Αυτή μάλιστα είναι και μια σπουδαία διαφορά με τη δημόσια διαθήκη, η οποία γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου και μαρτύρων και κατά άρθρο 1730 ΑΚ δεν επιτρέπεται κανένας άλλος να βρίσκεται στον χώρο κατά τη σύνταξη της. Επίσης, υπάρχει κίνδυνος να αλλοιωθεί ή και να καταστραφεί από τρίτα πρόσωπα, τα οποία δεν ευνοούν οι διατάξεις της. Τέλος, δεν είναι λίγες οι φορές που προκύπτουν ερμηνευτικά ζητήματα, καθώς κατά κύρια βάση ο διαθέτης δεν είναι γνώστης διαφόρων νομικών ζητημάτων και μπορεί να υποπέσει σε λάθη. Χαρακτηριστικό λάθος μάλιστα είναι όταν ο διαθέτης αποκλείει νόμιμους μεριδούχους, δηλαδή εκείνους που δεν μπορούν να αποκλειστούν παρά μόνο για περιορισμένους λόγους αποκλήρωσης, όπως τα τέκνα, η σύζυγος και οι γονείς του διαθέτη. Ένα τέτοιο λάθος ενώπιον συμβολαιογράφου θα είχε αποφευχθεί.

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

Κατά άρθρο 1724 ΑΚ δημόσια είναι η διαθήκη που συντάσσεται με δήλωση τελευταίας βούλησης του διαθέτη ενώπιον συμβολαιογράφου με την παρουσία τριών μαρτύρων ή δεύτερου συμβολαιογράφου και ενός μάρτυρα. Γιατί να επιλέξει, όμως, κάποιος τον τύπο της δημόσιας διαθήκης; Πρόκειται για έναν τύπο διαθήκης που έχει αυστηρή τυπικότητα, η οποία, μάλιστα, εξασφαλίζει και τη γνησιότητα της εν αντιθέσει με την ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία όπως προαναφέρθηκε μπορεί να είναι αντικείμενο και επηρεασμού της βούλησης του διαθέτη. Επίσης, είναι το είδος της διαθήκης στο οποίο μπορούν να στραφούν εκείνοι που δεν γνωρίζουν γραφή ή και που αδυνατούν να γράψουν και να υπογράψουν – προϋποθέσεις απαραίτητες για την ιδιόγραφη διαθήκη. Επίσης, τυχόν δικαιολογημένες ελλιπείς νομικές γνώσεις του διαθέτη καλύπτονται από τον συμβολαιογράφο και τέλος δεν είναι δεκτική αλλοίωσης ή καταστροφής, καθώς η δημόσια διαθήκη φυλάσσεται στο αρχείο του τελευταίου. Ωστόσο, η δημόσια διαθήκη στερείται απλότητας, λόγω των αυστηρών διατυπώσεων που χρειάζεται, αλλά και μυστικότητας, καθώς η σύμπραξη μαρτύρων δεν επιτρέπει στον διαθέτη να είναι εκείνος ο μοναδικός που γνωρίζει το περιεχόμενο της. Τέλος, εν αντιθέσει με την ιδιόγραφη διαθήκη η δημόσια διαθήκη έχει κόστος για να συνταχθεί.

ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Κατά άρθρο 1738 ΑΚ μυστική διαθήκη ονομάζεται εκείνη που γίνεται με παράδοση από τον ίδιο τον διαθέτη στον συμβολαιογράφο, ενώπιον μαρτύρων, εγγράφου που περιέχει την τελευταία του βούληση, αφού συνταχθεί για αυτό πράξη. Υποχρέωση του διαθέτη σε αυτή την περίπτωση είναι το γεγονός ότι πρέπει να δηλώσει προφορικά – με ποινή ακυρότητας – ότι το έγγραφο αυτό περιέχει την τελευταία του βούληση. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι πρόκειται για κάτι ενδιάμεσο μεταξύ ιδιόγραφης και δημόσιας διαθήκης. Δεν πρέπει να προκαλεί σύγχυση η σύμπραξη του συμβολαιογράφου, καθώς ο διαθέτης δεν δηλώνει ενώπιον του συμβολαιογράφου και των μαρτύρων την τελευταία του επιθυμία αλλά απλώς τους παραδίδει το σχετικό έγγραφο με ταυτόχρονη δήλωση πως πρόκειται για την τελευταία του βούληση. Η μυστική διαθήκη, λοιπόν, προστατεύεται και εκείνη από τυχόν αλλοίωση ή καταστροφή αφού και εκείνη φυλάσσεται στο αρχείο του συμβολαιογράφου. Ταυτόχρονα, όμως, διαθέτει και τη μυστικότητα της ιδιόγραφης διαθήκης, καθώς το έγγραφο απλά παραδίδεται. Ακόμη, επειδή στο τέλος σύνταξης της δημόσιας διαθήκης αυτή διαβάζεται φωναχτά στο διαθέτη, ερώτημα προκύπτει για τους κωφάλαλους και του άλαλους. Κατά την κρατούσα άποψη σε αυτή την περίπτωση μπορούν τα εν λόγω πρόσωπα να συντάξουν μυστική διαθήκη. Λόγω της ομοιότητας τόσο με την ιδιόγραφη όσο και με τη δημόσια διαθήκη η μυστική συγκεντρώνει και τα αρνητικά στοιχεία αυτών των δύο ειδών. Συγκεκριμένα, κατά τη σύνταξη της μυστικής διαθήκης είναι πιθανόν ο διαθέτης να επηρεαστεί από τρίτα πρόσωπα και επίσης να υποπέσει σε νομικά σφάλματα. Επίσης, λόγω της αυστηρής τυπικότητας που διαθέτει η δημόσια διαθήκη, κινδυνεύει να θεωρηθεί άκυρη ακόμα και για τυπικές παραλείψεις. Ωστόσο, χρειάζεται να αναφερθεί ότι ο νομοθέτης όρισε με το άρθρο 1747 ΑΚ ότι σε ενδεχόμενο άκυρης μυστικής διαθήκης μπορεί να ισχύσει ως ιδιόγραφη εφόσον έχει όμως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ιδιόγραφη διαθήκη, εξασφαλίζοντας έτσι μια δικλείδα ασφαλείας μονάχα σε αυτό τον τύπο διαθήκης.

Έγινε, λοιπόν, μια προσπάθεια συγκριτικής θεώρησης των τριών ειδών διαθήκης που προβλέπονται από τον Αστικό κώδικα κατά τρόπο περιοριστικό, κάτι που σημαίνει ότι δεν μπορούν να υπάρξουν άλλα είδη διαθηκών πέραν αυτών. Όπως έγινε αντιληπτό όλοι οι τύποι διαθέτουν τα θετικά και αρνητικά χαρακτηριστικά τους, γεγονός που κάνει πιο δύσκολη και την τελική απόφαση για το ποιο είδος θα επιλεγεί. Βέβαια, θα μπορούσε να πει κανείς πως η ιδιόγραφη διαθήκη λόγω της απλότητας της και του μηδενικού της κόστους είναι και αυτή που τελικά προτιμάται. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να είναι γνωστές και οι υπόλοιπες εναλλακτικές, καθώς όπως αναφέρθηκε και στην αρχή η σύνταξη μιας διαθήκης πρέπει να γίνει κατά τρόπο πάρα πολύ προσεκτικό γιατί μέσω αυτής συντελείται ένα ιδιαίτερα σημαντικό έργο που δεν είναι άλλο από τη δήλωση τελευταίας βούλησης του διαθέτη.

 

Πηγή: https://nomikospalmos.wordpress.com