Καταπέλτης είναι το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών για τους δύο κατηγορούμενους για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, στις 9 Απριλίου 2021.
Οι δικαστές αποκλείοντας άλλο κίνητρο όπως για παράδειγμα αυτό της ληστείας κάνουν ξεκάθαρα λόγο για ανθρωποκτονία κατά παραγγελία. Συγκεκριμένα αναφέρουν:
«Η δε απουσία διαπίστωσης άλλου κινήτρου, αλλά και οι σχέσεις, οι οποίες είχε αποκτήσει στο θύμα για άντληση πληροφοριών, καταδεικνύουν ότι επρόκειτο για κατά παραγγελία ανθρωποκτονία».
Οι δικαστές παραπέμπουν στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών τα δύο κατηγορούμενα αδέρφια με τα αρχικά Ι.Λ και Ε.Λ για ανθρωποκτονία με δόλο, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.
«Έχοντας προαποφασίσει να διαπράξουν από κοινού το αδίκημα της ανθρωποκτονίας με δόλο, σκότωσαν με τη χρήση πυροβόλου όπλου τον Γεώργιο Καραϊβάζ. Γνωρίζοντας τον ακριβή τόπο της κατοικίας του, το ημερήσιο πρόγραμμα της εργασίας του και τις συγκεκριμένες ώρες μετάβασης στον τόπο παροχής της (της εργασίας του) και επιστροφής στην κατοικία του, αποφάσισαν και οργάνωσαν την δολοφονία».
Επιπλέον τονίζεται ότι:
«Από την συνδυαστική ανάλυση του τόπου του εγκλήματος προκύπτει ότι η επιλογή του χώρου και χρόνου διάπραξης της ανθρωποκτονίας (οικία του θύματος τη στιγμή που επέστρεφε, όπως συνήθιζε, μετά το πέρας της εργασίας του), η ταχύτατη τέλεση της πράξης (αιφνιδιασμός του θύματος τη στιγμή που αποβιβάσθηκε από το όχημά του και κινείτο πεζός προς την οικία του) και τάχιστη διαφυγή των δραστών (με μοτοσυκλέτα -scooter που ανέμενε λίγο πιο μακριά) η πλήξη του θύματος από ιδιαίτερα κοντινή απόσταση σε ζωτικά όργανα με χρήση πυροβόλου όπλου, αποτελούν ενδείξεις οι οποίες υποδηλώνουν αφενός των προσεκτικό σχεδιασμό και αφετέρου τον βαθμό επιτήδευσης των δραστών».
Στο σημείο της δολοφονίας του δημοσιογράφου, μία ανάσα από το σπίτι του, οι αστυνομικοί βρήκαν 13 κάλυκες πυροβόλου όπλου, θραύσματα βολίδων και παραμορφωμένες βολίδες πυροβόλου όπλου ενώ βολίδα βρέθηκε και στο αυτοκίνητο του θύματος. Εκείνο το μεσημέρι τον περίμεναν με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά τους και όταν είδαν το αυτοκίνητο του Γιώργου Καραϊβάζ να παρκάρει και τον δημοσιογράφο να βγαίνει στον δρόμο, τον εκτέλεσαν εν ψυχρώ:
«Τη στιγμή εκείνη δύο άγνωστοι δράστες που είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, προσέγγισαν τον Γιώργο Καραϊβάζ πεζοί και πυροβόλησαν, επανειλημμένα εναντίον του με πιστόλι, με αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό του. Αμέσως μετά οι δύο δράστες επιβιβάσθηκαν σε μοτοσυκλέτα τύπου scooter και κινούμενοι επί της οδού Θέμη Άννινου με κατεύθυνση προς την οδό Γεωργίου Παπανδρέου, διέφυγαν προς άγνωστη κατεύθυνση από το σημείο της δολοφονίας».
Οι δικαστές αναφέρουν επιπλέον:
«Από την εξέταση του οικογενειακού, φιλικού και επαγγελματικού περιβάλλοντος προέκυψε ότι ο Γιώργος Καραϊβάζ δεν είχε διαφορές με κανέναν, πλην όμως το στενό περιβάλλον του ανέφερε ότι η δολοφονία του, πιθανώς, σχετίζεται με την εργασία του και συγκεκριμένα με τις σχέσεις που είχε αποκτήσει με διάφορα άτομα προκειμένου να εκμαιεύσει πληροφορίες για τις ανάγκες του ρεπορτάζ».
Οι κάμερες έδειξαν ότι οι κατηγορούμενοι είχαν στήσει καρτέρι και την προηγούμενη ημέρα στον δημοσιογράφο αλλά ανέβαλαν την εκτέλεση του δολοφονικού τους σχεδίου για την επόμενη ημέρα. Στο βούλευμα περιγράφονται οι κινήσεις τους τη μοιραία ημέρα καθώς εκτός από το σκούτερ χρησιμοποίησαν και λευκό βαν:
«Στο πλαίσιο του από κοινού προαποφασισμένου και οργανωμένου εγκληματικού τους σχεδίου, μετέβησαν από την ευρύτερη περιοχή της Νίκαιας-Πειραιά στον Άλιμο, οδηγώντας ο ένας μία μοτοσυκλέτα τύπου scooter και ο άλλος ένα αυτοκίνητο τύπου βαν λευκού χρώματος. Στον Άλιμο αρχικά κινήθηκαν επί της οδού Μεγίστης και στάθμευσαν το αυτοκίνητο τύπου βαν, που οδηγούσε ο ένας από αυτούς. Αμφότεροι έπειτα επιβιβάστηκαν στο ίδιο scooter και κινήθηκαν προς την οδό της κατοικίας του παθόντος στην ίδια περιοχή, ο ένας ως οδηγός και ο άλλος ως συνεπιβάτης έχοντας καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, ο ένας φορώντας κράνος και ο άλλος φορώντας κουκούλα».
Λίγα λεπτά αργότερα δολοφόνησαν τον Γιώργο Καραϊβάζ τον οποίο αιφνιδίασαν:
«Από τους συνεχείς και επανειλημμένους πυροβολισμούς προκλήθηκαν στο σώμα του θύματος πολλαπλές βαριές κακώσεις από τις οποίες επήλθε άμεσα και ακαριαία ο επιδιωκόμενος, από αυτούς, θάνατός του».