Δεκτή έγινε αρνητική αναγνωριστική αγωγή περί μη τέλεσης ρευματοκλοπής. Το δικαστήριο έκρινε ότι ο ενάγων δεν οφείλει το επίδικο ποσό, το οποίο του καταλογίστηκε για την τέλεση της ρευματοκλοπής, υποχρεώνοντας την εναγομένη ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ, μεταξύ άλλων και να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 500 ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτός υπέστη (ΠΠΑ 461/2025).
Το δικαστήριο αρχικά επεσήμανε ότι στην αρνητική αναγνωριστική αγωγή αρκεί μόνο η με την αγωγή αντιτασσόμμενη γενική άρνηση του ενάγοντος κατά του προβαλλομένου από την έννομη σχέση δικαιώματος του εναγόμενου. Δεν είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το δικαίωμα του εναγόμενου, αλλά ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αλήθεια των περιστατικών αυτών
Εν προκειμένω, από την αποδεικτική διαδικασία, το δικαστήριο έκρινε ότι τα ευρήματα στον επίδικο μετρητή αποτελούν ενδείξεις και όχι αποδείξεις υπαίτιας παρέμβασης στη μετρητική διάταξη, αφού αυτός λειτουργούσε κανονικά μέσα στο όρια των σφαλμάτων της κλάσης του. Η κανονική λειτουργία του μετρητή επιρρώνεται και από τους λογαριασμούς που προσκόμισε μετ’ επικλήσεως ο ενάγων, καθώς αποδείχθηκε ότι για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών, μέσα στο οποίο φέρεται να έχει τελεστεί η πράξη της κλοπής ηλεκτρικής ενέργειας, ο ενάγων κατέβαλε κανονικά τα ποσά που η ΔΕΗ του καταλόγιζε για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.
Μάλιστα, στο ίδιο χρονικό διάστημα που φέρεται να άρχεται η τέλεση της κλοπής, αντί να υπάρχει κάμψη στην κατανάλωση της ηλεκτρικής ενέργειας και κατ’ επέκταση μείωση του καταβαλλόμενου αντιτίμου για την κατανάλωση αυτή, σημειώθηκε αύξηση της καταναλισκόμενης ενέργειας. Κατά την κρίση του δικαστηρίου, επειδή δεν σημειώθηκε κάμψη της καταναλισκόμενης ενέργειας αλλά, αντιθέτως, αύξηση αυτής, δεν μπορεί να αποδοθεί η «αφαίρεση» ηλεκτρικής ενέργειας κατά την έννοια του άρθρου 372 ΠΚ στον ενάγοντα ως αυτουργό, ώστε να στοιχειοθετηθεί η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της κλοπής. Αφαίρεση ηλεκτρικής ενέργειας θα υφίστατο, εάν από το ιστορικό των καταναλώσεων αποδεικνυόταν μείωση της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Εν προκειμένω, από το ιστορικό καταναλώσεων, που σημειωτέον ότι η εναγομένη είχε στο αρχείο της, αποδείχθηκε η αύξηση και όχι η μείωση της καταναλισκόμενης ενέργειας από το έτος 2014 μέχρι και το έτος 2017, ότε και επεσυνέβη η έκρηξη του υποσταθμού της ΔΕΗ και η δικαιολογημένη επέμβαση του υπαλλήλου της ΔΕΔΔΗΕ στην μετρητική διάταξη του ενάγοντος για να λειτουργήσει ο κεντρικός διακόπτης.
Επίσης, μέσα στο ανωτέρω χρονικό διάστημα που φέρεται να τελείται η ρευματοκλοπή, διενεργήθηκαν 7 καταμετρήσεις από υπαλλήλους της εναγομένης. Εάν πράγματι υπήρχε επέμβαση στον επίδικο μετρητή του ενάγοντος τότε κάποιο από τα συνεργεία της εναγόμενης θα το είχε εντοπίσει.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου, λοιπόν, τα ευρήματα στον μετρητή, ήτοι το σπάσιμο στο εσωτερικό του μετρητή και το κομμένο καλώδιο του ουδέτερου από τη γέφυρα αυτού, αυτοτελώς ορώμενα, αποτελούν ενδείξεις επέμβασης στη μετρητική διάταξη, πλην όμως οι ίδιες ενδείξεις συνδυαστικά ορώμενες με το ότι δεν υπάρχει μείωση της καταναλισκόμενης ενέργειας από τον χρόνο τέλεσης της φερόμενης κλοπής αποδεικνύουν ότι το επίδικο χρονικό διάστημα ο ενάγων δεν τέλεσε κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας. Συνεπώς, η οφειλή των 20.571,99 ευρώ που αντιστοιχεί στην, κατόπιν υπολογισμών, αξία της μη καταγραφείσας ηλεκτρικής ενέργειας δεν υφίσταται.
Ακολούθως, το δικαστήριο επεσήμανε ότι η εναγομένη όφειλε να συναξιολογήσει τα εξωτερικά ευρήματα που διαπιστώθηκαν κατά τον έλεγχο του μετρητή αλλά και τα δεδομένα της ιστορικότητας των καταναλώσεων από τον ενάγοντα. Διότι χωρίς την ύπαρξη της αισθητής μείωσης της καταναλισκόμενης ενέργειας, μπορεί να υφίσταται ένδειξη επέμβασης στο μετρητή, δεν στοιχειοθετείται, όμως, η πράξη της κλοπής αφού ο ενάγων δεν ωφελείται από την εν λόγω επέμβαση. Η εναγομένη είχε μεν δικαίωμα που της παρέχεται από το νόμο, στο άρθρο 3 του Εγχειριδίου ρευματοκλοπών να υπάγει αμέσως τα ευρήματα στο μετρητή στην περίπτωση της διαπιστωμένης ρευματοκλοπής, ακόμα και χωρίς να ελέγξει το ιστορικό των καταναλώσεων. Ωστόσο, η ίδια όφειλε, αφού ο ενάγων αμέσως αμφισβήτησε με τις αντιρρήσεις του το καταλογισθέν σε αυτόν ποσό και την τέλεση από εκείνον ρευματοκλοπής, να προβεί σε έλεγχο του ιστορικού των καταναλώσεων του ενάγοντος. Η πράξη της αυτή που τελέστηκε μέσω των προστηθέντων υπαλλήλων της είναι παράνομη, αφού οι υπάλληλοί της άσκησαν καταχρηστικά και αυθαίρετα το δικαίωμά της να προβαίνει σε καταλογισμό των οφειλόμενων από τέλεση ρευματοκλοπής.
Απόσπασμα απόφασης
Εκ των ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι η οφειλή των 20.571,99 ευρώ δεν υπάρχει αφού δεν τελέστηκε η πράξη της κλοπής ηλεκτρικής ενέργειας. Η εναγομένη με το να καταλογίσει στον ενάγοντα το ανωτέρω ποσό ως οφειλή λόγω τέλεσης δήθεν ρευματοκλοπής έπραξε ενάντια στην καλή πίστη που υφίσταται στις συναλλαγές και στην ευλόγως αναμενόμενη εμπιστοσύνη του ενάγοντος ότι η εναγομένη θα εκτιμήσει ορθά τις φθορές του επίδικου μετρητή και θα συνάγει το συμπέρασμα ότι δεν οφείλονταν σε υπαίτια παρέμβαση σε αυτόν από τον ενάγοντα. Η εναγομένη όφειλε να συναξιολογήσει τα εξωτερικά ευρήματα που διαπιστώθηκαν κατά τον έλεγχο του μετρητή αλλά και τα δεδομένα της ιστορικότητας των καταναλώσεων από τον ενάγοντα. Διότι χωρίς την ύπαρξη της αισθητής μείωσης της καταναλισκόμενης ενέργειας, μπορεί να υφίσταται ένδειξη επέμβασης στο μετρητή, δεν στοιχειοθετείται όμως η πράξη της κλοπής αφού ο ενάγων δεν ωφελείται από την εν λόγω επέμβαση, Η εναγομένη είχε μεν δικαίωμα που της παρέχεται από το νόμο, στο άρθρο 3 του Εγχειριδίου ρευματοκλοπών να υπάγει αμέσως τα ευρήματα στο μετρητή στην περίπτωση της διαπιστωμένης ρευματοκλοπής ακόμα και χωρίς να ελέγξει το ιστορικό των καταναλώσεων. Ωστόσο, η ίδια όφειλε αφού ο ενάγων αμέσως αμφισβήτησε με τις. αντιρρήσεις, του το καταλογισθέν σε αυτόν ποσό και την τέλεση από εκείνον ρευματοκλοπής, να προβεί σε έλεγχο του ιστορικού των καταναλώσεων του ενάγοντος. Η πράξη της αυτή που τελέστηκε μέσω των προστηθέντων υπαλλήλων της είναι παράνομη, αφού οι υπάλληλοί της άσκησαν καταχρηστικά και αυθαίρετα το δικαίωμά της να προβαίνει σε καταλογισμό των οφειλόμενων από τέλεση ρευματοκλοπής. Δηλαδή η εναγομένη ναι μεν είναι η μόνη αρμόδια να ελέγχει την ορθή λειτουργία των μετρητών παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και να αξιώνει την είσπραξη των ποσών που αφορούν σε μη καταγραφείσα και καταναλωθείσα ηλεκτρική ενέργεια, πλην όμως αυτό οφείλει να το κάνει αφού προηγουμένως έχει διερευνήσει ότι συντρέχουν όλες οι περιστάσεις και τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας. Η παρανομία έγκειται στην καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος της εναγόμενης κατά την έννοια της διάταξης άρθρου 281 ΑΚ και ειδικότερα στην παραβίαση της συναλλακτικής καλής πίστης ευλόγως ανέμενε ο ενάγων ως μέσος συνετός συναλλασσόμενος, αφού με το να τον κατηγορεί για την τέλεση μιας πράξης, όπως η κλοπή που έχει ποινική απαξία, τον καθιστά υπαίτιο και προς τούτο θα έπρεπε η ίδια να αποδείξει με όλα τα ευρήματα που έχει διαπιστώσει ότι το πρόσωπο αυτό στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο αυτουργός της τέλεσης ρευματοκλοπής. Επιπλέον τέσσερα έτη μετά τον εργαστηριακό έλεγχο η εναγομένη απέστειλε την επίδικη επιστολή με την αξίωση του ποσού των 20.571,99 ευρώ, τον καταλογισμό στον ενάγοντα τέλεσης ρευματοκλοπής και την απειλή διακοπής οιασδήποτε μετρητικής παροχής στο όνομά του. Κατόπιν η εναγομένη υπέβαλε μήνυση στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών για την τέλεση κλοπής με αυτουργό τον ενάγοντα. Με το υπ’ αριθμόν … κλητήριο θέσπισμα ο ενάγων κλήθηκε να παραστεί την … στο ακροατήριο του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την 18η-01-2024 και κατόπιν αναβλήθηκε δυνάμει της διάταξης του άρθρου 61 ΚΠΔ, προκειμένου να εκδοθεί απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου. Ο ενάγων υπέβαλε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προκειμένου να παύσει προσωρινά η εναγομένη να τον απειλεί με διακοπή ηλεκτροδότησης οποιοσδήποτε παροχής στο όνομά του και η αίτησή του έγινε δεκτή δυνάμει της υπ’ αριθμόν 6601/2023 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία το Δικαστήριο απαγόρευσε προσωρινά και μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης από το παρόν Δικαστήριο, να προβεί η εναγομένη σε διακοπή της ηλεκτροδότησης της επίδικης παροχής. Η πράξη της απειλής διακοπής της παροχής ηλεκτροδότησης του καταστήματος του ενάγοντος και κάθε παροχής στο όνομά του τελέστηκε με την επίδοση της από 21-12-2022 επιστολής, δηλαδή δεν είναι παρούσα η πράξη προσβολής αλλά υπάρχει ο κίνδυνος στο μέλλον η εναγομένη να προβεί σε διακοπή της παροχής ηλεκτροδότησης οποιασδήποτε παροχής στο όνομα του ενάγοντος δοθέντος ότι εκκρεμεί η εκδίκαση της υπόθεσης της ρευματοκλοπής με κατηγορούμενο τον ενάγοντα ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Η πράξη των προστηθέντων υπαλλήλων της εναγόμενης αποδείχθηκε ότι ήταν υπαίτια αφού οι ίδιοι καταλόγισαν αμελώς την τέλεση μιας αξιόποινης πράξης στον ενάγοντα ενώ εκείνος δεν είναι υπαίτιος χωρίς να διερευνήσουν προηγουμένως το ιστορικό των καταναλώσεων της εν λόγω παροχής. Συνεπεία της παράνομης πράξης της εναγόμενης ο ενάγων υπέστη περιουσιακή ζημία ισόποση με το ποσό των 1710,17 ευρώ, το οποίο αναγκάστηκε να καταβάλει και αντιστοιχεί στην πρώτη δόση για τη ρύθμιση του οφειλόμενου, προκειμένου να μην διακοπεί η ηλεκτροδότηση στο κατάστημά του όπου απασχολεί τους δεκατέσσερις (14) εργαζομένους του και σε οποιαδήποτε άλλη παροχή στο όνομά του. Εξαιτίας της προσβολής αυτής ο ενάγων υπέστη και ηθική βλάβη, η οποία προκλήθηκε επειδή ο ίδιος προσεβλήθη στην τιμή και την υπόληψή του ως επαγγελματίας και εργοδότης και διασύρθηκε θεωρούμενος από την εναγομένη ως αυτουργός τέλεσης ρευματοκλοπής. Η στενοχώρια που δοκίμασε ο ενάγων για να μην κλείσει το κατάστημά του και χάσουν οι εργαζόμενοι του την εργασία τους και το ότι βρέθηκε κατηγορούμενος αποτελεί την ηθική του βλάβη, την οποία το παρόν Δικαστήριο αποτιμά στο ποσό των 500 ευρώ το οποίο κρίνει ως εύλογο, λαμβανομένης υπόψη της ηθικής προσβολής που επήλθε, της βαρύτητας του πταίσματος της εναγόμενης, των συνθηκών υπό τις οποίες η πράξη της προσβολής τελέστηκε.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr.