Γράφει η Κωνσταντίνα Λεκκάκου, Δικηγορικά γραφεία «Λεκκάκου & Συνεργάτες»
Οι servicers δείχνουν να «ξεπερνάνε» κάθε όριο με τις καταχρηστικές πρακτικές, τις οποίες ασκούν, εις βάρος των δανειοληπτών της χώρας.
Ο ρόλος που έχουν αναλάβει αποτελεί την άμεση ανάκτηση απαιτήσεων μέσω της βίαιης ρευστοποίησης της περιουσίας των οφειλετών, μη λογαριάζοντας τα οικονομικά και κοινωνικά πλήγματα, τα οποία θα σημειωθούν στη ζωή τους, αλλά και της οικογενείας τους, ακόμα και των εργαζομένων μίας επιχείρησης δανειοληπτών, όταν αφορά οφειλές εταιρείας.
Η καταχρηστική συμπεριφορά των funds εμφανίστηκε σε ακόμα μία περίπτωση εντολέων του Δικηγορικού Οίκου «Lekkakou & Associates – Law Firm».
Γνωστή οικογενειακή επιχείρηση αρτοποιίας, με υποκαταστήματα σε όλη την Ελλάδα, βρέθηκε αντιμέτωπη, τον Νοέμβριο του 2023, με την κατάσχεση των τραπεζικών λογαριασμών της, σχεδόν αμέσως μετά την έκδοση διαταγής πληρωμής εναντίον της.
Όπως γίνεται κατανοητό, η δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών αποτελεί ανυπέρβλητο κώλυμα στην εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης, καθώς δεν δύναται να λάβουν χώρα συναλλαγές, τόσο στα πλαίσια του λιανικού εμπορίου, όσο και χονδρικής πώλησης, ενώ και οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να λάβουν τη νόμιμη αμοιβή τους για τα δεδουλευμένα τους.
Προκειμένου να αποδεσμευτούν οι κατασχεμένοι τραπεζικοί λογαριασμοί, πλην της ανακοπής που καταθέσαμε κατά της διαταγής πληρωμής, αλλά και της κατασχέσεως εις χείρας τρίτων, προχωρήσαμε άμεσα στις κατάλληλες δικαστικές ενέργειες, με τον δικαστή να εκδίδει, τον Δεκέμβριο του 2023, προσωρινή διαταγή, με την οποία ανεστάλη η δέσμευση των λογαριασμών, μέχρι την ημερομηνία συζητήσεως και έκδοσης της απόφασης του δικαστηρίου.
Στην προκειμένη προσωρινή διαταγή, παρότι τα περισσότερα τραπεζικά ιδρύματα συμμορφώθηκαν, ως όφειλαν εκ του νόμου, η κατασχούσα αντίδικος, η οποία εκπροσωπεί το fund που έχει αναλάβει τη δανειακή απαίτηση από την τράπεζα, στην οποία η επιχείρηση διατηρεί τους τραπεζικούς της λογαριασμούς, δεν ανταποκρίθηκε, συνεχίζοντας να δημιουργεί προβλήματα στις συναλλαγές, καθώς μέσω της συγκεκριμένης τραπέζης πραγματοποιούνται όλες οι μισθοδοσίες του προσωπικού, αλλά και η τήρηση της ρύθμισης του Δημοσίου.
Ταυτόχρονα, και η τρίτη εταιρεία, εις χείρας της οποίας είχε επιβληθεί η κατάσχεση, με την οποία η επιχείρηση των εντολέων μας είχε συμβληθεί για την χρήση του, απαραίτητου για τις πωλήσεις της, μηχανήματος P.O.S., συνέχιζε να αγνοεί την προσωρινή διαταγή.
Ως εκ τούτου, οι δικηγόροι μας αναγκάστηκαν να προσφύγουν ξανά στο δικαστήριο, καταθέτοντας αίτηση, προκειμένου να διαταχθεί η αντίδικος να συμμορφωθεί στα ορισθέντα με την προσωρινή διαταγή.
Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε την ήδη εκδοθείσα διαταγή, διατάσσοντας εκ νέου την αναστολή της κατάσχεσης των λογαριασμών, με την τρίτη εταιρεία – ιδιοκτήτρια του P.O.S. να ανταποκρίνεται, μόλις τον Φεβρουάριο του 2024.
Λίγους μήνες αργότερα, ακολούθησε η εκδίκαση της κύριας αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, όπου πιθανολογήθηκε η ευδοκίμηση της ασκηθείσας ανακοπής κατά του κατασχετηρίου εις χείρας τρίτων που κοινοποιήθηκε και εν γένει της εκτελεστικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα να διαταχθεί, έτι μια ακόμη φορά, η αναστολή της επιβληθείσας κατάσχεσης.
Παρόλα αυτά, μέχρι σήμερα, ήτοι ένα ολόκληρο έτος αργότερα και εν αναμονή της συζητήσεως της ανακοπής, η εταιρεία διαχείρισης, ύστερα από την έκδοση δύο προσωρινών διαταγών, αλλά και μίας δικαστικής απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, που διατάσσουν την αναστολή κατασχέσεως των τραπεζικών λογαριασμών της επιχείρησης, συνεχίζει να μην υπακούει και να τις παραβιάζει, δεσμεύοντας, όλως παρανόμως, χρηματικά ποσά, τα οποία κατατίθενται από αγοραστές, εμπόρους κτλ.
Η προαναφερθείσα ενέργεια των servicers, μόνο ως αδικαιολόγητη και εριστική μπορεί να χαρακτηριστεί, καθώς αυτή αποσκοπεί ουσιαστικά στην οικονομική εξασθένηση, αλλά και την ηθική εξαθλίωση των ιδιοκτητών της επιχείρησης.
Η συνεχής δέσμευση ποσών, η οποία «καταστρέφει» τη λειτουργικότητα της, δύναται να «διαλύσει» τους οφειλέτες, σε όλους τους τομείς της ζωής τους, με αποκλειστική υπαιτιότητα των πιστωτών, που αρνούνται να συμμορφωθούν στις δικαστικές διαταγές και αποφάσεις, συγχρόνως και στο να συναινέσουν σε διευθέτηση των οφειλών, όταν και οι ίδιοι οι επιχειρηματίες έχουν κάνει σαφή την πρόθεσή τους για ρύθμιση αυτών.
Η ασυδοσία των funds όμως και αντίστοιχες πρακτικές τους πρέπει να λάβουν τέλος.
Και από τη στιγμή που τα δικαστήρια της χώρας, πρόσκεινται φιλικά στους οφειλέτες, δεν αργεί… η ώρα, που και οι πιστωτές θα κατανοήσουν, πως οι δανειακές απαιτήσεις δεν τακτοποιούνται μόνο με κατασχέσεις, οι οποίες αναστέλλονται δικαστικώς συνεχώς, δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερη καθυστέρηση στις προθεσμίες που τους έχουν τεθεί και θα συμβιβαστούν εν τέλει με μία υγιή και ευνοϊκή ρύθμιση, η οποία θα λύσει τα προβλήματα αμφοτέρων.
Απόσπασμα του υπό έκδοση βιβλίου με τίτλο «ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ στην αναγκαστική εκτέλεση» με υπότιτλο «Περί Πλειστηριασμών – Από τη θεωρία στην πράξη» ISBN 978-618-00-3736-4