Αντίθετη στις αρχές του κράτους δικαίου και της παροχής πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στους πολίτες χαρακτηρίζει σε άλλη μία απόφασή του το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών τη διάταξη νόμου του 2019 για την επιβολή τέλους δικαστικού ενσήμου σε εκκρεμείς αναγνωριστικές αγωγές.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, προκύπτει από τη νομοθετική διάταξη ότι στις εκκρεμείς ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου αναγνωριστικές αγωγές, είτε αυτές ασκήθηκαν εξαρχής ως αναγνωριστικές είτε ως καταψηφιστικές, που ετράπησαν ακολούθως σε αναγνωριστικές και εισήχθησαν προς συζήτηση μετά την 1η-1-2020, απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου.
Ωστόσο, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι «η ως άνω διάταξη, υποχρεώνοντας τον διάδικο που άσκησε μία αναγνωριστική αγωγή προ της έναρξης ισχύος του Ν. 4640/2019 ή άσκησε αυτή ως καταψηφιστική έχοντας ωστόσο υπόψη ότι έχει τη δυνατότητα τροπής αυτής σε αναγνωριστική μέχρι τη συζήτησή της (ανεξάρτητα εάν προέβη στην τροπή πριν ή μετά την έναρξη ισχύος του Ν.4640/2019), σε καταβολή δικαστικού ενσήμου, ουσιαστικά εισάγει αναδρομική επιβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, η οποία όμως δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής ως αντίθετη στις αρχές του κράτους δικαίου και της παροχής πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στους πολίτες, που θεμελιώνονται στις διατάξεις των άρθρων 20 παp.1-, 26 παρ. 3, 94 παρ. 4, 95 παρ. 5 του Συντάγματος, 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, 1 του πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής, 2 παρ. 3 και 14 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, διότι δυσχεραίνει το δικαίωμα των διαδίκων σε έννομη προστασία, καθώς τους επιβαρύνει αιφνιδιαστικά (ήτοι με νόμο που θεσπίστηκε μετά την άσκηση της αγωγής τους) με επιπλέον δικαστικά έξοδα».
Η επέκταση του δικαστικού ενσήμου, όμως, υπογραμμίζει το Πολυμελές Πρωτοδικείο «και στις αναγνωριστικές αγωγές και μάλιστα αναδρομικά και στις ήδη κατά την ψήφιση τού Ν.4640/2019 ασκηθείσες αγωγές, σημαίνει ότι πλέον καθίσταται δικονομική προϋπόθεση του παραδεκτού της παράστασης του διαδίκου, γεγονός προδήλως αντισυνταγματικό, καθώς καθιστώντας δυσβάσταχτη οικονομικά την προσφυγή στη Δικαιοσύνη, περιορίζει και σε πολλές περιπτώσεις στερεί το συνταγματικό δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας».
Συνταγματικά ανεπίτρεπτος περιορισμός
Ενδεικτικά επίσης τονίζεται ότι «ο πολίτης, ιδίως ο οικονομικά αδύναμος, προσέφευγε στην άσκηση αναγνωριστικής αγωγής, εφόσον δεν απαιτείτο, η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου και, ακολούθως, σε περίπτωση επιδικάσεως συγκεκριμένου ποσού από το Δικαστήριο, προέβαινε συνήθως στην έκδοση διαταγής πληρωμής, όπου κατέβαλε πλέον το απαιτούμενο, με βάση, όμως, το επιδικασθέν και όχι το αιτηθέν ποσό, τέλος δικαστικού ενσήμου, καθόσον είχε αρθεί η υφιστάμενη αβεβαιότητα περί της ύπαρξης του δικαιώματος ή της έκτασης του».
Και η απόφαση καταλήγει με κατηγορηματικό τρόπο: «Συνεπώς, η υποχρεωτική προσκομιδή δικαστικού ενσήμου στις ήδη ασκηθείσες προ του Ν.4640/2019 αναγνωριστικές αγωγές ή σε αγωγές που ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές αλλά τράπησαν σε αναγνωριστικές ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, λαμβανομένου υπόψη του ότι στην καθ’ ύλην αρμοδιότητά του υπάγονται αγωγές με αντικείμενο άνω των 250.000 ευρώ κατ’ άρθρο 14 παρ. 2 σε συνδυασμό με άρθρο 18 του ΚΠολΔ, ως προϋπόθεση προσφυγής στη Δικαιοσύνη, αποτελεί συνταγματικά ανεπίτρεπτο περιορισμό που παρεμποδίζει την ανοιχτή πρόσβαση κάθε πολίτη στη Δικαιοσύνη ισοδυναμώντας με έμμεση κατάργηση του προστατευόμενου και από την ΕΣΔΑ δικαιώματος παροχής εννόμου προστασίας, καθώς προσβάλλει την ίδια την υπόσταση του δικαιώματος».
Για την πλέον ξεκάθαρη και σκληρή απόφαση κάνει λόγο ο δικηγόρος Νικόλαος Διαλυνάς, που χειρίστηκε την υπόθεση εκπροσωπώντας τους ενάγοντες. «Η έβδομη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία αναγνωρίζεται η αντισυνταγματικότητα του νόμου περί καταβολής δικαστικού ενσήμου και στις αναγνωριστικές αγωγές είναι πλέον γεγονός» σημειώνει και τονίζει: «Η υπ΄ αριθμόν 1796/24.06.2021 προδικαστική απόφαση με αντικείμενο ιατρική αμέλεια είναι η πιο ξεκάθαρη και νομικά δίκαιη και σκληρή απόφαση υπέρ της αντισυνταγματικότητος του νόμου 4640/2019».
Ο ίδιος προαναγγέλλει πως «θα ακολουθήσουν και άλλες παρόμοιες αποφάσεις και θα συνεχιστεί ο δικαστικός αγώνας μας και τελικά ο αντισυνταγματικός αυτός νόμος θα καταργηθεί».