Του Σέργιου Χαραλάμπους
Στις 9 Μαρτίου 2021 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Α’ 36) ο νέος Νόμος 4782/2021 με τίτλο “Εκσυγχρονισμός, απλοποίηση και αναμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου των δημοσίων συμβάσεων, ειδικότερες ρυθμίσεις προμηθειών στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας και άλλες διατάξεις για την ανάπτυξη, τις υποδομές και την υγεία”, με τον οποίο αναμορφώνονται, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, ο Ν. 4412/2016, που ενσωματώνει στο ελληνικό δίκαιο τις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ (L 94/65) και 2014/25/ΕΕ (L 94/243) καθώς και οι Ν. 3433/2006 (Α΄ 20), 3883/2010 (Α΄ 167) και 3978/2011 (Α ‘ 137) που ρυθμίζουν θέματα περί δημόσιων συμβάσεων στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας.
Το νέο αυτό πλαίσιο, το οποίο υπερψηφίστηκε σε ονομαστική ψηφοφορία της Ολομέλειας της Βουλής, με 158 ψήφους υπέρ, αποτελεί μια από τις προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη, και έχει ως κύριο στόχο, όπως προκύπτει ρητά και από την αιτιολογική έκθεση του, την επιτάχυνση των διαδικασιών στην υλοποίηση δημοσίων επενδύσεων καθώς και την ταχύτερη απορρόφηση Ευρωπαϊκών κονδυλίων από το ΕΣΠΑ και από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η αναμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου των δημοσίων συμβάσεων κατέστη επιβεβλημένη, αφού όπως γίνεται ευρέως δεκτό, τόσο από τις αναθέτουσες αρχές, όσο και από τους οικονομικούς φορείς, ο Ν. 4412/2016 παρουσίαζε στην πράξη αρκετά έντονα φαινόμενα αναποτελεσματικότητας.
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος των προβλημάτων που αναδεικνύονταν συνεχώς από την εφαρμογή του Ν. 4412/2016 αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι μέχρι και τη ψήφιση του νέου Ν. 4782/2021, είχε τροποποιηθεί πάνω από 300 φορές.
Ο νέος νόμος για τις δημόσιες συμβάσεις στις 216 σελίδες του, περιέχει 253 άρθρα τα οποία κατανέμονται συστηματικά σε 23 κεφάλαια.
Στο παρόν άρθρο, η ανάλυση περιορίζεται αποκλειστικά στις κυριότερες νέες ρυθμίσεις οι οποίες επέρχονται στην προσωρινή και οριστική δικαστική προστασία, η οποία πλέον ενοποιείται, σύμφωνα με το άρ. 138 του Ν. 4782/2021, το οποίο αντικαθιστά το άρ. 372 του Ν. 4412/2016.
Οι κυριότερες αλλαγές που επέρχονται στην προσωρινή και οριστική δικαστική προστασία κατά το προσυμβατικό στάδιο:
Ως αναφέρθηκε ανωτέρω, το άρ. 138 του Ν. 4782/2021 με τίτλο «Δικαστική προστασία – Αρμόδιο δικαστήριο – Αντικατάσταση του άρ. 372 του Ν. 4412/2016», εισάγει από την 1η Σεπτεμβρίου 2021 στην ελληνική έννομη τάξη ένα υβριδικό ένδικο βοήθημα. Δηλαδή, πλέον ενοποιείται σε ένα στάδιο τόσο η προσωρινή, όσο και η οριστική δικαστική προστασία, με τη σώρευση σε ένα δικόγραφο της αίτησης αναστολής και της αίτησης ακύρωσης κατά των αποφάσεων της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ).
Έτσι, πλέον η προσωρινή αναστολή χάνει την αυτοτέλεια της στο πλαίσιο του νέου αυτού κοινού ενδίκου βοηθήματος και επί της ουσίας τη θέση της καταλαμβάνει η προσωρινή διαταγή.
Αναφέρεται ρητά στο ως άνω άρθρο η δυνατότητα άσκησης του εν λόγω ενιαίου ενδίκου βοηθήματος και από τον οικονομικό φορέα, του οποίου η προδικαστική προσφυγή έγινε μόνο εν μέρει δεκτή από την ΑΕΠΠ. Επίσης, ρητή μνεία γίνεται και στη δυνατότητα παθητικής νομιμοποίησης της αναθέτουσας αρχής, σε περίπτωση που προσβάλλεται απορριπτική της προσφυγής απόφαση της ΑΕΠΠ.
Ορθά προβλέπεται εφεξής ότι το περιεχόμενο της αίτησης πρέπει, επί ποινή απαραδέκτου, να περιλαμβάνει μόνο αιτιάσεις που είχαν προταθεί με την προδικαστική προσφυγή (αυτό προκύπτει και από τη φύση της, αφού πρόκειται περί ενδικοφανούς προσφυγής) ή αφορούν στη διαδικασία ενώπιον της ΑΕΠΠ ή το περιεχόμενο των αποφάσεων της τελευταίας. Κατ’ εξαίρεση, προβλέπεται ότι εφόσον αιτούσα είναι η αναθέτουσα αρχή, τότε αυτή έχει τη δυνατότητα να εισφέρει και οψιγενείς ισχυρισμούς αναφορικά με επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι καθιστούν αναγκαία την άμεση ανάθεση της σύμβασης.
Η προηγούμενη προθεσμία άσκησης της αίτησης αναστολής, δηλαδή οι δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση της Απόφασης της ΑΕΠΠ πλέον τρέπεται σε προθεσμία του ενιαίου ενδίκου βοηθήματος, και άρα καταργείται η αυτοτελής προθεσμία η οποία υπήρχε για την άσκηση της αίτησης ακύρωσης. Η προθεσμία για τον προσδιορισμό της τελευταίας δεν πρέπει να απέχει πέραν των εξήντα (60) ημερών από την κατάθεση της αίτησης.
Επιπροσθέτως, προβλέπεται ότι η προθεσμία άσκησης της αίτησης αναστολής – αίτησης ακύρωσης, ήτοι οι δέκα (10) ημέρες, πλέον πέρα από το ότι κωλύουν την σύναψη της σύμβασης, αναστέλλουν αυτοδικαίως την πρόοδο της διαδικασίας για δεκα πέντε (15) ημέρες.
Μέσα σε αυτήν την τελευταία προθεσμία των δεκα πέντε (15) ημερών εκδικάζεται αναγκαστικά η προσωρινή διαταγή (αίτηση αναστολής). Κατά τη διαδικασία έκδοσης της απόφασης επί της αίτησης αναστολής, το αρμόδιο Δικαστήριο έχει την ευχέρεια («μπορεί») να καλεί τα μέρη σε ακρόαση με κάθε πρόσφορο μέσο, και αφού παρέλθει η εκ του νόμου αναστολή της διαδικασίας ανάθεσης, αποφαίνεται με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση, η οποία ισχύει μέχρι την έκδοση απόφασης επί της αίτησης ακύρωσης και μπορεί να ανακαλείται ή να τροποποιείται κατόπιν αίτησης.
Σημειωτέον ότι η παρέμβαση πλέον ασκείται εντός δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση του ενιαίου ενδίκου βοηθήματος και της πράξης ορισμού της δικασίμου, και όχι έως και τη συζήτηση.
Κοινοποίηση της εν λόγω παρέμβασης, επί ποινή απαραδέκτου, πρέπει να γίνεται και στον αιτούντα, με επιμέλεια του παρεμβαίνοντος, εντός δύο (2) ημερών από την κατάθεση της παρέμβασης.
Συμπεράσματα
Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, το άρ. 183 του Ν. 4782/2021 έχει ως κύριο στόχο την επιτάχυνση της διαδικασίας, αφού πλέον μέσα σε διάστημα εβδομήντα πέντε (75) ημερών ( 60 ημέρες από την κατάθεση και 15 ημέρες για έκδοση διατακτικού) πρέπει να εκδοθεί τουλάχιστον το διατακτικό επί της αίτησης ακύρωσης (με οριστικό δεδικασμένο).
Ωστόσο, όπως συνάγεται εκ των νέων ρυθμίσεων, προβλήματα δύναται να ανακύψουν μέσα από τον θεσμό του «παγώματος» της προόδου της διαδικασίας.
Κατά τα λοιπά, η αποτελεσματικότητα του νέου αυτού ρυθμιστικού πλαισίου θα κριθεί επί της εφαρμογής του στην πράξη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα υπάρξει στο κατά πόσο τα δικαστήρια θα συμμορφωθούν με τις νέες προβλεπόμενες προθεσμίες, και δη αυτές του χρόνου προσδιορισμού της αίτησης ακύρωσης και του χρόνου έκδοσης του διατακτικού επ’ αυτής.
* Ο Σέργιος Χαραλάμπους είναι απόφοιτος Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μεταπτυχιακός φοιτητής δημοσίου Δικαίου