Πληθαίνουν οι παρεμβάσεις διεθνών δημοσιογραφικών ενώσεων και επιτροπών του Τύπου, μετά τις περίεργες αποκαλύψεις για την παρακολούθηση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το κινητό του δημοσιογράφου, παρακολουθούσαν επί τουλάχιστον δέκα εβδομάδες άγνωστοι, οι οποίοι όμως μπορούσαν να ακούνε και να βλέπουν τα πάντα στο κινητό του.
Στον ιστότοπο insidestory, καταγράφονται αναλυτικά τα όσα απίστευτα έχουν συμβεί τις τελευταίες εβδομάδες.
Ο Θ. Κουκάκης φέρεται να ερευνούσε οικονομικές και τραπεζικές υποθέσεις, θέματα φοροδιαφυγής, υποθέσεις ξεπλύματος βρώμικου χρήματος κλπ.

Η υπόθεση 

Η αρχή έγινε στις 28 Μαρτίου όταν ο δημοσιογράφος ενημερώθηκε ότι το τηλέφωνο του παρακολουθούνταν τουλάχιστον για 10 εβδομάδες.
Την ενημέρωση έκανε το Citizen Lab, ένα εργαστήριο που έχει ως βασικό ερευνητικό σκοπό τον εντοπισμό ψηφιακών απειλών κατά της κοινωνίας των πολιτών και την παρακολούθηση της βιομηχανίας λογισμικών κατασκοπείας.
Το εργαστήριο βρίσκεται στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο και η έρευνα έγινε μετά από αίτημα που είχε καταθέσει ο δημοσιογράφος.
Στην τρισέλιδη έκθεσή του, το Citizen Lab αναφέρει ότι το κινητό τηλέφωνο του Θανάση Κουκάκη είχε μολυνθεί με το spyware Predator.
Το spyware φαίνεται πως φυτεύτηκε στο κινητό κατά το διάστημα από 12 Ιουλίου έως 24 Σεπτεμβρίου 2021.

Τι μπορεί να κάνει το Predator 

Από τη στιγμή που θα φυτευθεί μέσω ενός SMS το λογισμικό στο κινητό, προσφέρει στον χειριστή του πλήρη και διαρκή πρόσβαση στο τηλέφωνο του στόχου.
Επιτρέπει στον χειριστή να κάνει εξαγωγή αρχείων, φωτογραφιών, ιστορικού περιήγησης στο διαδίκτυο, passwords, επαφών κλπ.
Ακόμα, μπορεί να τραβήξει στιγμιότυπα οθόνης, να ενεργοποιεί το μικρόφωνο και την κάμερα της συσκευής, προκειμένου να ακούγεται και να φαίνεται ό,τι γίνεται στο χώρο που βρίσκεται το κινητό, ενώ μπορεί να καταγράψει γραπτά μηνύματα που στέλνονται και λαμβάνονται ακόμα και μέσω κρυπτογραφημένων εφαρμογών, όπως το WhatsApp, το viber κλπ.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, το συγκεκριμένο λογισμικό κοστίζει πολλά εκατομμύρια δολάρια.
Αυτοί που φύτεψαν το λογισμικό στο τηλέφωνο του Κουκάκη, μπορούσαν πλέον να παρακολουθούν τα πάντα

Πολιτικές διαστάσεις 

Το θέμα έχει πάρει και πολιτικές διαστάσεις καθώς χθες έφτασε στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να δηλώνει ότι η παρακολούθηση έγινε από ιδιώτη. “Είναι αυτονόητο ότι οι αρμόδιες αρχές, πρέπει να κάνουν αυτό που πρέπει, έτσι ώστε να διαλευκανθεί η υπόθεση αυτή και να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Προφανώς και δεν νοείται σε μία χώρα σαν την Ελλάδα, σε ένα κράτος Δικαίου οποιοσδήποτε ιδιώτης μπορεί να παρακολουθεί κάποιον άλλον ιδιώτη.
Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους σωστά, χωρίς συζήτηση”.
Ο Θανάσης Κουκάκης μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Twitter απάντησε: “Η κυβέρνηση τοποθετήθηκε στο δημοσίευμα του @insidestory_gr με τη βεβαιότητα πως η παρακολούθησή μου έγινε από ιδιώτη.
Αναμένω το πόρισμα της ΑΔΑΕ που θα επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό αυτόν”.
Σχόλιο για το θέμα έκανε και το γραφείο τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, ρωτώντας την κυβέρνηση εάν το ελληνικό κράτος έχει προμηθευτεί το συγκεκριμένο λογισμικό.
“Πριν καλά-καλά η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών βγάλει οποιοδήποτε πόρισμα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κ. Οικονόμου, προεξόφλησε το αποτέλεσμα της έρευνας, αποδίδοντας την παρακολούθηση σε ιδιώτη.
Ή κάτι γνωρίζει, κάτι που δεν ξέρει ακόμη κανείς, ή απλά ψεύδεται για να συσκοτίσει την αλήθεια.
Περιμένουμε μία ξεκάθαρη απάντηση, έχει προμηθευτεί το ελληνικό Δημόσιο το λογισμικό παρακολούθησης “predator” της εταιρείας INTELLEXA; Ναι ή όχι;”.

Παρεμβάσεις διεθνών δημοσιογραφικών ενώσεων

Με δημοσίευμά της, η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ) τονίζει ότι «οι ελληνικές αρχές πρέπει να διεξαγάγουν ταχείαενδελεχή και διαφανή έρευνα σχετικά με την υπόθεση παρακολούθησης του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη. Να βρουν όποιον την ενορχήστρωσε και να λογοδοτήσει».
Παράλληλα, ο εκπρόσωπος της CPJ για την Ευρώπη, Ατίλα Μόνγκ, πρόσθεσε ότι «οι δημοσιογράφοι πρέπει να μπορούν να προστατεύουν τις πηγές τους και οι αρχές πρέπει να διασφαλίζουν ότι αυτοί, είναι σε θέση να εργαστούν χωρίς φόβο για ενδεχόμενη πρόσβαση χάκερ στις πηγές τους ή στην ιδιωτική τους ζωής».