Ιωάννης Χαμπιλός, Δικηγόρος


«…Σε περίπτωση μη εφαρμογής της συναλλαγής, ως ποινική ρήτρα, ο συναλλασσόμενος έχει το δικαίωμα εκδίκησης, σκοτώνοντας δύο μέλη της οικογένειας του ετέρου συναλλασσόμενου, δίχως ο τελευταίος να έχει το δικαίωμα αντεκδίκησης…»

……………………………………………………………………………………….

Το απόσπασμα που αποδίδεται στον Γερμανό νομικό Γκέοργκ Λούντβιχ φον Μάουρερ, στο δίτομο έργο του «Ο ελληνικός λαός», αποτελεί μία από τις πιο εντυπωσιακές περιγραφές των εθιμικών δικαιϊκών πρακτικών που ίσχυαν στη Μάνη κατά τον 19ο αιώνα. Ο Μάουρερ στην  συγκεκριμένη αναφορά αποτυπώνει ακριβώς αυτή τη σύζευξη δικαίου και ηθικής, όπως τη βίωνε μια κοινωνία που ζούσε έξω από τους κεντρικούς θεσμούς του κράτους.

Η Μάνη, απομονωμένη γεωγραφικά και πολιτισμικά, διατηρούσε μια βαθιά ριζωμένη παράδοση αυτονομίας και εσωτερικής δικαιοσύνης. Η βεντέτα, ο κύκλος αίματος που ρύθμιζε τις σχέσεις τιμής και δικαίου, δεν ήταν απλώς πράξη εκδίκησης, αλλά μορφή εθιμικής δικαιοσύνης, με κανόνες, όρια και αναγνωρισμένη κοινωνική νομιμότητα. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα που παραθέτει ο Μάουρερ, η εκδίκηση δεν είναι αυθαίρετη: εντάσσεται στο πλαίσιο μιας «συμβάσεως», δηλαδή ενός είδους κοινωνικού συμβολαίου, όπου η ποινική ρήτρα για την παραβίαση της συμφωνίας καθορίζεται εκ των προτέρων. Η επιβολή της ποινής, ο φόνος δύο μελών της αντίπαλης οικογένειας, λειτουργεί ως μέσο αποκατάστασης της τιμής και της ισορροπίας μεταξύ των οικογενειών, όχι απλώς ως εκδίκηση με το σύγχρονο ποινικό νόημα.

Η  βεντέτα, ως ποινική ρήτρα σε ιδιωτικές συμφωνίες, αποτελεί ακραίο αλλά αυθεντικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο οι κοινωνίες δημιουργούν δικούς τους μηχανισμούς δικαιοσύνης και έτσι σήμερα να φτάνει στο σημείο μια ολόκληρη περιοχή στην Κρήτη (Βορίζια) να βρίσκεται κάτω από ένα ιδιόμορφο καθεστώς «καραντίνας» υπό τον φόβο των αντιποίνων.

Λύση;;

Η λύση στο πρόβλημα των βεντετών δεν μπορεί να είναι απλή ή μονοδιάστατη. Απαιτεί εκπαίδευση, κοινωνική ευαισθητοποίηση και αποκατάσταση εμπιστοσύνης στο κράτος δικαίου. Η παιδεία πρέπει να αναδεικνύει την αξία του διαλόγου, της συγχώρεσης και της ειρηνικής επίλυσης διαφορών. Οι τοπικές κοινωνίες χρειάζεται να στηριχθούν με προγράμματα συμφιλίωσης, ψυχολογικής υποστήριξης και θεσμικού διαμεσολαβητή, έναν σύγχρονο «συμβουλευτικό θεσμό» που θα βοηθά στην αποκλιμάκωση συγκρούσεων πριν φτάσουν στο σημείο χωρίς επιστροφή.

Επιπλέον, η πολιτεία οφείλει να ενισχύσει την παρουσία της στις απομονωμένες περιοχές όχι μόνο με αστυνομική δύναμη, αλλά και με πολιτισμικές και κοινωνικές δομές που θα ενισχύουν την εμπιστοσύνη και τη συλλογική συνοχή. Όπως στην αρχαία Ελλάδα η Δίκη αντικατέστησε τη βία της Θέμιδος, έτσι και σήμερα χρειάζεται να αντικαταστήσουμε την εκδίκηση με τη δικαιοσύνη και τη συγχώρεση.

Οι βεντέτες δεν είναι παρά το σύμπτωμα μιας βαθύτερης ανάγκης για αναγνώριση και σεβασμό. Όταν η κοινωνία προσφέρει στα μέλη της θεσμούς που ικανοποιούν αυτή την ανάγκη, η βία παύει να έχει λόγο ύπαρξης. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να σπάσουμε τον κύκλο του αίματος και να μετατρέψουμε την παράδοση της εκδίκησης σε παράδοση συμφιλίωσης.