Ο πρόεδρος της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων Κωνσταντίνος Μενουδάκος στην πρώτη του συνέντευξη μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών, που παραχώρησε στο «Βήμα της Κυριακής», μιλάει για τις δυσκολίες των ερευνών, τα στοιχεία που οδηγούν εκτός Ελλάδος, τις ισορροπίες Δικαιοσύνης και Ανεξάρτητων Αρχών, αλλά και την πίστη του ότι η Δικαιοσύνη θα κάνει το χρέος της.

 Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών έχουν σηκώσει μέχρι τώρα το μεγαλύτερο βάρος των ερευνών στην υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων. Ποιες είναι οι δυσκολίες; 

«Μπορώ να απαντήσω σε ό,τι αφορά την Αρχή Προστασίας Δεδομένων, η οποία κίνησε διαδικασία αυτεπάγγελτου ελέγχου λόγω της βαρύνουσας σημασίας του ζητήματος της εγκατάστασης κατασκοπευτικού λογισμικού σε τερματικές συσκευές χρηστών – υποκειμένων δεδομένων, το οποίο ανήκει στις αρμοδιότητες της Αρχής. Διευκρινίζω ότι οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις μέσω της διαδικασίας άρσης απορρήτου δεν ανήκουν στις αρμοδιότητές μας. Στις δυσκολίες τις οποίες αναφέρετε συμπεριλαμβανόταν ο χρόνος στον οποίο έγιναν γνωστά τα περιστατικά. Είχε ήδη παρέλθει μεγάλο διάστημα από τις επίμαχες ενέργειες, με αποτέλεσμα πολλά στοιχεία να έχουν ήδη διαγραφεί, καθώς είχε παρέλθει το χρονικό διάστημα τήρησής τους. Επιπλέον, πολλά από τα στοιχεία οδηγούν σε οντότητες εκτός Ελλάδας, ακόμα και εκτός ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι περιορίζεται σημαντικά το περιθώριο έρευνας για την Αρχή. Εντός ΕΕ υπάρχει σχετική δυνατότητα μέσω των ομόλογων εποπτικών αρχών, αλλά εκτός ΕΕ, όπου υπάρχουν επίσης στοιχεία, δεν έχουμε αντίστοιχη δυνατότητα. Αυτή την έχουν μόνο οι δικαστικές αρχές με διαδικασίες δικαστικής συνδρομής.

Ακόμα, η συνδρομή από άλλες δημόσιες αρχές θα μπορούσε να είναι αμεσότερη χωρίς να δυσχεραίνεται από ρυθμίσεις, με τις οποίες εισάγονται περιορισμοί ή θεσπίζονται χρονοβόρες διαδικασίες. Τέλος, ο τεράστιος όγκος των στοιχείων που έπρεπε να τύχουν (ή και τυγχάνουν) επεξεργασίας σε συνάρτηση με τους ανθρώπινους πόρους της Αρχής. Σημειώνω ότι οι ίδιοι άνθρωποι που διενεργούν την έρευνα έχουν δεκάδες άλλες δραστηριότητες και υποθέσεις».

Σε επιστημονικό συνέδριο που έγινε πρόσφατα είπατε ότι στα 25 χρόνια της λειτουργίας των Ανεξάρτητων Αρχών δεν έχετε ξαναδεί τέτοια συμπεριφορά και κάνατε λόγο για επιθέσεις που υπερβαίνουν κάθε όριο κριτικής και μπορούν να ερμηνευθούν και ως απειλή. Είναι τελικά η υπόθεση αυτή ένας… ακήρυχτος πόλεμος έναντι των Ανεξάρτητων Αρχών; 

«Διευκρινίζω ότι για την έρευνα της Αρχής Προστασίας Δεδομένων δεν υπήρχε παρέμβαση, ούτε συναντήσαμε αντιθεσμικές συμπεριφορές. Η τοποθέτησή μου αφορούσε πρωτόγνωρες υποτιμητικές και απειλητικές εκφράσεις και δηλώσεις από δημόσια πρόσωπα προς μέλη της ΑΔΑΕ και κυρίως προς το πρόσωπο του προέδρου της κ. Ράμμου. Πραγματικά τέτοιες συμπεριφορές υπερβαίνουν κατά πολύ τα θεμιτά όρια έκφρασης διαφωνίας και συνιστούν από τις χειρότερες μορφές παρέμβασης. Πρέπει να σημειώσω ότι πέρα από τον έλεγχο της Βουλής στις Ανεξάρτητες Αρχές, όπως ορίζεται στον Κανονισμό της Βουλής, ο κατά περίπτωση αρμόδιος υπουργός μπορεί, όπως ρητά προβλέπεται στον νόμο, να προσβάλει στο Συμβούλιο της Επικρατείας τις πράξεις και των συνταγματικά προβλεπόμενων Ανεξάρτητων Αρχών, τις οποίες θεωρεί παράνομες, και να ζητήσει την ακύρωσή τους». 

Τον τελευταίο καιρό η υπόθεση των παρακολουθήσεων πέρασε σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Με βάση τα στοιχεία που έχετε συγκεντρώσει, εκτιμάτε ότι είναι εφικτό να ελπίζουμε σε μια εξιχνίαση του σκανδάλου ή ο χρόνος που πέρασε μπορεί να εξασφαλίσει στους ενόχους την «ασυλία»; 

«Ευελπιστούμε ότι οι δικαστικές αρχές, με τις ευρείες δικονομικές και ανακριτικές δυνατότητες και μέσα που διαθέτουν, θα είναι σε θέση να εξιχνιάσουν την υπόθεση. Ο χρόνος είναι σίγουρα ένας παράγοντας που δεν βοηθάει στην εύρεση στοιχείων. Ηδη έχουμε διαπιστώσει ότι έχουν χρησιμοποιηθεί τεχνικές απόκρυψης ηλεκτρονικών ιχνών. Σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να ψάχνει κανείς διεξοδικά, καθώς τα ίχνη είναι πολλά και ποικίλα και ενδεχομένως να εντοπιστούν στοιχεία ενεργειών που προσωποποιούνται σε πραγματικούς δράστες».

Η δική σας έρευνα έχει ολοκληρωθεί; Αν ζητηθεί από τις δικαστικές αρχές που διεξάγουν τις έρευνες, είστε σε θέση να καταθέσετε ένα ολοκληρωμένο πόρισμα με τα ευρήματά σας; 

«Οσον αφορά τα παραπλανητικά SMS, θεωρούμε ότι έχουμε εξαντλήσει τις έρευνες με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και τις αρμοδιότητές μας. Το πόρισμα της Αρχής, το οποίο εστάλη με όλα τα ευρήματα της έρευνας στα μέσα Ιουλίου του 2023 στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, ήταν αναλυτικότατο και περιέγραφε κάθε ενέργεια της Αρχής έως τότε. Προφανώς, σε περίπτωση που προκύψουν νεότερα ευρήματα τα οποία κρίνουμε ότι είναι κρίσιμα για τη συνέχεια της έρευνας, θα τα διαβιβάσουμε το συντομότερο δυνατόν στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, η οποία χειρίζεται πλέον την υπόθεση, όπως είχαμε πράξει και με την Εισαγγελία Πρωτοδικών για τα έως τώρα ευρήματά μας. Λοιπές πτυχές της υπόθεσης είναι ακόμη υπό διερεύνηση και σε αυτό το στάδιο δεν είναι σκόπιμο να κάνουμε παραπάνω σχόλια. Εξυπακούεται ότι εφόσον ζητηθεί από τις δικαστικές αρχές, θα συνδράμουμε τις έρευνές τους, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας».

Σε όλη αυτή τη διαδρομή διατυπώθηκαν πολλές απόψεις για δύο ενέργειες: τη γνωμοδότηση του τέως εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, καθώς και για τον τρόπο επιλογής των νέων μελών Ανεξάρτητων Αρχών από τη Βουλή. Ποια η δική σας θέση; 

«Και κατά το παρελθόν έχουν ανακύψει θέματα αρμοδιοτήτων μεταξύ εισαγγελικών αρχών και Ανεξάρτητων Αρχών. Θυμίζω την αντίθεση μεταξύ της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που είχε προκύψει το 2007 και είχε οδηγήσει σε παραίτηση τον τότε πρόεδρο της Αρχής Δημήτρη Γουργουράκη και πέντε μέλη της. Θα έλεγα ότι σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχει διαφορετική οπτική με την οποία προσεγγίζουν ορισμένα θέματα αφενός οι εισαγγελείς και αφετέρου οι Ανεξάρτητες Αρχές τόσο ως προς τα όρια των αρμοδιοτήτων τους όσο και ως προς τον τρόπο ερμηνείας και εφαρμογής των οικείων διατάξεων. Θα έλεγα ότι η ευρωπαϊκή κυρίως νομοθεσία, όπως και η νομολογία κυρίως του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχουν θέσει σε νέα βάση τα ατομικά δικαιώματα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τόσο από τις αρμόδιες αρχές όσο και από τους εισαγγελικούς και δικαστικούς λειτουργούς κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Ως προς τον τρόπο επιλογής των νέων μελών Ανεξάρτητων Αρχών, η δυσκολία στην εφαρμογή της αρχικής συνταγματικής διάταξης που απαιτούσε πλειοψηφία 4/5 της Διάσκεψης των προέδρων της Βουλής για τον ορισμό των μελών των συνταγματικά προβλεπόμενων Ανεξάρτητων Αρχών συνιστά αποτυχία του πολιτικού/κομματικού συστήματος και η μείωση της απαιτούμενης πλειοψηφίας σε 3/5 αποτελεί ομολογία της αποτυχίας αυτής και κατά τη γνώμη μου συνιστά οπισθοχώρηση. Σε κάθε περίπτωση, για το κύρος των Ανεξάρτητων Αρχών πρέπει να επιδιώκεται η μέγιστη δυνατή συμφωνία ανεξαρτήτως των ζητημάτων που αφορούν τον υπολογισμό της πλειοψηφίας των 3/5».

Ολοι συμφωνούμε ότι χρέος της Δικαιοσύνης είναι να ολοκληρώσει την έρευνά της σε σύντομο χρονικό διάστημα και να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Αν αυτό το αίτημα μείνει έωλο, τι θα σημαίνει αυτό για το «πολιτειακό μέλλον» της χώρας;  

«Σε αυτή την περίπτωση θα ενισχυθεί το πνεύμα αδιαφορίας ή και δυσπιστίας των πολιτών στη λειτουργία των θεσμών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Εχω πάντως εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη και δεν μπορώ να διανοηθώ ότι δεν θα κάνει το χρέος της».

Με βάση τη διαδρομή σας ως νομικού επιστήμονα, αλλά και με την εμπειρία σας από τη συγκεκριμένη υπόθεση, ποια θα θεωρούσατε ότι θα ήταν η αρμόζουσα θεσμική θωράκιση της Δημοκρατίας μας από τέτοια φαινόμενα στο μέλλον;  

«Για τη θωράκιση της Δημοκρατίας μας αρκεί η σωστή λειτουργία των θεσμών που υπάρχουν. Δεν έχω να προτείνω νέες θεσμικές ρυθμίσεις για τον σκοπό αυτόν».

Πηγή: Εντυπη έκδοση ΤΟ ΒΗΜΑ