Δύο κινήσεις της τελευταίας στιγμής δίνουν την δυνατότητα στους φορολογούμενους να ξεφουσκώσουν το εκκαθαριστικό της Εφορίας.

Πρόκειται γι’ αυτούς που διαπιστώνουν εκ των υστέρων λάθη ή παραλείψεις στους κωδικούς της φορολογικής δήλωσης που υπέβαλλαν, καθώς και εκείνοι που διαφωνούν με τα προσυμπληρωμένα από την ΑΑΔΕ στοιχεία για το ύψος των εισοδημάτων που απέκτησαν το 2022.

 

Ειδικότερα ανάλογα με τη περίπτωση υπάρχουν οι ακόλουθες επιλογές:

 

 

1.Λάθη ή παραλείψεις στη δήλωση: Οι φορολογούμενοι που υποβάλουν τη φορολογική τους δήλωση και διαπιστώνουν εκ των υστέρων λάθη ή και παραλείψεις στους κωδικούς που έχουν συμπληρώσει μπορούν να προχωρήσουν σε διορθώσεις με την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης χωρίς να απειλούνται με πρόστιμα. Υπάρχουν μάλιστα και περιπτώσεις που μια προσθήκη ή μια διόρθωση σε κάποιον κωδικό της δήλωσης περιορίζει τη φορολογική επιβάρυνση. Με βάση το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ο χρόνος υποβολής εμπρόθεσμων τροποποιητικών δηλώσεων λήγει κανονικά στις 30 Ιουνίου 2023. Αυτό σημαίνει ότι οι φορολογούμενοι μπορούν να υποβάλλουν διορθωτική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, συνυποβάλλοντας εφόσον υπάρχει υποχρέωση, το έντυπο Ε2 ή το έντυπο Ε3 τα οποία συνοδεύουν το έντυπο Ε1. Επισημαίνεται ότι στην τροποποιητική δήλωση δεν χρειάζεται να συμπληρωθούν από την αρχή όλοι οι κωδικοί της δήλωσης του αλλά να τροποποιηθούν η να συμπληρωθούν μόνο τα σημεία της αρχικής δήλωσης στα οποία υπάρχουν λάθη ή παραλείψεις. Ακόμη και μετά την λήξη της προθεσμίας υποβολής των δηλώσεων παρέχεται η δυνατότητα υποβολής τροποποιητικών δηλώσεων και δεν επιβάλλονται πρόστιμα εφόσον ο επιπλέον φόρος που θα προκύψει με την τροποποιητική δήλωση σε σχέση με την αρχική δήλωση δεν ξεπερνά τα 100 ευρώ.

 

2.Διαφωνίες με τα προσυμπληρωμένα στοιχεία της δήλωσης: Τα ποσά για τα εισοδήματα και τους φόροι που έχουν παρακρατηθεί εμφανίζονται προσυμπληρωμένα στους κωδικούς του εντύπου Ε1 της φορολογικής δήλωσης. Η προσυμπλήρωση γίνεται με βάση τα στοιχεία που κοινοποιούν στην ΑΑΔΕ οι εργοδοτικοί φορείς (ιδιώτες, δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία). Εάν είναι λανθασμένα και ο εργαζόμενος διαφωνεί, τότε οι σχετικές διορθώσεις διενεργούνται αποκλειστικά από τον κατά νόμο αρμόδιο φορέα-εργοδότη, στον οποίο πρέπει να απευθύνονται οι φορολογούμενοι. Δηλαδή, ο εργαζόμενος θα πρέπει να ζητήσει από τον εργοδότη να υποβάλει νέα δήλωση, προκειμένου να διορθωθούν τα τυχόν λάθη. Στην περίπτωση που δεν διορθωθούν τα όποια λάθη υπάρχουν στη βεβαίωση, σύμφωνα πάντα με τον εργαζόμενο, και λήγει η προθεσμία για την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, μπορεί να υποβάλει φορολογική δήλωση «με επιφύλαξη». Οι δηλώσεις με επιφύλαξη υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου και εντός χρονικού διαστήματος 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης οφείλουν οι φορολογούμενοι να προσκομίσουν στην εφορία τα απαραίτητα δικαιολογητικά που να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς τους και τον λόγο της επιφύλαξης προκειμένου να εκκαθαριστούν οι δηλώσεις και να εκδοθούν οι πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου από τις εφορίες εντός 90 ημερών από την υποβολή της δήλωσης. Σε περίπτωση που τα απαιτούμενα δικαιολογητικά δεν προσκομιστούν εντός της προθεσμίας των 30 ημερών, οι δηλώσεις εκκαθαρίζονται, χωρίς να ληφθεί υπόψη η επιφύλαξη, δεδομένου ότι, η επιφύλαξη δεν συνεπάγεται την αναστολή της είσπραξης του φόρου. Η επιφύλαξη δεν συνεπάγεται την αναστολή της είσπραξης του φόρου. Σε περίπτωση αποδοχής της επιφύλαξης, ο φόρος που τυχόν καταβλήθηκε αχρεωστήτως, επιστρέφεται.

 

Εκτός από τις παραπάνω κατηγορίες, πολλοί σύζυγοι διαπιστώνουν ότι θα πρέπει υποχρεωτικά να πάρουν φορολογικό διαζύγιο και να υποβάλλουν χωριστές φορολογικές δηλώσεις. Για τις περιπτώσεις αυτές οι σύζυγοι ή τα μέρη συμφώνου συμβίωσης θα πρέπει να γνωρίζουν ότι υποβάλλουν υποχρεωτικά χωριστή φορολογική δήλωση, ο καθένας για τα εισοδήματά του στις ακόλουθες περιπτώσεις:

 

– Έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης.

 

– Έχει λυθεί το σύμφωνο συμβίωσης κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης.

 

– Όταν ο ένας από τους δύο συζύγους ή ένα από τα δύο μέρη συμφώνου συμβίωσης είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση.

 

Για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης ή τη λύση του συμφώνου συμβίωσης το βάρος της απόδειξης φέρει ο φορολογούμενος