Γράφει η Δικηγόρος Ιφιγένεια Βασιλοπούλου
«Τα περιοριστικά μέτρα ισχύουν στο ακέραιο έως τις 4 Μαΐου» τονίζει με το, γνωστό πλέον σε όλους, αυστηρό του ύφος ο κύριος Χαρδαλιάς… Την ίδια όμως στιγμή, πληροφορούμαστε ότι αποφασίστηκε η σταδιακή –έστω- επαναλειτουργία της Δικαιοσύνης, με το άνοιγμα των Δικαστηρίων για συγκεκριμένες μόνο διαδικασίες, που σχετίζονται (οποία έκπληξις!) με την οικονομία και με δανειοδοτήσεις, όπως π.χ. η εγγραφή προσημειώσεων κλπ. Θα επαναλειτουργήσουν, δηλαδή, τα άμισθα και έμμισθα Υποθηκοφυλακεία της Χώρας, και τα τμήματα των Πρωτοδικείων και των Ειρηνοδικείων, που σχετίζονται με υποθέσεις και διαφορές κυρίως τραπεζικών συμφερόντων.
Εύλογα, λοιπόν, διερωτάται κανείς: όταν ο θανατηφόρος ιός που παραμονεύει εκεί έξω, καθιστά ακόμα απαγορευτική την ελεύθερη μετακίνηση των πολιτών, είναι δυνατόν την ίδια ώρα να αποφασίζεται η μερική επαναλειτουργία των Δικαστηρίων; Πώς να χαρακτηρίσει κανείς άραγε μια τέτοια απόφαση; …
Μάλλον οι Κυβερνητικές Αρχές, και παρά το ότι έως τώρα πραγματικά χειρίστηκαν με άριστο τρόπο την πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση, με αποτέλεσμα μάλιστα να αποτελέσουμε και διεθνές παράδειγμα, φαίνεται τις τελευταίες ημέρες να επιδεικνύουν επιλεκτικά πυγμή και αποφασιστικότητα, κάμπτοντας την αυστηρότητά τους, μπροστά στα συμφέροντα των τραπεζών με πρόφαση την επανεκκίνηση της οικονομίας, μέσω όμως της μερικής επαναλειτουργίας των Δικαστηρίων για υποθέσεις και μόνον εξασφάλισης των απαιτήσεών τους. Και επειδή όλοι κρινόμαστε και μέσα από την κριτική βελτιωνόμαστε, οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς και κυρίως αντικειμενικοί, χαιρετίζοντας τα θετικά και στηλιτεύοντας τα «κακώς κείμενα».
Βέβαια, ο –εύλογος κατά τα άλλα- αντίλογος είναι ότι το γενικό Lockdown δεν γίνεται να συνεχιστεί επ’ αόριστον. Σαφώς και δεν γίνεται. Κάποια στιγμή φυσικά και πρέπει να βγούμε από τα σπίτια μας και να επιστρέψουμε στην εργασία μας, και συγκεκριμένα εμείς οι δικηγόροι να επιστρέψουμε και στα Δικαστήρια. Ναι. Σίγουρα, ναι. Η βασική ερώτηση όμως, είναι, πότε πρέπει να επιστρέψουμε και υπό ποιες προϋποθέσεις.
Διότι, όταν τα Δικαστήρια, ακόμα και προ της πανδημίας, αποτελούσαν, δυστυχώς, μια υγειονομική βόμβα, λόγω, αφενός του πλήθους των εργαζομένων σε αυτά και της τεράστιας επισκεψιμότητάς τους, και αφετέρου λόγω των έλλειψης κατάλληλων και ασφαλών υγειονομικών συνθηκών και προϋποθέσεων, φανταστείτε τώρα, σε αυτήν την πρωτόγνωρη κατάσταση, πόσο πιθανό είναι οι δικαστηριακοί αυτοί χώροι να αποτελέσουν ίσως και την νούμερο ένα εστία διάδοσης του ιού. Και τότε είναι παραπάνω από βέβαιο πως, ό,τι χτίσαμε όλο αυτό το διάστημα, θα γκρεμιστεί σε μια στιγμή.
Αναφορικά με τα προληπτικά μέτρα που πρόκειται να ληφθούν για την επανεκκίνηση της Δικαιοσύνης, τα πρώτα σχέδια επαναλειτουργίας κάνουν λόγο για επιβολή προσωπικού εταιρειών ασφάλειας σε Δικαστήρια και Υποθηκοφυλακεία, οι οποίοι θα επιβλέπουν αν τηρούνται οι αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ των πολιτών και δικηγόρων, και θα ορίζουν την συχνότητα εισόδου στις εγκαταστάσεις. «Ένα άτομο ανά δέκα τετραγωνικά μέτρα» σε αίθουσες και κλειστούς χώρους δικαστηρίων, συστήνει ο κύριος Τσιόδρας. Επιπλέον συνιστά χρήση μασκών και αντισηπτικών για δικαστές, δικηγόρους και πολίτες και τήρηση απόστασης τουλάχιστον 1,5 μέτρου μεταξύ των ατόμων. Όλα αυτά όμως, είναι ήδη γνωστά στον πληθυσμό που δοκιμάζεται εδώ και ενάμιση μήνα. Στην θεωρία φαντάζουν ίσως εύκολα, στην πράξη όμως, φοβάμαι ότι είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν, εάν όχι αδύνατο.
Γνωρίζει άραγε κανείς από τους ιθύνοντες, ότι οι δικαστικές αίθουσες, αλλά και οι γραμματείες των Δικαστηρίων είναι πάρα πολύ μικρές στην συντριπτική τους πλειοψηφία;
Ότι ο αριθμός των υποθέσεων και συνακόλουθα των συνηγόρων και των πολιτών που παρίστανται σε κάθε συνεδρίαση, είναι δυσανάλογα μεγάλος των τετραγωνικών μέτρων μιας αίθουσας;
Ποιος άραγε θα ελέγχει την ροή εισόδου στις αίθουσες των Δικαστηρίων;
Ποιος άραγε θα ελέγχει την τήρηση των αποστάσεων μέσα στις δικαστικές αίθουσες, όταν δεν υπάρχουν καν ηλεκτρονικά νούμερα για την σειρά των υποθέσεων;
Ποιος άραγε εγγυάται και μας εξασφαλίζει ότι έχει γίνει, αλλά και ότι θα γίνεται τακτική απολύμανση των χώρων;
Ποιος άραγε θα προμηθεύει τους παριστάμενους με το απαραίτητο υλικό (μάσκες – γάντια και αντισηπτικά), στις περιπτώσεις εκείνες που κάποιος δεν θα είναι ήδη εφοδιασμένος;
Ποιος άραγε θα μας απαντήσει υπεύθυνα στα ερωτήματα αυτά;
Μέχρι τώρα, σοβαρή απάντηση δεν έχει δοθεί, και γι’ αυτό οι Δικηγόροι της Αθήνας –και όχι μόνο- θα απέχουμε από τα καθήκοντά μας την Τρίτη, 28 Απριλίου, ώστε, με επιτόπια μετάβαση εκπροσώπων του δικηγορικού σώματος σε Δικαστήρια και Υποθηκοφυλακεία, να διαπιστωθεί κατά πόσο μπορεί πράγματι να επανεκκινήσει η λειτουργία των δικαστηρίων με ασφάλεια για την υγεία όλων των συλλειτουργών της Δικαιοσύνης και εν γένει των πολιτών. Και φυσικά η αποχή πρέπει πάντοτε να αποτελεί το έσχατο μέσο αντίδρασης στις όποιες προκλήσεις δέχεται το δικηγορικό σώμα, και ειδικά τώρα, ενδεχόμενη αποχή και δη διαρκείας, μετά από ένα τόσο μεγάλο διάστημα παύσης εργασιών, θα απέβαινε καταστροφική. Η αποχή δεν είναι η λύση. Αυτό είναι ξεκάθαρο.
Όχι μόνο, λοιπόν, δεν έχουμε λάβει ακόμα σοβαρές απαντήσεις σε πολύ σοβαρά ερωτήματα… όχι μόνο δεν έχουμε λάβει ακόμα ουδεμία οικονομική ενίσχυση, παρόλο που όλο αυτό το διάστημα τα Δικαστήρια και τα γραφεία μας παραμένουν κλειστά… όχι μόνο υποστήκαμε τεράστιο διασυρμό και υποβιβασμό ως επιστημονικός κλάδος με το τεράστιο «φιάσκο» της κυβερνητικά επιβαλλόμενης «τηλεκατάρτισης», η οποία τέθηκε ως προαπαιτούμενο για την λήψη οικονομικής βοήθειας, πλήττοντας ανεπανόρθωτα το κύρος του δικηγορικού σώματος αλλά και την αξιοπρέπειά μας ως ατόμων που βιοποριζόμαστε από το επάγγελμά μας… αλλά καλούμαστε από τους πρώτους να επανέλθουμε στην όποια «κανονικότητα» με παρουσία στα ακροατήρια και στους δημόσιους χώρους των Δικαστηρίων, χωρίς να έχουν ληφθεί σοβαρά προληπτικά μέτρα για την διασφάλιση της δημόσιας υγείας.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η σταδιακή επαναφορά στην περιβόητη «κανονικότητα» είναι σαφώς επιβεβλημένη. Η επαναφορά όμως αυτή αποτελεί και την μεγαλύτερη πρόκληση για τις αρμόδιες Αρχές, οι οποίες καλούνται να χαράξουν τον δρόμο με υπευθυνότητα και ρεαλισμό. Το θέμα δεν είναι απλώς να επανέλθουμε στην όποια «κανονικότητα» (διότι η ζωή μας δεν θα είναι ποτέ ίδια με πριν)… το θέμα είναι να μην περάσουμε από το απόλυτο Lockdown στην ανοσία της αγέλης, εκτοξεύοντας με τον τρόπο αυτόν, τον αριθμό των θυμάτων σε μία ήδη χειμαζόμενη οικονομία.
Η λήψη προληπτικών μέτρων ατομικής και γενικής προστασίας είναι αυτονόητα επιβεβλημένη στην δυσκολότερη ίσως πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει ο καθένας από εμάς με διακύβευμα την ίδια τη ζωή του. Ας ελπίσουμε όμως να μην θυσιαστούν ανθρώπινες ζωές στον βωμό της οικονομικής και κοινωνικής πίεσης για επαναφορά στην ομαλότητα, και ας γίνει αυτή η πρωτόγνωρη απειλή και εμπειρία, εφαλτήριο για ατομική και κοινωνική ανασύνθεση. Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Τίποτα δεν έχει σημασία χωρίς το υπέρτατο αγαθό της Υγείας. Εν έτει 2020, το συνειδητοποιήσαμε με τον πιο άγριο τρόπο.