Εφετείο Πειραιώς -Αριθμός απόφασης 253/2023 –
Περίληψη:
Όταν ο μισθωτός έχει ληξιπρόθεσμη αξίωση κατά του εργοδότη σχετική με την παροχή της εργασίας του (κατ` εξοχήν για την καταβολή του μισθού) δικαιούται, ασκώντας το δικαίωμα επίσχεσης της εργασίας του, να αρνηθεί την εκπλήρωση της δικής του παροχής, απέχοντας από την εργασία του, ώσπου ο εργοδότης να εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει.
Η επίσχεση έχει ως συνέπεια ότι, αν και ο εργαζόμενος παύει να παρέχει την εργασία του, δεν είναι υπερήμερος αυτός, αλλά ο εργοδότης, ο οποίος έχει την υποχρέωση για όσο χρόνο διαρκεί η υπερημερία του, για όσο χρόνο, δηλαδή, δεν καταβάλει τις καθυστερούμενες αποδοχές, αν για τον λόγο αυτό ασκήθηκε η επίσχεση, να καταβάλλει στον εργαζόμενο τις αποδοχές του σαν να εργαζόταν αυτός κανονικά. Το δικαίωμα επίσχεσης της μέλλουσας να παρασχεθεί εργασίας του εργαζόμενου, όπως και κάθε άλλο δικαίωμα, υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 281 του ΑΚ.
Εξάλλου, για να είναι ορισμένος ο ισχυρισμός (ένσταση) της έκπτωσης αλλαχού κερδηθέντων του εργοδότη κατά της αγωγής του μισθωτού που διώκει την επιδίκαση μισθών υπερημερίας, πρέπει να προσδιορίζεται σε ποιον συγκεκριμένο εργοδότη απασχολήθηκε ο μισθωτός, το είδος της παρασχεθείσας εργασίας του και το ύψος των αποδοχών που είχε από την ενασχόληση του αυτή στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα της υπερημερίας του εργοδότη, ως και περιστατικά από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή του στοιχείου της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υπερημερίας του εργοδότη και της ωφέλειας που αποκόμισε ο εργαζόμενος.
Τέλος, για να είναι ορισμένη, η υποβαλλομένη από τον εναγόμενο εργοδότη ένσταση εξόφλησης των πάσης φύσεως αποδοχών και αξιώσεων του εργαζόμενου από την σχέση εργασίας, με την επίκληση σχετικής έγγραφης απόδειξης του μισθωτού, πρέπει να διαλαμβάνονται τα επί μέρους ποσά που καταβλήθηκαν για κάθε αιτία και ο χρόνος καταβολής αυτών. (πηγή: efeteio-peir.gr)