Δεκτή έγινε αίτηση αναίρεσης δικηγορικής εταιρείας κατά κοινοπραξίας μεγάλου έργου, λόγω μη λήψης υπόψη από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων τα οποία προσκόμισε η δικηγορική εταιρεία προς απόδειξη του ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ισχυρισμού της, ότι μεταξύ αυτής και της κοινοπραξίας είχε συναφθεί προφορική σύμβαση εντολής, χωρίς προσδιορισμό του ύψους της αμοιβής της, για τον χειρισμό υποθέσεων της τελευταίας (ΑΠ 554/2025).

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, η δικηγορική εταιρεία άσκησε αγωγή κατά της κοινοπραξίας και των τριών εταιρειών που συναποτελούν αυτήν, ζητώντας να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να καταβάλουν ως δικηγορική αμοιβή, βάσει των σχετικών διατάξεων του Ν.Δ. 3026/1954 ελλείψει ειδικής συμφωνίας για το ύψος της αμοιβής της, το συνολικό ποσό των 1.223.108,54 ευρώ, για την σύνταξη, κατάθεση, επίδοση και λοιπά έξοδα είκοσι τεσσάρων προσφυγών ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Οι δικαστικές αυτές υποθέσεις αφορούσαν την εκτέλεση του αναληφθέντος από την κοινοπραξία έργου «ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ 3 ΤΟΥ ΜΕΤΡΟ, ΧΟΛΑΡΓΟΣ, ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΕΙΟ, ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ».

Κατά τους ισχυρισμούς της δικηγορικής εταιρείας, οι ανωτέρω προσφυγές ασκήθηκαν κατά τα έτη 2009 έως 2012, κατ’ εντολή και για λογαριασμό κοινοπραξίας, η οποία σύμβαση εντολής καταρτίστηκε προφορικά το έτος 2009 και ανακλήθηκε αδικαιολόγητα το έτος 2013.

Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή, κρίνοντας ότι οι μεταξύ των διαδίκων σχέσεις διέπονται από μία έγγραφη σύμβαση εργολαβίας δίκης, σύμφωνα με την οποία η αναιρεσείουσα δικηγορική εταιρεία δικαιούται αμοιβής μόνο σε περίπτωση επίλυσης της διαφοράς, είτε κατά το στάδιο της προδικασίας είτε κατόπιν άσκησης ενδίκου μέσου, με την έκδοση δικαστικής απόφασης ή με δικαστικό ή εξώδικο συμβιβασμό ή με άλλο τρόπο.

Κατά την κρίση του εφετείου, ειδικότερα, η δικηγορική εταιρεία, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν απέδειξε ότι της δόθηκε η εντολή να προβαίνει, προς υποστήριξη των εννόμων συμφερόντων της κοινοπραξίας και των λοιπών εναγομένων μελών της, στη διατύπωση και σύνταξη αιτημάτων, ενστάσεων και αιτήσεων θεραπείας, στη διατύπωση, σύνταξη και άσκηση προσφυγών ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, στην πραγματοποίηση των οποίων στηρίζει τα κονδύλια που ζητεί με την ένδικη αγωγή της, και ότι για την παροχή των νομικών αυτών υπηρεσιών της δεν συμφωνήθηκε το ύψος της αμοιβής. Το δικαστήριο επεσήμανε, μάλιστα, ότι σύμφωνα με τις ειδικότερες εν προκειμένω συναλλακτικές συνήθειες, αλλά και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν υπήρχε περίπτωση εταιρείες όπως οι εναγόμενες, που αναλαμβάνουν κατ’ επάγγελμα την κατασκευή, τεραστίων οικονομικών μεγεθών, δημοσίων έργων, να αφήνουν χωρίς γραπτή σύμβαση το τόσο σημαντικό και οικονομικώς επαχθές τμήμα της συμφωνίας για τις παρεχόμενες σ’ αυτές νομικές υπηρεσίες.

Ωστόσο, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι το εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στο ανωτέρω πόρισμα, έλαβε υπόψη του σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προσκόμισε η δικηγορική εταιρεία.

Συγκεκριμένα, ο Άρειος Πάγος αμφιβάλλει εάν το εφετείο έλαβε υπόψη του (α) μία επιστολή του νομίμου εκπροσώπου μίας εκ των εταιρειών της κοινοπραξίας προς την δικηγορική εταιρεία, με την οποία ο τελευταίος αμφισβητεί την ύπαρξη έγγραφης σύμβασης παροχής νομικών υπηρεσιών ή εντολής μεταξύ της αναιρεσείουσας και της κοινοπραξίας και αναφέρει ότι οι συμβάσεις (εργολαβίας δίκης και παροχής νομικών υπηρεσιών με πάγια αντιμισθία) μεταξύ της αναιρεσείουσας και της δεύτερης αναιρεσίβλητης αφορούν τον χειρισμό υποθέσεων μόνο της τελευταίας, καθώς και (β) τιμολόγια και αποδείξεις παροχής υπηρεσιών που εξέδωσε η δικηγορική εταιρεία για τις αμοιβές που έλαβε, βάσει των διατάξεων του Κώδικα περί Δικηγόρων, από άλλες κοινοπραξίες, για τον χειρισμό υποθέσεών τους που αφορούσαν, επίσης, εκτέλεση αναληφθέντων από αυτές δημοσίων έργων.

Απόσπασμα απόφασης

Συνεπώς, υφίστατο μεταξύ των διαδίκων η από 30-10-2009 έγγραφη συμφωνία (η εργολαβική σύμβαση) ως προς την αμοιβή της ενάγουσας για τις αναφερόμενες στην αγωγή της προσφυγές, που άσκησε ενώπιον του (Πενταμελούς) Εφετείου Αθηνών, βάσει της οποίας και μόνο σε περίπτωση επιτυχούς, έστω και μερικώς, εκβάσεως έχει δικαίωμα απολήψεως του συμφωνηθέντος ποσοστού της και δεν έχει δικαίωμα λήψεως αμοιβής βάσει των διατάξεων περί ελαχίστων ορίων δικηγορικής αμοιβής σε περίπτωση ελλείψεως συμφωνίας, του Κώδικα περί Δικηγόρων, όπως αβασίμως ισχυρίζεται με την ένδικη αγωγή της….”, δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, ότι δηλαδή οι μεταξύ των διαδίκων σχέσεις διέπονταν από την με ημερομηνία 30-10-2009 σύμβαση εργολαβίας δίκης που είχε καταρτιστεί μεταξύ της αναιρεσείουσας δικηγορικής εταιρείας και της δεύτερης αναιρεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας (…), έλαβε υπόψη του 1) την από 19-9-2013 και με αριθ. πρωτ. Φ 102/7787 επιστολή του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης αναιρεσίβλητης (…), Σ. Γ., προς την αναιρεσείουσα δικηγορική εταιρεία, με την οποία (επιστολή) ο τελευταίος αμφισβητεί την ύπαρξη έγγραφης σύμβασης παροχής νομικών υπηρεσιών ή εντολής μεταξύ της αναιρεσείουσας και της πρώτης αναιρεσίβλητης κοινοπραξίας και αναφέρει ότι οι από 30-10-2009 δύο συμβάσεις (εργολαβίας δίκης και παροχής νομικών υπηρεσιών με πάγια αντιμισθία) μεταξύ της αναιρεσείουσας και της δεύτερης αναιρεσίβλητης (…) αφορούν τον χειρισμό υποθέσεων μόνο της τελευταίας, είχε προσκομιστεί δε η ως άνω επιστολή από την εφεσίβλητη και ήδη αναιρεσείουσα προς απόδειξη του ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ισχυρισμού της ότι μεταξύ αυτής και της αναιρεσίβλητης κοινοπραξίας είχε συναφθεί προφορικά σύμβαση εντολής, χωρίς προσδιορισμό του ύψους της αμοιβής της, για τον χειρισμό υποθέσεων της τελευταίας σχετιζομένων με την εκτέλεση του αναληφθέντος από αυτήν έργου “ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ 3 ΤΟΥ ΜΕΤΡΟ, ΧΟΛΑΡΓΟΣ, ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΕΙΟ, ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ” και 2) τα ανωτέρω υπό στοιχ. β’ έως στ’ αναφερόμενα έγγραφα (τιμολόγια και αποδείξεις παροχής υπηρεσιών που εξέδωσε η αναιρεσείουσα δικηγορική εταιρεία για τις αμοιβές που έλαβε, βάσει των διατάξεων του Κώδικα περί Δικηγόρων, από άλλες κοινοπραξίες, στις οποίες συμμετείχε η …, για τον χειρισμό υποθέσεών τους που αφορούσαν, επίσης, εκτέλεση αναληφθέντων από αυτές δημοσίων έργων), τα οποία είχε προσκομίσει η αναιρεσείουσα προς έμμεση απόδειξη του ιδίου ως άνω ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ισχυρισμού της.
Συνεπώς, είναι βάσιμος ο πρώτος λόγος αναίρεσης και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, λόγω δε της αναιρετικής εμβέλειας αυτού, παρέλκει η εξέταση του δευτέρου (τελευταίου) λόγου αναίρεσης εκ του αριθμού 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Συνακόλουθα, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλο Δικαστή εκτός από εκείνον που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να καταδικαστούν οι αναιρεσίβλητες, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, η οποία παραστάθηκε κατέθεσε προτάσεις (άρθρα 176, 180 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο areiospagos.gr.

Πηγή: lawspot.gr