Από τον: Άγγελο Τσιρώνη, προπτυχιακό φοιτητή Νομικής ΕΚΠΑ
Εισαγωγή
Ο όρος copaganda (cop=μπάτσος + propaganda=προπαγάνδα) χρησιμοποιείται, για να δηλώσει τις προπαγανδιστικές προσπάθειες για την διαμόρφωση της κοινής γνώμης για την αστυνομία ή την αντιμετώπιση της κριτικής της αστυνομίας και του αντιαστυνομικού αισθήματος. Ο όρος αυτός αν και χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες, τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει εντονότερα στο προσκήνιο στην Αμερική από ακτιβιστές του κινήματος «Black Lives Matter», για να κριτικάρουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για την υποστήριξη που παρείχαν –και παρέχουν μέχρι και σήμερα- στην αστυνομία, μετά την δολοφονία του George Floyd, ενός Αφροαμερικανού πολίτη, τον Μάιο του 2020 από αστυνομικό.
Ιστορική προέλευση του όρου
Παγκοσμίως το αστυνομικό ρεπορτάζ χαρακτηρίζεται ως ένα από τα πιο κλειστά επαγγέλματα στον χώρο της ενημέρωσης. Οι λόγοι που συμβαίνει αυτό είναι πολλοί, αλλά αν ξεχωρίζαμε κάποιους, σίγουρα θα λέγαμε την διατήρηση των προσωπικών δεδομένων των εμπλεκομένων προσώπων, αλλά και την προστασία της φήμης του κατηγορουμένου, καθώς η ποινική δικαιοσύνη στην πλειονότητα των χωρών οφείλει να σέβεται το τεκμήριο αθωότητας. Βέβαια το υλικό που προσφέρει το αστυνομικό ρεπορτάζ καλύπτει σημαντικά τμήματα ενός δελτίου ειδήσεων, αλλά και μιας εφημερίδας, όταν δεν υπάρχουν άλλα ενδιαφέροντα θέματα. Για τους παραπάνω λόγους θα λέγαμε ότι δημιουργείται μια σχέση εξάρτησης των δημοσιογράφων με την αστυνομία, η οποία εκτός από το μονοπώλιο στην νόμιμη άσκηση βίας, έχει κατακτήσει και το ολιγοπώλιο στη ροή πληροφοριών.1
Το φαινόμενο της Copganda χρονολογείται εδώ και περίπου έναν αιώνα και οι ρίζες του βρίσκονται στην Αμερική. Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι η έναρξη αυτού του φαινομένου συμπίπτει με την ενηλικίωση του Χόλιγουντ2 και την μετάβαση από τον βουβό στον ομιλούντα κινηματογράφο. Πριν το συμβάν αυτό, η αστυνομία αντιμετωπιζόταν από τους κωμικούς της εποχής, όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν και ο Μπάστερν Κίτον, ως ένα ανίκανο όργανο να επιβάλλει την τάξη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που τονίζει την ανικανότητα της αστυνομίας στις ταινίες του Κίτον, είναι η ταινία «cops» (=μπάτσοι), όπου ο πρωταγωνιστής παρά την δίωξή του από πολλούς αστυνομικούς, κατορθώνει να τους κλειδώσει όλους στο αστυνομικό τμήμα.
Με την πάροδο του χρόνου και ενώ το Χόλιγουντ μετατρεπόταν σε κολοσσό παραγωγής ταινιών οι αστυνομικές αρχές μπορούσαν να του προσφέρουν μια σειρά από πλεονεκτήματα. Μερικά από αυτά ήταν η παροχή πληροφοριών στους σεναριογράφους για το πώς έγιναν διάφορες εγκληματικές ενέργειες αλλά και από τον τόπο του εγκλήματος, προκειμένου να εμπλουτίζουν τα σενάρια των ταινιών τους. Ένα άλλο πλεονέκτημα ήταν η παροχή προστασίας σε διάφορους παραγωγούς, οι οποίοι ήταν συχνά μπλεγμένοι σε παράνομα κυκλώματα. Οι τελευταίοι ως αντάλλαγμα για όσα τους προσέφερε η αστυνομία, αναλάμβαναν τον εξωραϊσμό της εικόνας της από την βιομηχανία του θεάματος. Ακολούθησαν αμέτρητες σειρές και ταινίες, όπου η αστυνομία είχε πρωταγωνιστικό ρόλο και οι οποίες ξέπλεναν τις τυχόν βαναυσότητες, αλλά και αστοχίες της τελευταίας. Στο πιο πρόσφατο παρελθόν και συγκεκριμένα το διάστημα 2000-2015, η αστυνομική σειρά «CSI», που έκανε θραύση, σημειώνοντας υψηλά νούμερα τηλεθέασης στους τηλεοπτικούς δέκτες, τόσο της Αμερικής, αλλά και παγκοσμίως φαίνεται να απένεμε φόρο τιμής στις παλαιότερες και βάναυσες τεχνικές ανακρίσεων, όπως ήταν τα βασανιστήρια.
Η επιρροή της copaganda
Μια έρευνα του 2015 την οποία παρουσίασε το CNN υποστήριζε ότι «τηλεθεατές που παρακολουθούσαν πολλές αστυνομικές σειρές, ήταν πιο πιθανό να πιστεύουν, ότι η αστυνομία καταφέρνει να μειώσει την εγκληματικότητα, ότι χρησιμοποιεί βία μόνο όταν είναι απαραίτητο και ότι η παραβίαση των κανονισμών (κατά την διάρκεια της σύλληψης και της ανάκρισης) δεν οδηγεί σε ψευδείς καταθέσεις».3
Τόσο τα ΜΜΕ, όσο και οι πολιτικοί, παρακολουθούσαν με αμείωτο ενδιαφέρον την τόσο στενή σχέση του χώρου του θεάματος με την αστυνομία. Τα πρώτα το έκαναν, καθώς η αστυνομία τους είναι απαραίτητη για να τους παρέχει πληροφορίες, όσον αφορά το αστυνομικό ρεπορτάζ, το οποίο όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, καλύπτει πολλές φορές κενά που υπάρχουν στα δελτία ειδήσεων ή γεμίζει το τηλεοπτικό πρόγραμμα. Από την άλλοι οι πολιτικοί, προωθούσαν αυτήν την σχέση καθώς η υπερβολική προβολή εγκληματικών ενεργειών όξυνε το αίσθημα του φόβου στους πολίτες, με αποτέλεσμα να γίνεται όλο και πιο εύκολο να επιβληθεί ο νόμος και η τάξη υπό ένα καθεστώς τρόμου.
Όταν η προβολή αποτρόπαιων εγκλημάτων αυξάνεται όλο και περισσότερο, είναι λογικό κανείς να πιστεύει ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος ανά πάσα ώρα και στιγμή να πέσει και ο ίδιος θύμα, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η επιθυμία του για εντονότερη προστασία, η οποία μπορεί να επιτευχθεί κυρίως μέσω της αστυνομίας. Με αυτόν τον τρόπο οι πολιτικοί4 διασφαλίζουν την μείωση των αντιδράσεων κατά του σώματος της αστυνομίας αλλά ταυτόχρονα και την υπέρογκη χρηματοδότησή της. Μόνο ο ετήσιος προϋπολογισμός της αστυνομίας της Νέας Υόρκης έχει ξεπεράσει τα 11 δις δολάρια (κατ’ αναλογία η Ελλάδα δαπανά κατά μέσο όρο 6 με 8 δις ευρώ το χρόνο για το σύνολο των ενόπλων δυνάμεων μαζί με τον εξοπλισμό.)5
Τρόποι εντοπισμού της copaganda
Πάντα όταν γίνεται μια εγκληματική ενέργεια, αυτό που απασχολεί όλους τους ανθρώπους, πολλώ δε τους τηλεθεατές που πληροφορούνται για αυτήν, είναι από ποιον διαπράχθηκε, για ποιον λόγο και σε ποια περιοχή συνέβη το συμβάν. Με λίγα λόγια τους ενδιαφέρει η ταυτοποίηση του θύτη, οι προθέσεις του και ο τόπος του εγκλήματος, ώστε να νιώσουν ασφάλεια και ότι δεν κινδυνεύουν, αλλά και σε περίπτωση που δεν έχει συλληφθεί ο δράστης να είναι σε θέση να απομακρυνθούν με ασφάλεια και να ειδοποιήσουν τις αρχές σε περίπτωση που τον πετύχουν. Όταν όμως η κύρια είδηση δεν αφορά τον δράστη αλλά τον αστυνομικό πχ «αστυνομικός πυροβόλησε Ρομά, προκειμένου να αποτρέψει την κλοπή αυτοκινήτου, ύστερα από έντονη καταδίωξη», τότε αρχίζουμε να υποπτευόμαστε ότι πρόκειται για περίπτωση εφαρμογής της copaganda. Στο παράδειγμα που αναφέρθηκε η επιλογή των λέξεων δεν είναι τυχαία και οι αναγνώστες του άρθρου θα είναι σε θέση να καταλάβουν, αφού γίνει εκτενέστερη ανάλυση του τρόπου εντοπισμού της copaganda.
Όταν οι αστυνομικοί συντάκτες δεν βρίσκονται στον τόπο του εγκλήματος, χρησιμοποιούν σχεδόν αποκλειστικά πληροφορίες και διαρροές της αστυνομίας. Αυτό σημαίνει ότι η δημοσιογραφία δεν μπορεί να είναι αντικειμενική σε αυτές τις περιπτώσεις, καθώς σε περίπτωση ένοπλης καταδίωξης ενός δράστη από την αστυνομία, η τελευταία μπορεί να διαστρεβλώσει τις πληροφορίες που θα παρέχει ή αντίστοιχα να αποκρύψει μερικές, διαστρεβλώνοντας έτσι την αλήθεια, με σκοπό να προστατέψει τα μέλη του σώματος. Ακόμα οι συνεχείς αναφορές σε «ανώνυμες πηγές» και «απόρρητες εκθέσεις» της αστυνομίας, που ενισχύουν τις κεντρικές της θέσεις, δεν μπορούν να θεωρούνται αξιόπιστες.
Ακόμα ένα στοιχείο της copaganda, είναι όταν η αστυνομία και κυρίως η αντιτρομοκρατική, προσπαθεί να δαιμονοποιήσει τους συλληφθέντες προωθώντας συγκεκριμένες εικόνες. Αυτό γίνεται για παράδειγμα, όταν συνοδεύονται οι τελευταίοι με αλεξίσφαιρα γιλέκα, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος για την ζωή τους ή όταν τους φοράνε χειροπέδες χωρίς να υπάρχει κίνδυνος φυγής τους ή ακόμα και όταν γίνεται εντυπωσιακή είσοδος στα δικαστήρια ή στην ΓΑΔΑ συνοδεία πολλών αυτοκινήτων της ασφάλειας μπροστά από τις κάμερες, ενώ υπάρχει πίσω είσοδος στο κτίριο. Με αυτόν τον τρόπο προσβάλλεται και το τεκμήριο αθωότητας των συλληφθέντων, σύμφωνα με το οποίο ο άνθρωπος θεωρείται αθώος μέχρι να αποφανθεί με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία το Δικαστήριο ότι δεν είναι, καθώς με όλη αυτήν την προβολή και την έκταση που δίνουν τα ΜΜΕ, παρά την ενδεχόμενη αθωότητα του κατηγορουμένου, στήνεται ένα λαϊκό δικαστήριο που βγάζει εκ του προοιμίου συμπεράσματα περί της ενοχής του.
Είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι αστυνομικοί πραγματοποιούν καλές πράξεις και ανδραγαθήματα σε καθημερινή βάση. Η προβολή αυτών όμως περιορίζεται, μόνο όταν η αστυνομία έχει εκτεθεί και επιθυμεί να υπενθυμίσει το σπουδαίο έργο της στους πολίτες, με σκοπό να καλύψει το παράπτωμα στο οποίο υπέπεσε κάποιο από τα όργανά της. Όταν η αστυνομία εκτίθεται μέσω της άσκησης της βίας, οι αξιωματούχοι προσπαθούν να διατηρήσουν τον απόλυτο έλεγχο για το πώς θα προσδιορισθεί αυτή η πράξη στον δημόσιο λόγο. Έτσι ακολουθούν κάποια βήματα.
Αρχικά πρέπει να αποδειχθεί ότι το θύμα ήταν αυτό που προκάλεσε την εναντίον του αστυνομική βία με την παραβατική και βίαιη συμπεριφορά του. Αν αυτό δεν πετύχει και εξακολουθεί να μην δικαιολογείται η χρήση βίας από πλευράς αστυνομίας, τότε πρέπει το περιστατικό να εξατομικευθεί, να παρουσιαστεί δηλαδή σαν μεμονωμένο περιστατικό και όχι σαν μια ευρύτερη τακτική αστυνομικής βαναυσότητας. Αν ούτε αυτό πετύχει ακολουθείται η πρακτική του «bad apple» (=σάπιο μήλο). Με αυτήν την πρακτική ο συγκεκριμένος αστυνομικός ή η συγκεκριμένη ομάδα των αστυνομικών που παρέβησαν τους κανόνες της υπηρεσίας και τις εντολές του κέντρου επιχειρήσεων, λειτουργούν ως εξιλαστήρια θύματα και επωμίζονται το βάρος των ευθυνών μέσω κυρώσεων, με σκοπό να κατευνάσουν τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης.
Κλείνοντας με τους τρόπους εντοπισμού της copaganda, άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι ύστερα από δολοφονία ή τραυματισμό πολίτη από την αστυνομία δημοσιεύονται άρθρα που δαιμονοποιούν μερικές μειονότητες όπως οι Ρομά και οι τσιγγάνοι, ενώ πολλές φορές οι γενικόλογες πληροφορίες περί αυξήσεως της εγκληματικότητας που συνοδεύονται με εκκλήσεις για αύξηση του προϋπολογισμού της αστυνομίας, μπορούν να προκαλούν λαθεμένη αντίληψη για την πραγματικότητα, καθώς σε μια περιοχή ενδέχεται να έχουν μειωθεί οι ανθρωποκτονίες και να έχουν αυξηθεί απλώς οι μικροκλοπές.
Παραδείγματα εφαρμογής της copaganda στην Ελλάδα
Πλήρη εφαρμογή των βημάτων που αναφέρθηκαν παραπάνω, συναντάμε στην περίπτωση της δολοφονίας από την αστυνομία του 18χρονου Ρομά, Νίκου Σαμπάνη, τον Οκτώβριο του 2021. Ο τελευταίος συμμετείχε σε κλοπή αυτοκινήτου και μαζί με τους συνεργάτες του, αρνήθηκε να σταματήσει σε σήμα της αστυνομίας ενώ στην καταδίωξη που ακολούθησε εγκλωβίστηκαν από διερχόμενο λεωφορείο.6 Η ανακοίνωση της αστυνομίας ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι: «Στην προσπάθειά τους να διαφύγουν, οι δράστες πραγματοποίησαν κίνηση όπισθεν και εμβόλισαν πέντε δίκυκλα ομάδων ΔΙ.ΑΣ. τραυματίζοντας συνολικά 7 αστυνομικούς. Οι αστυνομικοί έκαναν χρήση όπλου επιχειρώντας να ακινητοποιήσουν το όχημα, με αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό του οδηγού και τον τραυματισμό ενός εκ των επιβαινόντων».
Η ανακοίνωση είναι σχεδόν στο σύνολό της ψευδής, αφού όπως αποδείχτηκε:
- Ο νεκρός δεν καθόταν στην θέση του οδηγού
- Κανένας αστυνομικός δεν τραυματίστηκε. Όπως προέκυψε μάλιστα από βίντεο που κυκλοφόρησε λίγες ημέρες αργότερα, το κέντρο επιχειρήσεων το γνώριζε από την πρώτη στιγμή.7
- Οι αστυνομικοί άνοιξαν πυρ κατά την κίνηση του οχήματος σε στιγμή που κανείς τους δεν διέτρεχε κίνδυνο για την ζωή του και με τρόπο (ευθείες βολές) που δεν αποσκοπούσε στην ακινητοποίηση του οχήματος αλλά στην εξουδετέρωση των επιβατών.
Ακόμα στο δελτίο τύπου δεν αναφερόταν ότι οι αστυνομικοί πυροβόλησαν 36 φορές σε κατοικημένη περιοχή και ότι είχαν αγνοήσει ρητή εντολή του κέντρου επιχειρήσεων να διακόψουν την καταδίωξη, όπως αποδείχτηκε αργότερα. Επίσης δεν έγινε αναφορά στο ότι τα θύματα της αστυνομίας ήταν άοπλοι και ανήλικοι. Μάλιστα ο δικηγόρος της οικογένειας του θύματος αποκάλυψε αργότερα ότι η αστυνομία μέσω του διαβιβαστικού της δικογραφίας παρουσίαζε το θύμα γεννημένο το 2001, ενώ επίσημα έγγραφα έδειχναν ότι είχε γεννηθεί το 2003 και συνεπώς ήταν μόλις 18 ετών. Τέλος το γραφείο τύπου της αστυνομίας κατάφερε οι πρώτοι τίτλοι που κυκλοφόρησαν στα ΜΜΕ να κάνουν λόγο για τον τραυματισμό 7 αστυνομικών, ενώ αρκετά ΜΜΕ πρόσθεσαν τον δικό τους παραμορφωτικό φακό στην ιστορία παρουσιάζοντας το θύμα ως επιτιθέμενο, χωρίς να διευκρινίζουν ποιος σκοτώθηκε.
Άξιο αναφοράς είναι και το χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής της copaganda στην Νέα Σμύρνη τον Μάρτιο του 2021 κατά την περίοδο της καραντίνας, όπου άντρας της ΕΛΛΑΣ χρησιμοποίησε υπέρμετρη βία κατά πολίτη. Μετά από αυτό το συμβάν πολλά ΜΜΕ πρόβαλαν τόσο στην τηλεόραση όσο και στον τύπο θέματα για τα οποία οι αστυνομικοί ήταν άξιοι συγχαρητηρίων, όπως η προσφορά πρώτων βοηθειών σε τραυματίες ή το άνοιγμα δρόμων για να περάσουν ασθενοφόρα, οι οποίες πράξεις βέβαια προκαλούσαν πολλά ερωτηματικά ως προς την χρονική στιγμή της παρουσίασής τους.
Επίλογος
Σε κάθε περίπτωση η αστυνομία είναι ένα σώμα ασφαλείας που έχει ως αποστολή την άσκηση της γενικής αστυνόμευσης και τροχαίας, την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος και την προστασία του ελληνικού κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος στα πλαίσια της συνταγματικής τάξης. Ο ρόλος της είναι πολύ σημαντικός και το έργο της σε μεγάλο βαθμό αποδοτικό. Η εφαρμογή της copaganda και γενικότερα της προπαγάνδας παρόλα αυτά θα λέγαμε ότι είναι η αχίλλειoς πτέρνα τόσο της αστυνομίας όσο και της δημοκρατίας γενικότερα, καθώς με αυτόν τον τρόπο καταστρατηγείται το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της πληροφόρησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 5Α του συντάγματος.
Παραπομπές:
- Βλ. Άρης Χατζηστεφάνου, «Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση, πώς τις εντοπίζουμε» ιγ΄έκδοση, σελ 42
- Βλ. Άρης Χατζηστεφάνου, «Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση, πώς τις εντοπίζουμε» ιγ΄έκδοση, σελ 44
- Copaganda – How Cop Shows Lie to You / The Daily Social Distancing Show. You Tube, χρήστης «The Daily Show with Trevor Noah», ανάρτηση 26.6.2020 https://youtu.be/s_L-ingGsxY?si=tw_ClFgdhpiXEOv3
- κυρίως αναφερόμαστε στην Αμερική, αλλά η copaganda τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται και σε άλλες χώρες
- Learish, Jessica. «Defund the police? Police budgets of major U.S. cities». CBS News, 30.9.2021
- Παράδειγμα από: Άρης Χατζηστεφάνου, «Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση, πώς τις εντοπίζουμε» ιγ΄έκδοση, σελ 49-50
- «”Δεν υπάρχουν τραυματίες αστυνομικοί” ακούγεται σε νέο βίντεο για την υπόθεση στο Πέραμα». The Press Project, 23.10.2021.