«Συνέταιρος» στα έσοδα από τις πωλήσεις ακινήτων γίνεται η εφορία ακόμα και για ρυθμισμένα χρέη προς το Δημόσιο, παρακρατώντας σημαντικό μερίδιο από το τίμημα που εισπράττει ο οφειλέτης.
Τα λεφτά εισπράττονται στο «παρά ένα» της έκδοσης του πιστοποιητικού ενημερότητας που είναι απαραίτητο για τη μεταβίβαση του ακινήτου και με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται η αποπληρωμή των «κόκκινων οφειλών», ρυθμισμένων ή αρρύθμιστων. Σύμφωνα με τον νόμο, η εφορία έχει τη δυνατότητα να παρακρατήσει έως και το 70% του εισπραχθέντος ποσού.
Για παράδειγμα, αν κάποιος φορολογούμενος με ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 15.000 ευρώ πουλάει ακίνητο αντικειμενικής αξίας 40.000 ευρώ, η εφορία θα κρατήσει από το τίμημα των 40.000 ευρώ τις 15.000 ευρώ, δηλαδή το σύνολο των ρυθμισμένων οφειλών.
Εάν όμως ο φορολογούμενος έχει μη ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 35.000 ευρώ, η εφορία θα κρατήσει ποσό ίσο με το 70% του τιμήματος, δηλαδή 28.000 ευρώ από τις 40.000 ευρώ.
Το μέτρο έχει σηκώσει θύελλα αντιδράσεων, με τους ιδιοκτήτες ακινήτων να αντιμάχονται την άδικη αντιμετώπιση της φορολογικής αρχής που εξισώνει τους συνεπείς οφειλέτες με τους ασυνεπείς. Μάλιστα, όπως υποστηρίζουν, η συγκεκριμένη αντιμετώπιση ευνοεί τις συναλλαγές κάτω από το τραπέζι, καθώς μόνο λίγοι δεν είναι οι οφειλέτες που μπαίνουν στο δίλημμα να εμφανίσουν κατώτερο τίμημα πώλησης στα συμβόλαια για να γλιτώσουν από το μακρύ χέρι της εφορίας.
Οι προτάσεις που είχαν μπει το προηγούμενο διάστημα στο τραπέζι και προέβλεπαν εφαρμογή κλιμακωτών και μειωμένων συντελεστών παρακράτησης σε συνάρτηση με το προφίλ, το εισόδημα αλλά και το ύψος των χρεών του οφειλέτη δεν προχώρησαν, με αποτέλεσμα να παραμένει η εκκρεμότητα.
Μέχρι τότε, οι ισχύουσες διατάξεις ορίζουν ότι, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει ενταχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών ή έχει οφειλές μη ληξιπρόθεσμες ή σε αναστολή, δύναται να εκδοθεί αποδεικτικό ενημερότητας περιορισμένης ισχύος, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τον έναν μήνα.
Η φορολογική διοίκηση και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη σε πρόγραμμα ρύθμισης ορίζει υποχρεωτικά όρο παρακράτησης στις περιπτώσεις που το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία. Το παρακρατούμενο ποσό λαμβάνεται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων, σύμφωνα με το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών.
Ειδικά για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία, το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται με ποσό παρακράτησης ποσοστού 70% επί του τιμήματος, εφόσον το τίμημα δεν υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας, και έως το ύψος των ληξιπρόθεσμων ρυθμισμένων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση.
Εάν υφίστανται ληξιπρόθεσμες οφειλές σε αναστολή άνω των 50.000 ευρώ, ορίζεται ποσοστό παρακράτησης 50% επί του τιμήματος, εφόσον αυτό δεν υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας, και έως το ύψος των συνολικών οφειλών σε αναστολή.
Εάν το τίμημα υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας και το ποσό της παρακράτησης, υπολογιζόμενο επί του τιμήματος, είναι μικρότερο των οφειλών, εκδίδεται αποδεικτικό ενημερότητας με υπολογισμό του ποσού της παρακράτησης επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου και υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό της παρακράτησης που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτόν δεν υπερβαίνει το τίμημα.