Την πρώτη του δημόσια τοποθέτηση μετά τον ντόρο αντιδράσεων που προκάλεσε η δημοσιοποίηση καταγγελίας που αφορά σε βιασμό και κακοποίηση από πλευράς του, έκανε σήμερα 20/04 ο ευρωβουλευτής Αλέξης Γεωργούλης δια μέσω των συνηγόρων υπεράσπισης του.
Η πλευρά Γεωργούλη απορρίπτει όπως αναφέρει -σχετικά η ανακοίνωση- τις κατηγορίες της κ. Χρονοπούλου ενώ εμμέσως πλην σαφώς συνδέει χρονικά τη δημοσίευση της υπόθεσης με τις επερχόμενες εκλογές.
Όπως υποστηρίζουν επίσης οι δικηγόροι, δεν έχουν πρόσβαση στη δικογραφία λόγω του απορρήτου της διαδικασίας καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η έρευνα.
«Ο Αλέξης Γεωργούλης», τονίζουν, «έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στις βελγικές αρχές για την αποκατάσταση της αλήθειας»
Ολόκληρη η ανακοίνωση των Βέλγων συνηγόρων του:
«Στις αρχές Απριλίου του 2023, ο Αλέξης Γεωργούλης εξεπλάγην όταν του γνωστοποιήθηκε -με αφορμή το αίτημα για άρση της κοινοβουλευτικής του ασυλίας- ότι η κ. Χρονοπούλου είχε καταθέσει καταγγελία εναντίον του κατηγορώντας τον για απρεπείς πράξεις, που φέρεται να έγιναν τον Ιανουάριο του 2020, στις Βρυξέλλες. Αυτοί οι ισχυρισμοί αμφισβητούνται. Ο κ. Γεωργούλης απορρίπτει τις κατηγορίες της κ. Χρονοπούλου.
Ο Αλέξης Γεωργούλης έχει ζητήσει την άρση της βουλευτικής του ασυλίας ώστε να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση αυτή. Έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στις βελγικές αρχές για την αποκατάσταση της αλήθειας. Μέσω των δικηγόρων του, ζήτησε να ακουστεί από τις ανακριτικές υπηρεσίες προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για τις κατηγορίες αυτές. Αναμένει αυτή την κλήση, παραμένει στη διάθεση των βελγικών αρχών και ελπίζει ότι αυτό μπορεί να γίνει το συντομότερο δυνατό.
Ο κ. Γεωργούλης δεν μπορεί παρά να ανησυχεί για τη χρονική στιγμή αυτής της έρευνας και λυπάται βαθύτατα. Πράγματι, ενώ τα γεγονότα και η καταγγελία χρονολογούνται από το 2020, είναι λυπηρό το ότι μόλις 3 χρόνια αργότερα η καταγγελία αυτή δημοσιοποιείται – ακριβώς λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές στην Ελλάδα.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η βελγική νομοθεσία κατοχυρώνει το απόρρητο της έρευνας και δεν επιτρέπει την αποκάλυψη του περιεχομένου μιας προκαταρκτικής έρευνας στο κοινό.
Ο κ. Γεωργούλης και οι συνήγοροί του δεν είχαν πρόσβαση στον φάκελο και δεν θα προχωρήσουμε σε κανένα περαιτέρω σχόλιο σε αυτό το στάδιο».
«Η δίκη θα γίνει στο Βέλγιο»
Λίγη ώρα νωρίτερα ο ποινικολόγος Κώστας Ντάλτας είχε αναφερθεί στη μυστικότητα της έρευνας. «Κάνω έκκληση οι νομικοί, εφόσον είναι αντικείμενο που δεν το γνωρίζουν, να μην το προσεγγίζουν με εικασίες. Έχω δει να υπάρχουν δεδομένα που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ο ευρωπαίος εισαγγελέας δε θα παρέμβει στην υπόθεση αυτήν. Αφορά αυστηρά αδικήματα κατά του προσώπου και των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ. Η δίκη θα γίνει στο Βέλγιο χωρίς καμία αμφιβολία», είπε.
Σύμφωνα με τον κ. Ντάλτα, οι δικηγόροι του Αλέξη Γεωργούλη δεν πρόκειται να λάβουν τη δικογραφία, πριν αρθεί η ασυλία του. «Δεν υπάρχει άρση της ασυλίας, δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα υπάρχει πρόσβαση στη δικογραφία. Για να υπάρχει πρόσβαση στη δικογραφία θα πρέπει να προσλάβει την ιδιότητα του κατηγορουμένου για να ασκήσει δικαιώματα. Δεν του δίνουν έγγραφα της δικογραφίας, μπορεί να το κάνουν, αλλά δεν είναι υποχρεωμένοι. Χωρίς να έχει την ιδιότητα του κατηγορουμένου, δεν μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματά του», σημείωσε ίδιος.
Η καταγγελία της Χρονοπούλου
Σε ανάρτηση μετά τη δημοσιοποίηση της καταγγελίας εις βάρος του Αλέξη Γεωργούλη η Ελένη Χρονοπούλου έδωσε τη δική της διάσταση για το θέμα που έχει προκαλέσει σάλο αντιδράσεων.
Η νεαρή δικηγόρος, κατηγορεί συγκεκριμένα τον ευρωβουλευτή για τα αδικήματα του βιασμού και της πρόκλησης σωματικής βλάβης, ενώ όπως υποστηρίζει τον κατήγγειλε πριν από 3 χρόνια, το 2020.
Στην ανάρτησή της αναφέρει συγκεκριμένα:
Πριν από 3 χρόνια, στις αρχές του 2020, προχώρησα σε καταγγελία κατά συγκεκριμένου Έλληνα ευρωβουλευτή για τα αδικήματα του βιασμού και της πρόκλησης σωματικής βλάβης.
Ήξερα από την πρώτη στιγμή ότι αυτή η διαδικασία ενδεχομένως θα αποβεί επώδυνη για εμένα, την οικογένεια μου, τους οικείους μου, όπως δυστυχώς πολύ συχνά συμβαίνει με τα θύματα τέτοιων συμπεριφορών. Το έπραξα όμως θεωρώντας ότι το οφείλω στον εαυτό μου αλλά και σε κάθε γυναίκα που μπορεί να βρεθεί σε ανάλογη θέση.
Η καταγγελία μου έγινε την επόμενη μέρα του συμβάντος προσκομίζοντας τα απαραίτητα στοιχεία (ιατροδικαστικές εκθέσεις, κ.α.) και 4 μήνες μετά, τον Μάιο 2020, ένιωσα έτοιμη να δώσω και το όνομα του θύτη στις βελγικές αρχές, οι οποίες είναι και οι μόνες αρμόδιες για το χειρισμό της υπόθεσης.
Τα 3 αυτά χρόνια επέλεξα απολύτως συνειδητά να αντιμετωπίσω το ζήτημα μόνο με τους δικηγόρους μου, χωρίς να ενημερώσω κανέναν άλλο, ούτε καν την οικογένειά μου την οποία προσπάθησα να προστατεύσω με κάθε τρόπο. Η δε δημοσιοποίηση του γεγονότος τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή έγινε μετά το επίσημο αίτημα των βελγικών αρχών για άρση ασυλίας του ευρωβουλευτή μετά από ενδελεχή εξέταση της υπόθεσης.
Η χθεσινή διαρροή του ονόματός μου έγινε προφανώς χωρίς τη συναίνεσή μου και αποτελεί από μόνη της μια σοβαρότατη παραβίαση της ιδιωτικότητάς μου αλλά και της ποινικής διαδικασίας. Είναι δε λυπηρό κάποιοι που παριστάνουν τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στο βωμό της πολιτικής διαχείρισης, να με βάζουν στη δίνη χυδαίων και εξοργιστικών επιθέσεων.
Στην πολιτική βρίσκομαι για να παλέψω, μέσα από το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ, για τις ιδέες και τις αρχές μου και δεν επιθυμώ η όποια δημόσια παρουσία μου να καθορίζεται από αυτή την δυσάρεστη για μένα υπόθεση.
Έχει έρθει ο καιρός το αίσθημα ντροπής και ενοχής να μη βαραίνει τα θύματα, αλλά τους δράστες ανάλογων περιστατικών και όσους τους ανέχονται.