Της Κωνσταντίνας Καλούτσα
Τους τελευταίους μήνες οι γονικές παροχές έχουν έλθει στο προσκήνιο
λόγω της ευνοϊκής φορολογικής τους μεταχείρισης. Κατά το άρθρο 1509
του Αστικού Κώδικα, ως γονική παροχή ορίζεται η παροχή περιουσίας
σε τέκνο από οποιονδήποτε γονέα του, είτε για τη δημιουργία ή τη
διατήρηση οικονομικής ή οικογενειακής αυτοτέλειας είτε για την έναρξη
ή την εξακολούθηση επαγγέλματος, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσόν
δεν υπερβαίνει το μέτρο το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις. Από το
νομοθετικό ορισμό προκύπτει ότι γονική παροχή είναι νοητή μόνο από
γονέα προς τέκνο, αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων
σκοπών και μόνο μέχρι το μέτρο το οποίο ορίζει η συγκεκριμένη διάταξη·
διαφορετικά, το υπερβάλλον ποσό αποτελεί δωρεά.
Έτσι, αποφασιστικό στοιχείο προκειμένου να κριθεί εάν μια γονική
παροχή αποτελεί τελικά δωρεά είναι το «μέτρο το οποίο επιβάλλουν
οι περιστάσεις». Πρόκειται για μια αόριστη νομική έννοια η οποία
ερμηνεύεται και εξειδικεύεται από τα δικαστήρια (ενδεικτικά: αποφάσεις
408/2020 Εφετείου Πειραιώς και 1248/2009 Αρείου Πάγου). Οι δε
«περιστάσεις» προς τις οποίες πρέπει να είναι ανάλογη η γονική παροχή
μπορεί να είναι η οικονομική (περιουσιακή) κατάσταση του γονέα και η
κοινωνική του θέση κατά τη σύσταση της παροχής, ο αριθμός των τέκνων,
η ηλικία και οι ανάγκες των τέκνων, η ανάγκη του τέκνου προς το οποίο
γίνεται η παροχή σε σχέση και με την οικονομική κατάσταση των άλλων
τέκνων και οι άλλες υποχρεώσεις του γονέα οι οποίες συναρτώνται με
την οικογενειακή του κατάσταση (ενδεικτικά: αποφάσεις 453/2021,
1257/2020, 2180/2014, 1248/2009, 491/2009 και 518/2006 Αρείου Πάγου).
Απορία του τέκνου δεν απαιτείται για τη σύσταση της γονικής παροχής
(ενδεικτικά: αποφάσεις 1257/2020 και 1658/2012 Αρείου Πάγου).
Αρκεί μόνο η συνδρομή ανάγκης με τις παραπάνω προϋποθέσεις του
άρθρου 1509 του Αστικού Κώδικα, δηλαδή, η δημιουργία ή διατήρηση
οικονομικής ή οικογενειακής αυτοτέλειας είτε η έναρξη ή εξακολούθηση
επαγγέλματος. Αν δε συντρέχει περίπτωση ανάγκης, τότε η παροχή έχει
την έννοια της δωρεάς (ενδεικτικά: αποφάσεις 238/2020, 1257/2020 και
2180/2014 Αρείου Πάγου).
Η γονική παροχή αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον και κατά την κληρονομική
διαδοχή, διότι εγείρεται το ζήτημα του ποια θα είναι η τύχη της σε
περίπτωση κατά την οποία ο κληρονομούμενος με τις εν ζωή περιουσιακές
επιδόσεις του υπό τη μορφή γονικών παροχών προς το τέκνο ή τα τέκνα
του προσβάλει τη νόμιμη μοίρα κάποιου μεριδούχου. Εμπίπτει, δηλαδή, η
γονική παροχή στη μέμψη άστοργης δωρεάς;
Κατ’ αρχάς, ως νόμιμη μοίρα ορίζεται η εκ του νόμου αναγκαστική
διαδοχή ακόμη και παρά τη θέληση του κληρονομουμένου, συνιστά δε
τον τρίτο λόγο κληρονομικής διαδοχής, μετά την εκ διαθήκης και την
εξ αδιαθέτου, και ρυθμίζεται στα άρθρα 1825 και επόμενα του Αστικού
Κώδικα. Η νόμιμη μοίρα συνιστά αναγκαστικό δίκαιο (ius cogens) και,
άρα, οι σχετικές ρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να παρακαμφθούν από τη
βούληση του κληρονομουμένου.
Σύμφωνα με το άρθρο 1825 του Αστικού Κώδικα, ως νόμιμοι μεριδούχοι
προβλέπονται οι κατιόντες, οι γονείς του κληρονομουμένου, καθώς
και ο ή η σύζυγος που επιζεί· το ύψος δε της νόμιμης μοίρας τους
αντιστοιχεί στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας τους. Στο σημείο αυτό
αξίζει να αναφερθεί ότι το άρθρο 8 του Νόμου 4356/2015 προβλέπει ότι
οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα σχετικά με τα κληρονομικά δικαιώματα
των συζύγων εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση των προσώπων
τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον κληρονομούμενο.
Σημειώνεται, μάλιστα, ότι επιτρέπεται παραίτηση από τη νόμιμη μοίρα
εκ μέρους ενός συμβίου ήδη από το χρόνο κατάρτισης του συμφώνου
συμβιώσεως, σε αντίθεση με τον προγενέστερο Νόμο 3719/2008, ο οποίος
δεν περιείχε σχετική πρόβλεψη. Αυτή η ρύθμιση αποτελεί μια καινοτομία,
καθώς γενικώς γίνεται δεκτό ότι παραίτηση από τη νόμιμη μοίρα δε
χωρεί πριν το θάνατο του κληρονομουμένου, κατά ανάλογη εφαρμογή
του άρθρου 1851 εδ. α’ του Αστικού Κώδικα, αφού πριν την επαγωγή
είναι άγνωστο αν και σε ποιο βαθμό προσβάλλεται η νόμιμη μοίρα. Από
τον κύκλο των προσώπων υπέρ των οποίων επιφυλάσσεται το δικαίωμα
στη νόμιμη μοίρα συνάγεται ότι ο νομοθέτης επιδιώκει να εξασφαλίσει
στους στενούς συγγενείς του κληρονομουμένου ένα ελάχιστο οικονομικό
υπόβαθρο για την καλύτερη διαβίωσή τους, εξαίροντας, κατά τον τρόπο
αυτόν, την αξία της οικογένειας και το σημαντικό κοινωνικό ρόλο τον
οποίο επιτελεί. Σε άλλες έννομες τάξεις, όπως στην Αγγλία, δεν υπάρχουν
αντίστοιχοι περιορισμοί στην ελευθερία του διατιθέναι ή μπορεί να είναι
περιορισμένης έκτασης.
Σε περίπτωση προσβολής του δικαιώματος της νόμιμης μοίρας, ο
μεριδούχος μπορεί να ασκήσει αγωγή περί κλήρου ή αγωγή για μέμψη
άστοργης δωρεάς, η οποία θα εξεταστεί στο παρόν άρθρο. Η μέμψη
άστοργης δωρεάς τυγχάνει εφαρμογής όταν η νόμιμη μοίρα προσβάλλεται
από εν ζωή χαριστικές παροχές του κληρονομουμένου και ρυθμίζεται
στα άρθρα 1835-1838 του Αστικού Κώδικα. Ουσιαστικά, πρόκειται για
τη δικαστική επιδίωξη ανατροπής χαριστικών παροχών, η οποία δεν
επέρχεται αυτοδικαίως, καθώς πρέπει να διαγνωσθεί από το δικαστήριο
αν η επίδικη χαριστική παροχή προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα και σε ποιο
μέτρο.
Επανερχόμενοι στο αρχικό ερώτημα περί της σχέσης γονικής παροχής
και μέμψης άστοργης δωρεάς, κατά πάγια νομολογία, από την αγωγή για
μέμψη εξαιρείται η γονική παροχή μόνο μέχρι το ύψος εκείνο το οποίο δεν
υπερβαίνει το μέτρο το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις. Η παράμετρος
αυτή κρίνεται ad hoc σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, το υπερβάλλον
δε ποσό θεωρείται δωρεά και μπορεί να προσβληθεί (ενδεικτικά:
αποφάσεις 23/2015 και 2180/2014 Αρείου Πάγου). Έτσι, η γονική παροχή
εξαιρείται από την ανατροπή, ακόμη και αν θίγεται η νόμιμη μοίρα ενός
μεριδούχου, αφού, κατά το άρθρο 1835 του Αστικού Κώδικα, σε μέμψη
υπόκεινται μόνο οι δωρεές (ενδεικτικά: αποφάσεις 307/2019, 491/2009,
518/2006 Αρείου Πάγου και 164/2020 Εφετείου Δωδεκανήσου). Ωστόσο,
πρέπει να αναφερθεί, επίσης, ότι η γονική παροχή υπολογίζεται σε όλη
της την έκταση λογιστικά στην κληρονομία για τον προσδιορισμό της
νόμιμης μοίρας, ως αποτελούσα χωρίς αντάλλαγμα παραχώρηση του
κληρονομουμένου όσο ζούσε προς μεριδούχο (ενδεικτικά: αποφάσεις
135/2017 και 2014/2014 Αρείου Πάγου). Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί
ότι μεγάλο μέρος της θεωρίας έχει υποστηρίξει την άποψη ότι η μέμψη
άστοργης δωρεάς πρέπει να καταλαμβάνει και τις γονικές παροχές.
Συνοψίζοντας, κατά τη γνώμη της γράφουσας, η προεκτεθείσα νομολογία
του Αρείου Πάγου η οποία εξαιρεί από τη μέμψη άστοργης δωρεάς τη
γονική παροχή είναι ορθή, διότι είναι συνεπής τόσο γραμματικά με τη
διάταξη του άρθρου 1835 του Αστικού Κώδικα όσο και τελολογικά σε
σχέση με την προνομιακή μεταχείριση η οποία επιφυλάσσεται στη γονική
παροχή με τον αποκλεισμό των διατάξεων για τη δωρεά και πλέον με την
ευνοϊκή φορολογική αντιμετώπισή της. Ωστόσο, το αν μια περιουσιακή
επίδοση συνιστά γονική παροχή ή δωρεά θα κριθεί από το δικαστήριο,
το οποίο θα αξιολογήσει και θα σταθμίσει τις ειδικές περιστάσεις της
κάθε ξεχωριστής περίπτωσης και θα κρίνει ποια είναι η αληθής νομική
φύση της υπό κρίση περιουσιακής επίδοσης. Ενυπάρχει, λοιπόν, πάντα
ο κίνδυνος μια γονική παροχή να θεωρηθεί κατά ένα μέρος της ή εν
όλω ως δωρεά και να είναι δυνατή η προσβολή της ως άστοργης όταν
θίγει τη νόμιμη μοίρα ενός μεριδούχου. Αναγνωρίζεται, δηλαδή, η
εξουσία στο δικαστήριο να επέμβει διορθωτικά και να απαλείψει τυχόν
καταστρατηγήσεις του κληρονομουμένου.
Διαβάστε περισσότερα στον Νομικό Παλμό:
Το περιοδικό «Νομικός Παλμός» στο dikastirio: Τεύχος «Μάιος – Ιούνιος» 2022