Γράφει ο κ. Λεωνίδας Χ. Στάμος
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Maître en Droit
Το Πρόγραμμα Παροχής Εγγυήσεων σε Τιτλοποιήσεις Πιστωτικών Ιδρυμάτων, ευρύτερα γνωστό ως «Ηρακλής» (Heracles Asset Protection Scheme – HAPS), δεν ήταν απλώς ένα τεχνικό εργαλείο, αλλά το στρατηγικό όχημα πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η προσπάθεια εξυγίανσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σχεδιασμένο από την κυβέρνηση το 2019 και εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως μη συνιστών κρατική ενίσχυση, το πρόγραμμα στόχευε στην ταχεία και αποτελεσματική μείωση των ΜΕΔ από τους ισολογισμούς των τραπεζών, μια προϋπόθεση sine qua non για την αποκατάσταση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και την επανεκκίνηση της χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία.
Ο μηχανισμός του «Ηρακλή» βασίζεται στη διαδικασία της τιτλοποίησης.
Η τράπεζα μεταβιβάζει ένα χαρτοφυλάκιο μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ένα Όχημα Ειδικού Σκοπού (SPV).
Το SPV, για να χρηματοδοτήσει την αγορά, εκδίδει ομολογίες τριών διαφορετικών βαθμίδων εξοφλητικής προτεραιότητας:
- Ομολογίες Υψηλής Εξοφλητικής Προτεραιότητας (Senior Tranche): Είναι οι ασφαλέστερες, καθώς αποπληρώνονται πρώτες από τις εισπράξεις των δανείων.
- Ομολογίες Ενδιάμεσης Εξοφλητικής Προτεραιότητας (Mezzanine Tranche): Έχουν μεσαίο κίνδυνο και αποπληρώνονται μετά τις senior.
- Ομολογίες Χαμηλής Εξοφλητικής Προτεραιότητας (Junior Tranche): Είναι οι πιο επισφαλείς, καθώς αποπληρώνονται τελευταίες και απορροφούν τις πρώτες ζημίες.
Το κλειδί της επιτυχίας του προγράμματος έγκειται σε δύο στοιχεία: πρώτον, η τράπεζα υποχρεούται να πουλήσει τουλάχιστον το 50% συν μία των ομολογιών μεσαίας και χαμηλής προτεραιότητας (mezzanine και junior) σε ιδιώτες επενδυτές. Δεύτερον, και σημαντικότερο, το Ελληνικό Δημόσιο παρέχει την εγγύησή του για την αποπληρωμή των ομολογιών υψηλής προτεραιότητας (senior tranche).
Αυτή η κρατική εγγύηση καθιστά τις senior ομολογίες ελκυστικές για τους επενδυτές και επιτρέπει στην τράπεζα να αφαιρέσει το σύνολο του τιτλοποιημένου χαρτοφυλακίου από τον ισολογισμό της, «καθαρίζοντάς» τον από τα τοξικά στοιχεία ενεργητικού.
Η νομική αβεβαιότητα γύρω από τη νομιμοποίηση των servicers απειλούσε να υπονομεύσει εκ θεμελίων αυτόν τον μηχανισμό. Εάν οι servicers, που αναλαμβάνουν τη διαχείριση και είσπραξη των δανείων για λογαριασμό του SPV, δεν μπορούσαν να προβούν σε πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, οι εισπράξεις θα κατέρρεαν.
Αυτό θα οδηγούσε σε αδυναμία αποπληρωμής των senior ομολογιών, με άμεση συνέπεια την κατάπτωση της κρατικής εγγύησης. Το κράτος, δηλαδή, θα καλείτο να πληρώσει στους ομολογιούχους τα ποσά που εγγυήθηκε, με άμεση και βαρύτατη επιβάρυνση του δημοσίου χρέους.
Η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, διασφαλίζοντας τη συνέχεια των εισπράξεων, ουσιαστικά λειτούργησε ως ασπίδα προστασίας για τα δημόσια οικονομικά και ως εγγυητής της βιωσιμότητας του προγράμματος «Ηρακλής».
Πίνακας 1: Βασικά Χαρακτηριστικά και Οικονομικός Αντίκτυπος του Προγράμματος «Ηρακλής»
Χαρακτηριστικό | Περιγραφή |
Πρόγραμμα | Πρόγραμμα Παροχής Εγγυήσεων σε Τιτλοποιήσεις Πιστωτικών Ιδρυμάτων («Ηρακλής» / HAPS) |
Νομική Βάση | Ν. 4649/2019, Ν. 5072/2023 (επανεισαγωγή) |
Συνολική Αξία Τιτλοποιημένων ΜΕΔ | ~ €47,9 δισεκατομμύρια |
Αξία Κρατικών Εγγυήσεων (Senior Tranche) | ~ €18,7 δισεκατομμύρια |
Κύριος Στόχος | Ταχεία μείωση των ΜΕΔ από τους ισολογισμούς των συστημικών τραπεζών για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης και της ικανότητας χρηματοδότησης της οικονομίας. |
Κατάσταση μετά την ΑΠ 1/2023 | Σταθεροποίηση του προγράμματος, διασφάλιση των ταμειακών ροών από τις εισπράξεις και αποτροπή του κινδύνου κατάπτωσης των κρατικών εγγυήσεων. |
Κεφάλαιο 10: Διεθνής Συγκριτική Ανάλυση – Το Ελληνικό Μοντέλο έναντι του Ιταλικού GACS
Για την πληρέστερη κατανόηση του πλαισίου εντός του οποίου σχεδιάστηκε και λειτούργησε το πρόγραμμα «Ηρακλής», είναι απαραίτητη η συγκριτική του εξέταση με το ιταλικό του πρότυπο, το σχήμα GACS (Garanzia sulla Cartolarizzazione delle Sofferenze). Το ιταλικό μοντέλο, που εισήχθη το 2016, αποτέλεσε τον οδηγό για την ελληνική πρωτοβουλία, καθώς και τα δύο προγράμματα βασίζονται στην ίδια κεντρική ιδέα: την παροχή κρατικής εγγύησης στις senior ομολογίες τιτλοποιήσεων ΜΕΔ για τη διευκόλυνση της απομάκρυνσής τους από τους τραπεζικούς ισολογισμούς.
Παρά τις θεμελιώδεις ομοιότητές τους, τα δύο σχήματα παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές, οι οποίες αντικατοπτρίζουν τις ιδιαίτερες οικονομικές συνθήκες και τις ρυθμιστικές προτεραιότητες κάθε χώρας κατά τον χρόνο της θέσπισής τους.
Η ανάλυση αυτών των διαφορών αναδεικνύει ότι ο «Ηρακλής» δεν ήταν μια απλή αντιγραφή, αλλά μια προσαρμοσμένη λύση, σχεδιασμένη για τις ανάγκες και τους περιορισμούς της ελληνικής οικονομίας.
Μια από τις πιο κρίσιμες διαφορές αφορά την ελάχιστη απαιτούμενη πιστοληπτική αξιολόγηση (rating) για τις senior ομολογίες που καλύπτονται από την εγγύηση. Το ιταλικό GACS απαιτούσε οι ομολογίες αυτές να επιτυγχάνουν αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας (investment grade), και συγκεκριμένα τουλάχιστον ‘BBB’.
Αντίθετα, ο «Ηρακλής» έθεσε ως κατώτατο όριο την αξιολόγηση ‘BB-’, δηλαδή κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Αυτή η διαφοροποίηση ήταν επιβεβλημένη, καθώς κατά τον χρόνο σχεδιασμού του προγράμματος, η πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου ήταν και η ίδια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, καθιστώντας πρακτικά αδύνατη την επίτευξη αξιολόγησης ‘BBB’ για τις ομολογίες.
Άλλες σημαντικές διαφορές εντοπίζονται στους μηχανισμούς που διασφαλίζουν την απόδοση του servicer και προστατεύουν την κρατική εγγύηση.
Για παράδειγμα, οι κανόνες για την αναβολή καταβολής της αμοιβής του servicer ή την αντικατάστασή του σε περίπτωση χαμηλότερων των αναμενομένων εισπράξεων είναι πιο αυστηροί στο ιταλικό μοντέλο.
Το GACS προβλέπει αναβολή τόκων και αμοιβών σε περίπτωση υστέρησης 10% από τους στόχους του business plan, ενώ ο «Ηρακλής» θέτει το όριο αυτό στο 20%.
Αυτές οι λεπτομέρειες καταδεικνύουν μια διαφορετική στάθμιση κινδύνων και κινήτρων, προσαρμοσμένη στο διαφορετικό προφίλ των χαρτοφυλακίων και των επενδυτών σε κάθε αγορά. Η συγκριτική αυτή προσέγγιση επιβεβαιώνει την ανάγκη για μια ρεαλιστική και τελολογική ερμηνεία του νομικού πλαισίου που στηρίζει τον «Ηρακλή», όπως αυτή που υιοθέτησε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, αναγνωρίζοντας τις οικονομικές πραγματικότητες που υπαγόρευσαν τον σχεδιασμό του.
Πίνακας 2: Συγκριτική Ανάλυση Ελληνικού HAPS vs. Ιταλικού GACS
Χαρακτηριστικό | Ελληνικό Πρόγραμμα «Ηρακλής» (HAPS) | Ιταλικό Πρόγραμμα GACS |
Ελάχιστη Αξιολόγηση Senior Tranche | BB- (Μη επενδυτική βαθμίδα) | BBB (Επενδυτική βαθμίδα) |
Βάση Τιμολόγησης Εγγύησης | CDS Ελληνικού Δημοσίου | Καλάθι εταιρικών CDS Ιταλίας |
Όριο για Αναβολή Αμοιβής Servicer | Υστέρηση 20% από το business plan | Υστέρηση 10% από το business plan |
Όριο για Αντικατάσταση Servicer | Υστέρηση 30% για δύο συνεχόμενα τρίμηνα | Υστέρηση απόδοσης για δύο συνεχόμενα τρίμηνα |
Επιλέξιμα Στοιχεία Ενεργητικού | Περιλαμβάνει και δάνεια σε καθυστέρηση που θεωρούνται πιθανόν να καταστούν ΜΕΔ (Unlikely-to-Pay) | Δεν καλύπτει εκθέσεις Unlikely-to-Pay |
Προθεσμία Καταβολής Εγγύησης | Εντός ογδόντα (80) ημερών | Εντός εννέα (9) μηνών |
Συμπεράσματα και Στρατηγικές Προτάσεις: Η Επόμενη Ημέρα για το Ελληνικό Χρηματοπιστωτικό Σύστημα
Η πορεία επίλυσης του ζητήματος της νομιμοποίησης των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων συνιστά μια υποδειγματική περίπτωση όπου η δικαστική και η νομοθετική εξουσία συνέκλιναν για την αποτροπή ενός συστημικού κινδύνου, διαφυλάσσοντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την ασφάλεια δικαίου.
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με την ιστορική απόφαση 1/2023, επέδειξε δικαστικό ρεαλισμό και υψηλό αίσθημα ευθύνης.
Υιοθετώντας μια δυναμική, συστηματική και τελολογική ερμηνεία, το ανώτατο Δικαστήριο αρνήθηκε να επιτρέψει σε έναν στείρο νομικό φορμαλισμό να προκαλέσει μια προβλέψιμη και καταστροφική οικονομική συνέπεια, αυτήν της κατάπτωσης των κρατικών εγγυήσεων του προγράμματος «Ηρακλής».
Η απόφαση δεν αποτέλεσε πράξη δικαστικής νομοθεσίας, αλλά ορθή ερμηνεία του δικαίου υπό το φως του δεδηλωμένου σκοπού του νομοθέτη και των επιτακτικών αναγκών της εθνικής οικονομίας.
Η μετέπειτα ψήφιση του Ν. 5072/2023 λειτούργησε ως η οριστική νομοθετική σφραγίδα σε αυτή την πορεία.
Ο νομοθέτης όχι μόνο κωδικοποίησε τη νομολογία του Αρείου Πάγου, αίροντας κάθε εναπομείνασα αμφιβολία, αλλά προχώρησε και στον πλήρη εκσυγχρονισμό του ρυθμιστικού πλαισίου, εναρμονίζοντάς το με την ευρωπαϊκή Οδηγία 2021/2167. Το νέο πλαίσιο, με τους ενισχυμένους κανόνες αδειοδότησης, εποπτείας και, κυρίως, διαφάνειας έναντι των δανειοληπτών, φιλοδοξεί να δημιουργήσει μια πιο ισορροπημένη και ώριμη αγορά διαχείρισης απαιτήσεων. Με το κεφαλαιώδες ζήτημα της νομιμοποίησης να έχει πλέον επιλυθεί οριστικά, η προσοχή της Δικαιοσύνης, των εποπτικών αρχών και των ίδιων των συμμετεχόντων στην αγορά πρέπει να στραφεί στην επόμενη ημέρα. Η εστίαση μετατοπίζεται από το status του διαχειριστή στην ποιότητα και τη νομιμότητα της διαχείρισης.
Ως εκ τούτου, προτείνονται τα ακόλουθα: Εντατικοποίηση του Εποπτικού Ελέγχου:
Η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια εποπτική αρχή, καλείται να ασκήσει εντατικό και ουσιαστικό έλεγχο στην τήρηση των νέων υποχρεώσεων που θέτει ο Ν. 5072/2023, ιδίως όσον αφορά τη διαφάνεια, την ορθή ενημέρωση των οφειλετών και τη λειτουργία των συστημάτων προσωποποιημένης πληροφόρησης.
Δικαστική Επαγρύπνηση επί των Αποδεικτικών Προϋποθέσεων:
Τα δικαστήρια της ουσίας οφείλουν να συνεχίσουν να επιδεικνύουν την ίδια αυστηρότητα στον έλεγχο της απόδειξης της ειδικής διαδοχής για κάθε μεμονωμένη απαίτηση.
Η διευκόλυνση που παρέχει το άρθρο 115 του Ν. 5072/2023 για την απόδειξη της γενικής νομιμοποίησης δεν πρέπει να οδηγεί σε χαλάρωση του ελέγχου για την απόδειξη ότι η συγκεκριμένη οφειλή του συγκεκριμένου δανειολήπτη περιλαμβάνεται πράγματι και αποδεδειγμένα στη μεταβίβαση.
Η διασφάλιση της αδιάσπαστης αλυσίδας μεταβίβασης παραμένει θεμελιώδες δικαίωμα του οφειλέτη.
Προώθηση Βιώσιμων Λύσεων Ρύθμισης: Οι Εταιρείες Διαχείρισης, έχοντας πλέον εξασφαλίσει τη νομική τους θέση, οφείλουν να λειτουργούν όχι μόνο ως μηχανισμοί είσπραξης, αλλά και ως φορείς εξεύρεσης βιώσιμων λύσεων ρύθμισης για τους συνεργάσιμους δανειολήπτες, συμβάλλοντας στην κοινωνική ειρήνη και την οικονομική ανάκαμψη.
Η ολοκλήρωση αυτού του κύκλου νομικής αβεβαιότητας επιτρέπει στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα να ατενίζει το μέλλον με μεγαλύτερη ασφάλεια. Η πρόκληση πλέον έγκειται στην εμπέδωση μιας κουλτούρας διαφάνειας, λογοδοσίας και δίκαιης μεταχείρισης, η οποία θα διασφαλίσει ότι η εξυγίανση των τραπεζών θα μεταφραστεί σε βιώσιμη ανάπτυξη για το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας.
Διαβάστε παρακάτω όλο το αφιέρωμα με την εξής σειρά: