Άρθρο του δικηγόρου Αθηνών, Άγγελου Νικ. Ποταμιά
Στα μέσα του προηγούμενου αιώνα η θετικιστική σκέψη και το «συναινετικό» πρότυπο, προέκριναν μια κοινωνία στην οποία ο νόμος είναι προϊόν συναντίληψης και συμφωνίας. Η συμφωνία της κοινωνίας ότι κάποια ενέργεια υπέχει ηθικής απαξίας, συνεπάγεται νομοθέτηση με σκοπό την ποινικοποίηση, την πρόληψη και την καταστολή της. Συμφωνούμε ότι το να εξαπατάς είναι «κακό» (malus), άρα ποινικοποιούμε την απάτη (386ΠΚ).
Ο Karl Marx δεν ασχολήθηκε ποτέ με την ερμηνεία του εγκλήματος και την εγκληματικότητα καθαυτή. Εισήγαγε ωστόσο το «συγκρουσιακό» μοντέλο αντίληψης. Κατά τούτο, η κοινωνία χαρακτηρίζεται από την αντιπαλότητα ομάδων που εκπροσωπούν, εξυπηρετούν και προσπαθούν να ικανοποιήσουν διαφορετικά συμφέροντα. Συνεπώς, καθότι οι ισχυροί επικρατούν έναντι των αδυνάτων, ο νόμος δεν είναι προϊόν συναντίληψής, αλλά παρατίθεται ως δημιούργημα και «εργαλείο» της εκάστοτε άρχουσας τάξης.
Επί παραδείγματι, ο βιασμός εντός γάμου δεν μπορούσε να διωχθεί ποινικά στην Ελλάδα μέχρι το πρόσφατο 2006. Ποινικοποιήθηκε όταν η κοινωνική ομάδα των γυναικών ισχυροποιήθηκε και εκπροσωπούνταν πλέον στους φορείς των εξουσιών(1).
Εγκαινιάστηκε έτσι μια νέα θεώρηση που έχει ως κεντρική κατεύθυνση ότι το έγκλημα αποτελεί μια «κατασκευή» των κυρίαρχων ομάδων και αποσκοπεί στη διατήρηση της εξουσίας τους. Τα κριτήρια των «επικίνδυνων ομάδων» τίθενται προς αποτροπή ανατρεπτικών συμπεριφορών που χαρακτηρίζονται ως «εγκληματικές» διότι απειλούν την κυριαρχία της άρχουσας τάξης και όχι γιατί προσβάλλουν την ηθική ή τη συλλογική συνείδηση(2). Συνεπώς, κατά το ρεύμα τούτο, το ποινικό δίκαιο συνιστά απότοκο της σύγκρουσης ανάμεσα σε ετεροπροσδιοριζόμενες ομάδες κι αποτελεί υπόθεση πολιτικής και οικονομικής ισχύος της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Αν κάποιος οδηγός, ο οποίος δεν οδηγεί κινδυνωδώς, συγκρουστεί με πεζό ή με μοτοσικλετιστή, και εγκαταλείψει το θύμα αβοήθητο με αποτέλεσμα τούτο να αποβιώσει, απειλείται με ποινή φυλάκισης από 3 μήνες έως 5 έτη (302 ΠK)(3). Αντιθέτως η ληστεία ενός τραπεζικού καταστήματος, υπό προϋποθέσεις, απειλείται ακόμα και με ισόβια κάθειρξη (380ΠΚ).
Η ανομοιογένεια των ποινών, κατά την Μαρξιστική εγκληματολογία δεν θα αποδίδονταν στην μικρή ή μεγάλη ηθική απαξία των δύο αυτών πράξεων, αλλά στο πόσο ισχυρή είναι η ομάδα «πίσω» από το έννομο αγαθό που προστατεύεται από τον Ποινικό Κώδικα.
Η Κριτική Εγκληματολογία ως ένα από τα βασικά παρακλάδια της Μαρξιστικής εγκληματολογίας, «ριζοσπαστικοποίησε» και πολιτικοποίησε το γνωστικό κλάδο της εγκληματολογίας και όρισε το εγκληματικό φαινόμενο ανεπαρκώς. Χρησιμοποίησε ένα διπολικό πρότυπο στρωμάτωσης αγνοώντας την ύπαρξη της μεσαίας τάξης, «εργαλειοποίησε» λανθάνουσες λειτουργίες της εφαρμογής του ποινικού δικαίου(4) και δημιούργησε ένα νέο ντετερμινισμό(5). Κατάφερε ωστόσο να φέρει στο προσκήνιο την εγκληματικότητα του «λευκού κολάρου»(6), συστηματοποίησε την σοβαρή οικονομική εγκληματικότητα («εγκλήματα των ισχυρών»), ασχολήθηκε με την εγκληματικότητα των κεφαλαιοκρατών («δωροδοκία», «διαφθορά» κλπ)(7,8), ανέδειξε νέες μορφές εγκλημάτων, κι εμπλούτισε όσο λίγα ρεύματα την εγκληματολογική έρευνα και μεθοδολογία.
Η μεγαλύτερη της εισφορά, είναι ότι κατάφερε εμφαντικά «να συμβάλλει στην κοινωνική δικαιοσύνη, και στην άμβλυνση της εξαθλίωσης, της υποταγής και του φόβου»(9), θεμελιώνοντας ότι ο Ποινικός Νόμος παρά την φαινομενική ουδετερότητά του, μπορεί να γίνει άνισος ή επιλεκτικός. Διακήρυξε ότι το τρίπτυχο «ελευθερία-ισότητα-δικαιοσύνη» παραμένει ανεκπλήρωτο. Τάχθηκε υπέρ των πολιτικά ανίσχυρων, των χειραγωγούμενων, των οικονομικά εκμεταλλευόμενων, των κρατικά καταπιεζόμενων, και εν τέλει «υπέρ των κολασμένων αυτής της γης»(10).
H Μαρξιστική ανάλυση του εγκληματικού φαινομένου επιβεβαιώνει ελεγειακά την ρήση του Αριστοτέλη που συναντάται στα «Πολιτικά». «Δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των άνισων».
1 Το άρθρο 8 του Ν. 3500/2006 ενέταξε και τον ενδοσυζυγικό βιασμό στη ρύθμιση του άρθρου 336 του ΠΚ, απαλείφοντας τον όρο «εξώγαμη». 2 Κουράκης Ν. Ε., Εγκληματολογικοί ορίζοντες, εκδόσεις Σάκουλα, Αθήνα, 1991, σελ. 162-163 3 Εάν του επιβληθεί οιαδήποτε ποινή κάτω των 3 ετών φυλάκιση τότε αναστέλλεται (99 ΠΚ). Εάν του επιβληθεί ποινή άνω των 3 ετών και μέχρι 5 έτη τότε δύναται να εκτίσει το ένα δέκατο αυτής και το υπόλοιπο να εκτιθεί δια της παροχής κοινωφελούς εργασίας. 4 Όπως ενδεικτικά ότι η εφαρμογή του ποινικού δικαίου συχνά αποβαίνει σε βάρος ατόμων με χαμηλό εισόδημα και επίπεδο μόρφωσης, καθώς και ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες. 5 Ανάγει το έγκλημα (με όρους αιτίου-αιτιατού) στο κράτος 6 Πατέρας του όρου «έγκλημα λευκού περιλαιμίου» (white collar crime) είναι ο Sutherland, ο οποίος πραγματοποιώντας μια συγκριτική μελέτη μεταξύ ατόμων προερχόμενων από ανώτερες και κατώτερες κοινωνικές τάξεις, κατέληξε πως η λευκή εγκληματικότητα είναι πραγματική εγκληματικότητα, διαφέρει από εκείνη των χαμηλότερων στρωμάτων και οι εγκληματολογικές θεωρίες που υποστηρίζουν πως το έγκλημα οφείλεται στη φτώχεια, σε ψυχοπαθολογικές καταστάσεις και σε κοινωνικές παθογένειες, δεν είναι έγκυρες καθώς βασίζονται σε δείγματα τα οποία είναι μεροληπτικά παίρνοντας κάθε φορά άτομα από συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα, και επίσης αυτά τα αποτελέσματα δεν βρίσκουν εφαρμογή σε δράστες εγκλημάτων λευκού περιλαίμιου (Sutherland, E. (1940). White collar criminality. American Sociological Review, 5(1), 1-12) 7 Δημόπουλος, Χ. (2005). Η διαφθορά. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη 8Λάζος, Γ. (2005). Διαφθορά και αντιδιαφθορά. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη 9 Young, J. (2002). Critical criminology in the 21st century: Critique, irony and the always unfinished. In: Carrington, K. and Hogg, R. (eds.). Critical Criminology: issues, debates, challenges. Cullompton, Willan Publishing. σελ. 251επ. 10 Ward(1979).