Η ομιλία του του Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κ. Χριστόφορου Σεβαστίδη στο Συνέδριο της ΕΔΕ


Ζούμε σε μια εποχή αντιφάσεων: αλματώδους αύξησης της γνώσης την οποία μοιράζονται λίγοι άνθρωποι, εκμεταλλεύονται ακόμα λιγότεροι, ενώ η πλειονότητα έχει «εκπαιδευτεί» να μένει παγερά αδιάφορη στις επιστημονικές εξελίξεις ή ακόμα να τις βλέπει και με καχυποψία. Όσο η επιστημονική γνώση ξεκόβει από την κοινωνία και οι επιστήμονες αρκούνται στον ρόλο του πνευματικού αναχωρητή, τόσο η πολιτική εξουσία και τα στηρίγματά της βρίσκουν εύκολο πεδίο χειραγώγησης των μαζών. Δεν τρέφουμε βέβαια καμία αυταπάτη για την δυσκολία να ανατραπεί ένα σύστημα δομημένο στην επιλεκτική πληροφόρηση και στον αντιεπιστημονικό λόγο.

Η θεματική του Συνεδρίου επιλέχθηκε από το καλοκαίρι, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της για αυστηροποίηση του νόμου για την ενδοοικογενειακή βία, μετά την περσινή αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα και  διεξάγεται λίγες μέρες μετά τις νέες εξαγγελίες για την αυστηροποίηση της ποινικής ευθύνης των ανηλίκων και των γονιών τους. Η αυστηροποίηση και η καταστολή αποτελούν σαφή προτεραιότητα και διακηρυγμένο στόχο των αρμόδιων υπουργείων Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη. Πρόκειται για επιβολή ενός νέου δόγματος, πως συνέχονται πολιτικές και οικονομικές θεωρίες, νομοθετικές μεταβολές και νομολογιακές τάσεις;

Δόγμα Μηδενικής Ανοχής. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 διατυπώθηκε στις ΗΠΑ η θεωρία των Σπασμένων Παραθύρων που αποτέλεσε τη βάση για την εφαρμογή της πολιτικής μηδενικής ανοχής αρχικά στη Ν. Υόρκη και στη συνέχεια μέσω Λονδίνου στον υπόλοιπο κόσμο. Οι κυβερνήσεις Ρέιγκαν και Θάτσερ επιχείρησαν έναν αναπροσδιορισμό της αποστολής του κράτους, το οποίο αποσύρεται από το οικονομικό πεδίο μειώνοντας τον κοινωνικό του ρόλο την ίδια στιγμή που σκληραίνει την ποινική του παρέμβαση. Λιγότερο κράτος σε ότι αφορά την διασφάλιση των προνομίων του κεφαλαίου, την απογύμνωση των εργαζομένων από κάθε μέσο διεκδίκησης αξιοπρεπούς διαβίωσης, περισσότερο κράτος με προσλήψεις αστυνομικών και δημιουργία νέων φυλακών, για να συγκρατηθούν οι επιζήμιες κοινωνικές συνέπειες της απορρύθμισης της εργασίας και της υποβάθμισης της κοινωνικής προστασίας. Όσο αποφασιστικό δείχνει το κράτος να καταπολεμήσει τους ταραξίες ακόμα κι αν δεν έχουν φτάσει σε τέλεση εγκληματικών πράξεων, τόσο απρόθυμο μοιάζει να αναλάβει τις ευθύνες για την οικονομική ανασφάλεια που μαστίζει τον πληθυσμό, επικαλούμενο την ατομική ευθύνη των κατοίκων στους οποίους πέφτει το βάρος να ασκήσουν κοινωνικό έλεγχο. Και όσο αυταρχικότερο το κράτος τόσο καλύτερα εξασφαλίζει την ασυδοσία της αγοράς.

Το δόγμα της νέας ποινικής θρησκείας διαπέρασε τον Ατλαντικό και διαδόθηκε πριν τις αρχές του αιώνα μας στην Ευρώπη η οποία όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε «νοιάστηκε να προωθήσει το δικαίωμα στην ασφάλεια με τον ίδιο ζήλο που πέταξε στα σκουπίδια το δικαίωμα στην εργασία». Η μηδενική ανοχή και η συνακόλουθη αυστηροποίηση της νομοθεσίας δεν αγγίζουν την λεγόμενη αφανή/σκοτεινή εγκληματικότητα, τα εγκλήματα του λευκού κολάρου, που τελούνται από άτομα που απολαμβάνουν σεβασμό και κατέχουν υψηλό κοινωνικό status. Αυτοί που πρέπει να εξοικειώνονται με την πειθαρχία της φυλακής και τον φόβο του ποινικού νόμου είναι τα φτωχά στρώματα της κοινωνίας. Η κυρίαρχη τάξη νομοθετεί συνήθως σε βάρος της εργατικής τάξης και σπάνια σε βάρος του εαυτού της. Και αυτό είναι απόλυτα λογικό. Μέσα από την σύγκρουση συμφερόντων και αξιών ομάδων ανθρώπων, παράγεται εξουσία και κυριαρχία μέρος της οποίας είναι και οι ποινικοί νόμοι. Όσο μεγαλύτερη ισχύς καταγράφεται σε μια συγκεκριμένη ομάδα συμφερόντων τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα εγκληματοποίησης των πράξεων αυτής της ομάδας.

Ηθικός Πανικός. Για να υλοποιηθεί στην πράξη η θεωρία των Σπασμένων Παραθύρων και να πάρει την μορφή πολιτικού δόγματος, έπρεπε να διαχυθεί στην κοινωνία το κατάλληλο κλίμα Ηθικού Πανικού, του φόβου του εγκλήματος, μέσω των χρήσιμων Μέσων Ενημέρωσης. Ως ηθικός πανικός υποδηλώνεται στην εγκληματολογία μια υπερβολικά έντονη κοινωνική αντίδραση έναντι μιας αποκλίνουσας ή παραβατικής συμπεριφοράς η οποία λανθασμένα εκλαμβάνεται ως ιδιαίτερα απειλητική για τις κρατούσες κοινωνικές αξίες. Απώτερος σκοπός ενός ηθικού πανικού είναι η αυστηρή τιμωρία της στοχοποιημένης ομάδας (είτε πρόκειται για ανήλικους, για διαδηλωτές, για τοξικομανείς, για μετανάστες κλπ). Η ανησυχία των πολιτών ιδίως των μεγάλων αστικών πόλεων δεν οφείλεται τόσο στην πραγματική ανάπτυξη του εγκληματικού φαινομένου, όσο στην κατασκευή μιας πλασματικής κατάστασης, η οποία προέρχεται από την ταύτιση του αδυνάτου με το θύμα, την υιοθέτηση εσωτερικών εχθρών, την δραματοποίηση της εγκληματικής πραγματικότητας και την πρόσληψη εικόνων από τα ΜΜΕ που συντελούν στην κατασκευή συλλογικού πανικού. Αν και η πραγματικότητα που προκύπτει από πολλές έρευνες εμφανίζει μια κραυγαλέα αναντιστοιχία μεταξύ δεικτών εγκληματικότητας και φόβου του εγκλήματος, ο σκοπός εκφοβισμού του πληθυσμού από έναν εσωτερικό εχθρό έχει αγιάσει τα μέσα. Στη χώρα μας μάλιστα οι μελέτες έχουν δείξει πολύ υψηλά ποσοστά φόβου του εγκλήματος ακόμα και στα χρόνια που δεν υπήρχε αύξηση της εγκληματικότητας, γεγονός που αποδεικνύει πόσο καλά κάνουν την δουλειά τους οι μεγάλοι δημοσιογραφικοί όμιλοι.

Ρόλος των ΜΜΕ. Ποια είναι λοιπόν η συμβολή των ΜΜΕ στην δημιουργία ηθικού πανικού και στην σταθεροποίηση της πολιτικής μηδενικής ανοχής; Ως ιδεολογικός μηχανισμός στήριξης της υπάρχουσας κοινωνικής τάξης πραγμάτων και ασκώντας καθοριστική επιρροή στα ευάλωτα στις επιδράσεις τους άτομα, καλλιεργούν συστηματικά μια μαζική ανησυχία χωρίς να στηρίζονται σε έγκυρες πηγές και τεκμηριωμένα στοιχεία αλλά σε αυθαίρετες κατασκευές εξωθώντας τον φόβο στα όρια της συλλογικής υστερίας και οδηγώντας τους πολίτες να κάνουν εκκλήσεις για αυστηρότερες ποινές ακόμα και δημιουργία νέων ποινικών αδικημάτων. Η συνακόλουθη καλλιέργεια ηθικού πανικού στους πολίτες ευνοεί την μετάβαση σε πιο αυταρχικές μορφές διαχείρισης του εγκληματικού φαινομένου, σε μια γενική καταστολή και παραβίαση θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων. Ο τρόπος με τον οποίο προβάλλεται η είδηση για το έγκλημα δεν εξυπηρετεί μόνο τον σκοπό της κερδοφορίας των ειδησεογραφικών ομίλων με την προσέλκυση μεγαλύτερου μεριδίου τηλεθεατών, αλλά και τις ανάγκες του ιδεολογικού και πολιτικού χώρου τον οποίο υποστηρίζουν. Επιδίωξη είναι να υιοθετήσει η κοινή γνώμη την προτεινόμενη από τα ΜΜΕ αρνητική τυποποίηση συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, να την περιθωριοποιήσει ως επικίνδυνη και να ζητήσει την αυστηροποίηση του κοινωνικού ελέγχου. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιούν είναι συγκεκριμένη: α) η δημιουργία των λεγόμενων κυμάτων εγκληματικότητας, δηλαδή η συνεχής και επίμονη παρουσίαση ενός συγκεκριμένου εγκληματικού γεγονότος που παραμένει αρκετές ημέρες στην επικαιρότητα με την συμμετοχή όλων των ΜΜΕ και των φορέων του επίσημου κοινωνικού ελέγχου, ιδίως της αστυνομίας και διάφορων ειδικών επιστημόνων. Όσο το ζήτημα βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, συνεχίζουν να αναφέρονται γεγονότα που εντάσσονται σ αυτήν την θεματική κατηγορία, β) οι απλουστευτικές γενικεύσεις και η ενίσχυση στερεοτύπων και προκαταλήψεων, γ) η χρήση λέξεων και εκφράσεων που προκαλούν ισχυρή εντύπωση στο κοινό.

Ιδιωτικές Φυλακές. Μέσα από την επιβολή του δόγματος της Μηδενικής Ανοχής, την εξουδετέρωση και αδρανοποίηση των κοινωνικά απροσάρμοστων ατόμων αντί του σωφρονισμού και της επανένταξης, επέλεξε ο δυτικός κόσμος να φτιάξει περισσότερες φυλακές και κρατητήρια αντί για ιατρεία, σχολεία και παιδικούς σταθμούς. Και επειδή το κράτος έχει την ευελιξία να γίνεται μικρότερο για χάρη της ιδιωτικής οικονομίας, είχαμε στις ΗΠΑ μια φρενήρη ανάπτυξη της ιδιωτικής βιομηχανίας φυλάκισης. 17 εταιρίες μοιράζονταν περίπου 140 ιδρύματα μέχρι τις αρχές του 2000 ενώ η χρηματαγορά των φυλακών δημόσιων και ιδιωτικών ζύγιζε 4 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο αριθμός των κρατουμένων στις ΗΠΑ ενώ το 1975 άγγιζε τις 240.000 μέσα σε 15 χρόνια εκτινάχθηκε σε 1.200.000 και τα αμέσως επόμενα 10 χρόνια ξεπέρασε τα 2.000.000 άτομα. Ο δείκτης εγκλεισμού στις ΗΠΑ είναι 737 κρατούμενοι ανά 100.000 κατοίκους την στιγμή που ο αντίστοιχος αριθμός στην Ευρώπη είναι 135. Από το 2000 έως σήμερα ο πληθυσμός των ιδιωτικών φυλακών στις ΗΠΑ έχει αυξηθεί 32%. Στην Ευρώπη η αυστηροποίηση της ποινικής νομοθεσίας έφερε κορεσμό στις δημόσιες φυλακές και η λύση ήταν έτοιμη: Ιδιωτικές φυλακές με το σύστημα των ΣΔΙΤ. Μέχρι και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε Ψήφισμά του το 2017 «εκφράζει την ανησυχία του για την αυξανόμενη ιδιωτικοποίηση των φυλακών στην ΕΕ», ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ κήρυξε τις ιδιωτικές φυλακές αντισυνταγματικές.  Τα διάφορα Lobbies ωστόσο όπως ο οργανισμός ALEC (American Legislation Exchange Counsil) στις ΗΠΑ δεν πιέζουν απλά για την δημιουργία περισσότερων ιδιωτικών καταστημάτων κράτησης αλλά πιο πολύ για την αυστηροποίηση των ποινών που θα αυξήσουν τον αριθμό των κρατουμένων- πελατών τους. Από δύο σχετικά πρόσφατες έρευνες (Mukherjee και Dippel/Poyker) προκύπτει ότι η αύξηση των θέσεων στις ιδιωτικές φυλακές συνεπάγεται αύξηση και των ποινών που επιβάλλονται από τα δικαστήρια. Οι ιδιωτικές φυλακές όχι μόνο είναι επωφελείς εμπορικές επιχειρήσεις που αποδίδουν τεράστια κέρδη στους ιδιοκτήτες τους αλλά ενισχύουν μεγάλες ιδιωτικές εταιρίες με πολύ φθηνό εργατικό δυναμικό, δηλαδή τους κρατούμενους, στα πλαίσια της διευκόλυνσης αποφυλάκισής τους, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν σαφείς κατευθύνσεις από τον ΟΗΕ σε σχέση με την εργασία κρατουμένων για λογαριασμό ιδιωτών. Οι μαζικές φυλακίσεις πέτυχαν έτσι δύο στόχους: απ’ την μια μεριά να τονώσουν τα επιχειρηματικά κέρδη των μεγάλων ομίλων με εργατικό δυναμικό χαμηλά αμειβόμενο, χωρίς απαιτήσεις και χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα και απ’ την άλλη να μειώσουν το ποσοστό της αμερικάνικης ανεργίας. Όμως η διατήρηση αυτού του ποσοστού σε χαμηλά επίπεδα εξαρτάται από την αδιάκοπη επέκταση του ποινικού συστήματος.

Στην Ελλάδα σήμερα. Πόσες ομοιότητες βρίσκει κανείς με την Ελλάδα του σήμερα!  Ξεκίνησε πρόσφατα από τα μέσα ενημέρωσης μια ενορχηστρωμένη επιχείρηση δημιουργίας φόβου και πανικού για την νεανική εγκληματικότητα, όμοια με αυτήν που επιχειρήθηκε στην Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Ολλανδία και την Γερμανία πριν από δύο δεκαετίες περίπου όταν μειώθηκε το ηλικιακό όριο ποινικής ευθύνης των εφήβων και αναγορεύτηκε η ευθύνη των γονέων σε πολιτικό και ποινικό ζήτημα. Τα αντανακλαστικά των κυβερνήσεων στα αιτήματα των Μέσων Ενημέρωσης ήταν κι εκεί άμεσα. Το 1998 στην Αγγλία καταργήθηκε η ρήτρα μη ευθύνης για παιδιά 10 έως 13 ετών, επιτράπηκε από την ηλικία των 10 ετών η υπαγωγή των προεφήβων σε καθεστώς ελεγχόμενης ελευθερίας και επιβλήθηκε από την ηλικία των 12 ετών η κράτηση για λόγους αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Οι ομοιότητες με τις πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης για αυστηροποίηση των διατάξεων για την ποινική ευθύνη των ανηλίκων και των γονιών τους είναι προφανείς. Η νεανική παραβατικότητα, που εναποτίθεται εύκολα στην ατομική και οικογενειακή ευθύνη, είναι στην πραγματικότητα αποτέλεσμα της διοχέτευσης αξιών και συμπεριφορών με επίκεντρο τον ατομισμό, της πλήρους εμπορευματοποίησης, της αποφυγής της δύσκολης πραγματικότητας μέσα από κάθε είδους εξάρτηση, της ιδέας του εύκολου κέρδους, παθογένειες που αναπαράγονται και διαχέονται από τα μέσα επικοινωνίας και το διαδίκτυο με την κρατική ανοχή και αδιαφορία. Στον γονιό που συνθλίβεται από την εργασιακή ανασφάλεια, την 12ωρη εργασία, την σωματική και ψυχική εξάντληση, που του στερείται η δυνατότητα πραγματικής ανατροφής του παιδιού του, φορτώνουμε και την ποινική ευθύνη για παραμέληση εποπτείας του ανηλίκου και μάλιστα με αυστηρότερες ποινές.

Ίδια συνταγή ακολουθήθηκε στην επιχειρούμενη αυστηροποίηση του νόμου για την ενδοοικογενειακή βία. Συνεχής προβολή από τα μέσα ενημέρωσης περιστατικών από το αστυνομικό δελτίο, δημιουργία κλίματος φόβου, αντιεπιστημονική προσέγγιση, διαστρέβλωση των γεγονότων μέχρι το σημείο να φτάσει να «απαιτεί» η ουσιαστικά απληροφόρητη κοινή γνώμη την αυστηροποίηση του νόμου και την χωρίς ουσιαστικές εγγυήσεις καταδίκη των κατηγορουμένων. Εξαγγέλλεται η επαναφορά στο καθεστώς της προφυλάκισης που καταργήθηκε πριν μισό αιώνα περίπου και μάλιστα όχι μόνο για κακουργήματα αλλά και για πλημμελήματα, η απευθείας παραπομπή στο ακροατήριο, η συζήτηση της υπόθεσης χωρίς την παρουσία του/της καταγγέλλοντος/ουσας, η έκτιση της ποινής χωρίς μετατροπή και αναστολή. Κάθε νηφάλια φωνή που επιχειρεί να θέσει τα ζητήματα στην πραγματική τους διάσταση καταγγέλλεται ως υποστηρικτική των δραστών και απομονώνεται.

Τι ακριβώς καταγράφουν οι επίσημες στατιστικές μελέτες για τα ποσοστά της εγκληματικότητας θα μας τα πουν οι ομιλητές μας.  Έχουν πράγματι αυξηθεί ή είναι μια βολική κατασκευή που εξυπηρετεί την επιβολή του δόγματος της αυστηροποίησης; Πόσο αποτελεσματική είναι η αύξηση των ορίων των ποινών για την μείωση της εγκληματικότητας αποδεικνύεται εύκολα από την αναντιστοιχία μεταξύ των δρακόντειων μέτρων που έχουν ληφθεί τα τελευταία χρόνια για τους δράστες των εμπρησμών των δασών και των καταστροφικότερων πυρκαγιών που είχαμε ποτέ στην χώρα μας. Απέτρεψαν οι ποινές την αύξηση της εγκληματικής δράσης;

Τα Μέσα Ενημέρωσης μπόρεσαν να κάνουν εύκολο το έργο της προώθησης του δόγματος της μηδενικής ανοχής. Υπήρξε ένα εμπόδιο σ’ αυτήν την επιχείρηση. Η στάση των δικαστικών αρχών που σε συγκεκριμένες υποθέσεις δεν επηρεάστηκαν από τον συλλογικό πανικό και την άσκηση πίεσης και εφάρμοσαν τον νόμο. Από την επόμενη ημέρα τα Μέσα Ενημέρωσης στοχοποίησαν τους δικαστικούς λειτουργούς ως επιεικείς, αδιάφορους, βασικούς υπαίτιους για την ατιμωρησία και την αύξηση της εγκληματικότητας. Πρώην αστυνομικοί έχουν μόνιμη θέση στα τηλεοπτικά πάνελ ως τάχα ειδικοί για να επιβεβαιώσουν πως το δόγμα της μηδενικής ανοχής εφαρμόζεται απαρέγκλιτα από την αστυνομία που συλλαμβάνει τους δράστες αλλά σκοντάφτει στους ασυνείδητους δικαστικούς λειτουργούς που αρνούνται να προφυλακίσουν, να καταδικάσουν, να στείλουν τους κατηγορούμενους στις φυλακές. Οι ανακοινώσεις της Ένωσής μας απαξιώνονται εύκολα στην κοινή γνώμη ως δήθεν συντεχνιακή κάλυψη σε συναδέλφους. Η άσκηση πίεσης είναι πολύπλευρη και η συλλογική συνείδηση που δημιουργείται με όλα τα μέσα χειραγώγησης λειτουργεί ως οδοστρωτήρας. Η επιβολή του δόγματος της αυστηροποίησης είναι ο υπέρτατος νόμος και τον νόμο αυτό καλούνται να τον υπηρετήσουν όλοι. Οι ιδιωτικές φυλακές στην Ελλάδα ξεκίνησαν ήδη να λειτουργούν στον Ασπρόπυργο με την μορφή ΣΔΙΤ. Το πρώτο βήμα έγινε. Για να γίνουν αποδοτικές για τον επενδυτή απαιτούν ωστόσο διαρκή ανατροφοδότηση και αύξηση του αριθμού των κρατουμένων. Το ποινικό οπλοστάσιο είναι αναγκαίο να αυστηροποιηθεί για να ικανοποιήσει αυτήν την επιχειρηματική ανάγκη.

Θα κλείσω με μία φράση του Wacouant «Οικονομική απορρύθμιση και ποινική υπερρύθμιση πάνε μαζί: η κοινωνική από-επένδυση συνεπιφέρει και καθιστά αναγκαία την σωφρονιστική υπερ-επένδυση, τη μόνη ικανή να τιθασεύει τους τριγμούς που προκαλούν η αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας και η γενίκευση της υλικής ανασφάλειας που προκύπτει μοιραία για τα χαμηλά στρώματα της ταξικής δομής».