Από την Εύη Τσορδιά, Ασκουμένη Δικηγόρο Πατρών, Νομικός Παλμός


Ο όρος «Αστική ευθύνη του Δημοσίου» αντικατοπτρίζει την υποχρέωση του Δημοσίου να αποζημιώνει τον ιδιώτη, σε περίπτωση που κάποια πράξη ή παράλειψη του προκαλεί ζημία.
Αποτελεί, λοιπόν, μια επανορθωτική λειτουργία του Δημοσίου προς αποκατάσταση του ιδιώτη, διότι πολλές φορές οι πράξεις ή παραλείψεις τον οργάνων του παραβιάζουν την αρχή της νομιμότητας.
Πυρήνα της θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του Δημοσίου αποτελούν τα άρθρα 105ΕισΝΑΚ και 106ΕισΝΑΚ και μέσω αυτών θεμελιώνονται οι προϋποθέσεις που απαιτείται να συντρέχουν για να αποδειχθεί η ευθύνη, ήτοι: α) η ύπαρξη παράνομης πράξης, παράλειψης, ή υλικής ενέργειας, ή παράλειψης υλικής ενέργειας από τις δημόσιες αρχές κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, καθώς και β) η απόδειξη συγκεκριμένης ζημίας, η οποία, όμως, πρέπει να γίνεται αυστηρά κατά την ενάσκηση της δημόσιας εξουσίας και γ) η ύπαρξη αιτιώδους σύνδεσης μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης και της προκληθείσας ζημίας που υπάρχει όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, η πράξη ή η παράλειψη είναι επαρκώς πιθανή να προκαλέσει τη ζημία κατά την φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων(βλ. ΣτΕ 1396/2014, ΣτE 7/2016). Μάλιστα, δε, απαιτείται να επισημανθεί πως οι ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.
Συνεπώς, όταν πληρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις, το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου είναι υποχρεωμένα να αποκαταστήσουν κάθε θετική ή αρνητική ζημία.
Περαιτέρω, αυτό που εγείρει το ενδιαφέρον, είναι πως τα Δικαστήρια μπορούν να επιβάλουν χρηματική αποζημίωση ακόμη και εξαιτίας ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, σύμφωνα με το άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα(ΣτΕ 1229/2019, 2487/2018, 1678/2017, 3692/2015, 3040/2014κ.ά.)
Σε περίπτωση, δε, όπου η ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ , οφείλεται στην έκδοση ευνοϊκής πράξεως για τον ζημιωθέντα παρά την έλλειψη νόμιμων προϋποθέσεων, και ο ζημιωθείς πίστεψε ανυπαιτίως σε αυτήν, η ευθύνη εκτείνεται στην αποκατάσταση του αρνητικού διαφέροντος (ήτοι διαφέροντος εμπιστοσύνης). Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αποκατασταθεί τόσο η περιουσία του ζημιωθέντα στη θέση που θα ήταν αν δεν είχε εκδοθεί η μη νόμιμη διοικητική πράξη (ήτοι θετική ζημία), όσο και το κέρδος που ο ίδιος θα είχε αποκομίσει από άλλη πηγή, αν δεν είχε πιστέψει ανυπαιτίως στην ισχύ της διοικητικής πράξης (ήτοι αποθετική ζημία) .
Επιπρόσθετα, από τις διατάξεις των άρθρων 71 παρ. 1 και 73 παρ. 2 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προκύπτει ότι η αγωγή μπορεί να ασκηθεί από αυτόν που έχει χρηματική αξίωση κατά του Δημοσίου ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου. Ωστόσο, το αίτημα της αγωγής μπορεί να είναι είτε η καταψήφιση της αξιoύμενης παροχής είτε η αναγνώριση της αντίστοιχης αξίωσης. Κατά συνέπεια, με την αγωγή δεν είναι δυνατόν να ζητηθεί η αναγνώριση της ύπαρξης ή της μη ύπαρξης εννόμων σχέσεων ή δικαιωμάτων, αλλά μόνο η αναγνώριση ή καταψήφιση χρηματικής αξίωσης.
Έτι περαιτέρω, η ζημία μπορεί να εκτιμηθεί όχι μόνο με βάση την περιουσιακή αξία (ζημία υπό στενή έννοια) αλλά και με βάση την μη περιουσιακή βλάβη (ζημία υπό ευρεία έννοια), η οποία περιλαμβάνει την ηθική βλάβη. Η τελευταία σχετίζεται με τη βλάβη που προκύπτει σε μη περιουσιακά αγαθά όπως η ζωή, η υγεία, η ελευθερία, η τιμή κλπ. και αντικατοπτρίζει τη σωματική, ψυχική ή κοινωνική ατομικότητα του ατόμου. Οι διατάξεις των άρθρων 57 και 59 του Αστικού Κώδικα εστιάζουν στην αποζημίωση της ηθικής βλάβης που προκύπτει από παράνομες ενέργειες που πλήττουν την προσωπικότητα ενός ατόμου. Αντίθετα, η διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ εφαρμόζεται για κάθε περίπτωση αδικοπραξίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκαλούν ζημία σε περιουσιακά αγαθά.
Συνεπώς, η 59 ΑΚ επιτρέπει την αποζημίωση για την προσβολή μη περιουσιακών αγαθών, ενώ η 932 ΑΚ εφαρμόζεται ευρύτερα για κάθε είδους αδικοπραξία, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που προκαλούν ζημία σε περιουσιακά αγαθά και παράλληλα προσβάλλουν την προσωπικότητα του θύματος.
Εντούτοις, έχει υποστηριχθεί και η αντίθετη άποψη, διότι έχει κριθεί με την υπ’ αριθ. 540/2021 απόφαση του ΣτΕ ότι η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης μπορεί να επιδικαστεί σε περιπτώσεις που η προσωπικότητα προσβάλλεται από παράνομες πράξεις ή παραλείψεις οργάνων του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου κατά την άσκηση των καθηκόντων τους (βλ. ΣτΕ 3292/2017, 410/2016).
Ωστόσο, για να ζητηθεί αυτή η χρηματική ικανοποίηση, απαιτείται η πράξη ή παράλειψη να είναι αντικειμενικώς ικανή να προκαλέσει την προσβολή της προσωπικότητας που επικαλείται ο διοικούμενος, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και κατά την αιτιολογημένη κρίση του Δικαστηρίου (βλ. ΣτΕ 4279/2013).