Με εγκύκλιό της η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ζήτησε από τους εισαγγελικούς λειτουργούς όπως μελετήσουν την απόφαση Β.Υ. κατά Ελλάδας με την οποία καταδικάστηκε η χώρα για αναποτελεσματική ποινική διερεύνηση καταγγελίας για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση.
Αναλυτικά η εγκύκλιος αναφέρει:
ΘΕΜΑ : Εκτέλεση της απόφασης του ΕΔΔΑ, στην υπόθεση του τούρκου υπηκόου Β.Υ. κατά Ελλάδας με αριθμ. προσφυγής 60990/ 2014.
ΣΧΕΤ. : α) Η άνω απόφαση του ΕΔΔΑ, Β.Υ κατά Ελλάδας της 26-1-23, που κατέστη οριστική στις 26-4-23.
β) Το υπ’ αριθ. πρωτ. 103-3955/Α2465/24-10-2023 έγγραφο του ΝΣΚ/Θεματικός Σχηματισμός Υποθέσεων της ΕΕ & των Δικαστηρίων της, του ΕΔΔΑ & Δικαστηρίων Αλλοδαπής.
1. Αποστέλλουμε τα σχετικά προκειμένου να λάβουν γνώση ενυπογράφως άπαντες οι εισαγγελικοί λειτουργοί της υπηρεσίας σας και να ενεργήσουν αναλόγως σε κάθε παρόμοια περίπτωση.
2. Ειδικότερα οι εισαγγελικοί λειτουργοί της χώρας παρακαλούνται, αφού μελετήσουν το ιστορικό της υπόθεσης, να εστιάσουν την προσοχή τους ιδιαίτερα στις παραγράφους 58 έως 66 του (α’) σχετικού, καθώς επίσης στις υπ’ αριθμ. 5 και 9 του (β’) σχετικού.
3. Εντελώς συνοπτικά, ύστερα από προσφυγή του Τούρκου υπηκόου Β. Υ, το ΕΔΔΑ καταδίκασε την χώρα μας, για παραβίαση του δικονομικού σκέλους του άρθρ. 3 της ΕΣΔΑ, δηλ. για αναποτελεσματική ποινική διερεύνηση καταγγελίας για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση.
Ειδικότερα το δικαστήριο καταλόγισε στην χώρα μας, ότι η διεξαχθείσα ποινική έρευνα, όσον αφορά τις καταγγελίες για βίαιη με ξυλοδαρμό απαγωγή από πέντε άτομα του εν θέματι στις 30-5-2013, ώρα 21:30 περίπου, στο Κέντρο των Αθηνών και εξαναγκαστική επιβίβασή του σε αυτοκίνητο που αναχώρησε προς άγνωστη κατεύθυνση, χωρίς ποτέ να εντοπισθούν, ούτε αυτό ούτε οι δράστες, της υποθέσεως τεθείσης στο αρχείο αγνώστων δραστών στις 26-2-2014, δεν ήταν – όπως σε κάθε ανάλογη υπόθεση έχει απαιτήσει το ΕΔΔΑ – ταχεία, ούτε διεξοδική/εμπεριστατωμένη (με στόχο δηλ. την διακρίβωση των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών και επιδίωξη την απόκτηση και εξασφάλιση όλων των αποδεικτικών στοιχείων, την λήψη καταθέσεων από τα θύματα και τους μάρτυρες με υποβολή των κατάλληλων ερωτήσεων και εν γένει την διενέργεια κάθε πρόσφορης ανακριτικής πράξης προς εντοπισμό των δραστών και επιβολή κυρώσεων αν διαπιστωθεί ύπαρξη ευθύνης), ούτε ανεξάρτητη/αμερόληπτη (αφού τα διεξάγοντα την έρευνα όργανα και οι έχοντες αποφασιστική αρμοδιότητα πρέπει να μην έχουν ιεραρχική ή εν γένει υπηρεσιακή εξάρτηση από τον δράστη και να μην συνδέονται με αυτόν ή το θύμα με κανενός είδους προσωπική ή άλλη σχέση), ούτε εν τέλει πραγματική/αποτελεσματική έρευνα, για τους συγκεκριμένους λόγους που εκτίθενται στην απόφαση.
4. Για τα ανωτέρω αποφάνθηκε χωρίς διάκριση το ΕΔΔΑ, καίτοι αρχικά η προκαταρκτική έρευνα διενεργήθηκε μεν από αστυνομικούς προανακριτικούς υπαλλήλους, αλλά σύντομα συνεχίστηκε από εισαγγελικό λειτουργό και εν τέλει από ανακριτή, οι οποίοι (οι δύο τελευταίοι) ως δικαστικοί λειτουργοί έχουν κατοχυρωμένη από το άρθρ. 87 του Συντάγματος προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία (ειδικά ότι ο εισαγγελέας μετατάχθηκε από δημόσιος κατήγορος σε δικαστικό λειτουργό βλ. άρ. 87§3, 88§5, 6, 90§1, 2, 3, 5, 91 §1 του Συντάγματος – Ολομ. Α.Π 794/76, Π.Χρ. ΚΖ 229, Α.Π 1935/06, Π.Χρ. ΝΖ 814, Α.Π 555/05, Π.Χρ. ΝΕ 993 – Ολομ. ΣτΕ 1160/89, ΣτΕ 2351/14 – βλ. και Γνωμ. Εισ. Α.Π [Γρ. ΚΑΝΙΑΔΑΚΗΣ] 2/02, Ποιν. Δικ. 2002, 1171 – Γνωμ. Εισ. Α.Π [Δ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ] 13/2020, Π.Χρ. Ο’ 625- Γνωμ. Εισ. Α.Π [Γ. ΣΚΙΑΔΑΡΕΣΗΣ] 2/22, Π.Χρ. ΟΒ’ 153 – Κ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ, Π.Χρ. Λ 609 επ.).
5. Η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά την 1475η σύνοδο αυτής, τον Σεπτέμβριο 2023, ενέταξε την ανωτέρω υπόψη απόφαση στην ομάδα υποθέσεων «Σιδηρόπουλος και Παπακώστας» (No προσφυγής 33349/2010, απόφαση του ΕΔΔΑ της 25-1-2018), στο πλαίσιο της οποίας επιτηρείται η εκτέλεση των αποφάσεων, όπου το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του δικονομικού σκέλους των άρθρ. 2 και 3 της ΕΣΔΑ, λόγω μη διεξοδικής ποινικής διερεύνησης περιστατικών θανάτου ή κακομεταχείρισης με φερόμενους δράστες όργανα των σωμάτων ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος. Τέτοιες αποφάσεις του ΕΔΔΑ (ένδεκα μαζί με την «Σιδηρόπουλος – Παπακώστας) σε βάρος της Ελλάδας βλ. στην υπ’ αριθμ. 3/ 22-5-2019 εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου).
Έκτοτε ανέκυψαν και έχουν ενταχθεί στην ίδια ομάδα οι εξής νεότερες αποφάσεις του ΕΔΔΑ σε βάρος της Χώρας μας: Κωνσταντινόπουλος κ.ά. No 2, αρ. προσφ. 29543/15, απόφ. της 22-11-2018 (βλ. εγκύκλιο του αντ/λέα Α.Π Δημ. Παπαγεωργίου 6/ 17-3-2020) – Sarwari κ.ά, αρ. προσφ. 38089/12, απόφ. της 11-4-2019 – ΦΟΥΝΤΑΣ αρ. προσφ. 50283/13, απόφ. της 3-10-2019 -Torosian αρ. προσφ. 48195/17, απόφ. της 7- 10-2022 (βλ. εγκύκλιο του αντ/λέα Α.Π Δημ. Παπαγεωργίου 1/3-1-2023) – και τώρα Β.Υ κατά Ελλάδας, απόφ. της 26-1-23.
6. Υπενθυμίζοντας επιπροσθέτως και την υπ’ αριθμ. 8/26-5-22 εγκύκλιό μας, πρόδηλο είναι ότι η ταχεία, διεξοδική/εμπεριστατωμένη, αμερόληπτη και πραγματική/αποτελεσματική ποινική διερεύνηση κάθε ανάλογης υπόθεσης από τους εισαγγελικούς λειτουργούς της Χώρας, οι οποίοι διακατέχονται από σθένος (επιθεωρούμενο κριτήριο άλλωστε κατ’ άρθρ. 102§2 εδ. α’ ν. 4938/22) και υψηλό περί δικαίου φρόνημα, ενώ θωρακίζονται από την συνταγματική επιταγή περί προσωπικής και λειτουργικής τους ανεξαρτησίας, που επιβεβαιώνεται καθημερινά στο πεδίο και σε κάθε υπόθεση, ιδιαίτερα σε όσες είναι αιχμής, μειώνει κατά πολύ τον κίνδυνο δυσμενών για την Χώρα μας αποφάσεων του ΕΔΔΑ.
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Γεώργιος Σκιαδαρέσης
Πηγή: eisap.gr