Γράφει η Κωνσταντίνα Λεκκάκου, Δικηγορικά γραφεία «Λεκκάκου & Συνεργάτες»

Όπως αναλύθηκε σε πρόσφατη αρθρογραφία μας, υποθέσεις που ανέλαβε ο Δικηγορικός Οίκος «Lekkakou & Associates – Law Firm» ανέδειξαν δύο μεθοδεύσεις που χρησιμοποιούν οι servicers, προκειμένου να παρακάμπτουν τη διαδικασία του Εξωδικαστικού Μηχανισμού και να προχωρούν παρανόμως σε δικαστικές ενέργειες, κατά του οφειλέτη.
Στο συγκεκριμένο άρθρο θα αναδειχτεί και τρίτη μεθόδευση των funds, όπου καταστρατηγούν προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις και προγραμματίζουν πλειστηριασμούς, δίχως να έχουν το έννομο αυτό δικαίωμα.
Εντολέας – δανειολήπτης του Δικηγορικού μας Οίκου, ο οποίος διατηρεί μεγάλη κατασκευαστική εταιρεία στην Ελλάδα, βρέθηκε στο «στόχαστρο» των servicers, αντιμετωπίζοντας εκ νέου πλειστηριασμό της ακίνητης περιουσίας του, μολονότι είχε προηγηθεί δικαστική κρίση και ακύρωση της προηγούμενης κατάσχεσης ακινήτου, που επισπεύδετο από την ίδια εταιρεία διαχείρισης, βάσει του ίδιου εκτελεστού τίτλου και για την είσπραξη της ίδιας απαίτησης με τότε, καθυστερώντας παράλληλα την ολοκλήρωση της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Lekakou_konstantina_04a_28_1_1_3_1_2.jpg

Συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο του 2024, το Πρωτοδικείο είχε ήδη αποφανθεί επί της ανωτέρω ένδικης διαφοράς, με απόφασή του, που έκρινε, ότι η συγκεκριμένη εταιρεία διαχείρισης δεν νομιμοποιείται να προβαίνει σε πράξεις εκτέλεσης (κατάσχεση, επιταγή προς πληρωμή) κατά της επιχείρησης του εντολέα μας, καθώς, βάσει των επικαλούμενων και προσκομιζόμενων από αυτήν εγγράφων, αποδείχθηκε, πως δεν έχουν τηρηθεί οι διατάξεις αναγκαστικού δικαίου και δημόσιας τάξης, οι οποίες αφορούν την υποχρεωτική τήρηση της δημοσιότητας, ως προς τον συστατικό τύπο των συμβάσεων πώλησης και διαχείρισης των τιτλοποιημένων δάνειων, με συνέπεια να ακυρωθούν η επιταγή προς πληρωμή και η κατάσχεση που είχε επιβληθεί. 
Μετά και τη δεκτή απόφαση, κατά της κατάσχεσης, ο δανειολήπτης, που επεδίωκε να ρυθμίσει, κατέφυγε στις διαδικασίες υπαγωγής του στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Παρόλα αυτά, λίγες ημέρες αργότερα, η ΙΔΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΠΑΙΤΗΣΗ!!! αγνόησε, με προκλητικό τρόπο, την προαναφερθείσα οριστική δικαστική απόφαση, καθώς και την ΕΝ ΕΞΕΛΙΞΕΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ και πριν προλάβει να προβεί ο δανειολήπτης σε οριστική υποβολή, άρα και προστασία από κατασχέσεις,  ώστε να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις εν ηρεμία, προχώρησε σε ΝΕΑ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ επί των ΙΔΙΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ της  επιχείρησής, επικαλουμένη απλώς την κοινοποίηση  νέας  επιταγής προς εκτέλεση, χωρίς να έχει διορθωθεί καμία από τις κριθείσες ακρότητες της προηγούμενης επιταγής, αναφέροντας προκλητικά την ίδια ακριβώς ιστορική και νομική βάση, ως προς την ενεργητική της νομιμοποίηση (η οποία είχε ήδη κριθεί και ακυρωθεί  από το Δικαστήριο).
Δηλαδή, η νέα κοινοποίηση της διαταγής πληρωμής με επιταγή προς εκτέλεση, γίνεται η «κολυμπήθρα του Σιλωάμ» και ο δανειολήπτης θα αναγκάζεται να  επιδίδεται σε κοστολόγους και ψυχοφθόρους δικαστικούς αγώνες, μέχρις εξουθενώσεως του, χωρίς επιπτώσεις;
Την απάντηση έδωσε η κρίση του Δικαστηρίου για το θέμα αυτό, η οποία ήταν ακόμα πιο αυστηρή αυτήν τη φορά, ως προς τις προκλητικές πρακτικές του servicer, που αγνόησε την προγενέστερη δικαστική απόφαση και την αποδεδειγμένη βούληση του δανειολήπτη να ρυθμίσει, μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, οδηγώντας τον στο να διακόψει οποιαδήποτε συνέχιση εκτελεστικής διαδικασίας, επιδικάζοντας, υπέρ της επιχείρησης του εντολέα μας, σημαντικό ποσό αποζημίωσης, ως δικαστική δαπάνη.
Αναδεικνύεται, ωστόσο, μια νέα πεποίθηση που κινδυνεύει να παγιώσει μια πρακτική, με την οποία οι παραβιάσεις του νόμου και των δικαστικών αποφάσεων, από τις εταιρείες διαχείρισης και τα funds, δεν εμποδίζουν, και ακόμα χειροτέρα, δεν τα «φοβίζουν», μην υποστούν κυρώσεις. Ουσιαστικά, δεν αποτρέπουν τις πρακτικές του «θηρευτή». Αντίθετα τις επιτρέπουν να αισθάνονται παντοδύναμες και, ότι ουδείς δύναται να σταθεί εμπόδιο στον στόχο της άμεσης, εσπευσμένης και βίαιης ανάκτησης των απαιτήσεων.
Σε αυτήν την άκρως καταχρηστική συμπεριφορά των funds και των servicers παραμένει ακόμη υπαρκτή η καταφυγή στα Δικαστήρια. Μόνον αυτά εν τελεί προστατεύουν τα ουσιαστικά και δικονομικά δικαιώματα των πολιτών. 
Η νομοθετική εξουσία και οι εποπτεύουσες Αρχές αφήνουν ατιμώρητες αυτές τις καταδικαστέες πρακτικές, που στόχο έχουν την ηθική και οικονομική εξουθένωση των δανειοληπτών, επιτρέποντας εν πολλοίς, την αγορά των δανείων ελεύθερη και μη ελεγχόμενη για παράνομες πρακτικές, με τους δανειζόμενους πολίτες να έχουν το αίσθημα, ότι απροστάτευτοι καλούνται να συνδιαλλαγούν σε ένα ασύδοτο και κερδοσκοπικό περιβάλλον με ένα άγνωστο και μη ελεγχόμενο πιστωτή που μεταβιβάζει ο ένας στον άλλο, εν αγνοία του δανειζόμενου και αιφνιδιαστικά, την υπέγγυα περιουσία του, χωρίς να του δίνεται ουσιαστικά η δυνατότητα να ρυθμίσει στην πράξη με μια ρεαλιστική και βιώσιμη ρύθμιση, ούτε και μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, του οποίου η ασφάλεια και η προστασία του αδύναμου μέρους των διαπραγματεύσεων, όσο αυτές διαρκούσαν, ήταν το ζητούμενο και ένας από τους βασικούς στόχους ενός ευνομούμενου κράτους δικαίου που καλούνταν να εξυπηρετήσει.

Απόσπασμα του υπό έκδοση βιβλίου με τίτλο «ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ στην αναγκαστική εκτέλεση» με υπότιτλο «Περί Πλειστηριασμών – Από τη θεωρία στην πράξη» ISBN 978-618-00-3736-4