ΣτΕ: Συνταγματικό το κατ’ άρθρα 59 και 60 του ν. 4804/2021 σύστημα κατανομής των εδρών του περιφερειακού συμβουλίου και ανάδειξης περιφερειακών συμβούλων

ΣτΕ 568, 569/2025 Γ’ Τμ.

Πρόεδρος: Δημ. Μακρής, Σύμβουλος της Επικρατείας

Εισηγητής: Στ. Κτιστάκη, Σύμβουλος της Επικρατείας και Ελ. Κουλεντιανού, Πάρεδρος

 

Με τις 568, 569/2025 αποφάσεις του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκαν τα ακόλουθα:

 

Ι. Το θεσπισθέν με τις διατάξεις των άρθρων 59 και 60 του ν. 4804/2021 σύστημα κατανομής των εδρών του περιφερειακού συμβουλίου, σύμφωνα με το οποίο ο επιτυχών συνδυασμός που πλειοψήφησε με ποσοστό μεγαλύτερο του 43% λαμβάνοντας τα 3/5 του συνόλου των εδρών του περιφερειακού συμβουλίου, λαμβάνει μια έδρα σε κάθε εκλογική περιφέρεια της περιφέρειας, ακολουθεί δε η κατανομή των 2/5 του συνόλου των εδρών του περιφερειακού συμβουλίου, οι οποίες αναλογούν στους μικρότερους σε εκλογική δύναμη (επιλαχόντες) συνδυασμούς, ενώ οι έδρες που παραμείνουν αδιάθετες σε κάθε εκλογική περιφέρεια, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας για όλους τους επιλαχόντες συνδυασμούς, καταλαμβάνονται από τον επιτυχόντα συνδυασμό, δεν προσκρούει σε συνταγματικές διατάξεις ή αρχές. Και τούτο διότι το σύστημα αυτό, που είναι, πάντως, εκ των προτέρων γνωστό στους υποψηφίους και στους εκλογείς, κείται εντός του πλαισίου της καταλειπόμενης από το Σύνταγμα ελευθερίας στον νομοθέτη να καθορίζει το κατά την κρίση του περισσότερο πρόσφορο και ενδεδειγμένο, με τις συγκεκριμένες περιστάσεις, εκλογικό σύστημα, που σκοπεί στην ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας, ενώ, παράλληλα εξασφαλίζει την κυβερνησιμότητα από τον επιτυχόντα συνδυασμό. Συνεπώς, το σύστημα αυτό δεν θίγει τον πυρήνα του εκλογικού δικαιώματος ούτε παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής βούλησης, της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος και της ευρύτερης λαϊκής εκπροσώπησης ούτε την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι η ρύθμιση αυτή της κατανομής των εδρών του περιφερειακού συμβουλίου δεν είναι ακατάλληλη για την επίτευξη του συνταγματικώς θεμιτού σκοπού της ευρύτερης δυνατής εκπροσώπησης των επιλαχόντων συνδυασμών με την απόδοση σε αυτούς εδρών σε εκείνες τις εκλογικές περιφέρειες, στις οποίες έχουν λάβει τον μεγαλύτερο αριθμό εγκύρων ψηφοδελτίων, ως αντιστάθμισμα της υπερεκπροσώπησης του επιτυχόντος συνδυασμού στο περιφερειακό συμβούλιο ούτε, εξ άλλου, υπερακοντίζει τον σκοπό αυτό. Επίσης, το εν λόγω σύστημα δεν θίγει ούτε την συνταγματική αρχή της ισοδυναμίας της ψήφου, και μάλιστα μεταξύ των εκλογέων του επιτυχόντος συνδυασμού, δεδομένης της ευχέρειας του νομοθέτη να καθορίζει το εκλογικό σύστημα της κατανομής των εδρών του περιφερειακού συμβουλίου ανά εκλογική περιφέρεια όχι αποκλειστικά με βάση τις ψήφους τις οποίες έλαβε συγκεκριμένος συνδυασμός στην εκλογική αυτή περιφέρεια, αλλά και σε συνδυασμό με την εκλογική του δύναμη σε ολόκληρη την περιφέρεια, έστω και εάν αυτό έχει ως αποτέλεσμα να λαμβάνει ο επιτυχών συνδυασμός σε εκλογικές περιφέρειες, στις οποίες παρουσιάζει τα μεγαλύτερα ποσοστά εγκύρων ψηφοδελτίων, λιγότερες έδρες ή να μην εκλέγεται υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος του ίδιου συνδυασμού, που έλαβε περισσότερους σταυρούς προτίμησης από άλλον υποψήφιο που εκλέγεται σε άλλη εκλογική περιφέρεια με λιγότερες ψήφους (βλ. ΣτΕ 2140/2013 Ολ., 1788/2014 επταμ.).

ΙΙ. To εν λόγω σύστημα ανάδειξης περιφερειακών συμβούλων δεν εισάγει υπέρμετρο περιορισμό του δικαιώματος του εκλέγεσθαι, λαμβανομένου υπόψη του αντικειμενικού χαρακτήρα του και του συνταγματικά θεμιτού σκοπού που επιδιώκεται, ο οποίος συνίσταται στην ενίσχυση της γνήσιας αντιπροσώπευσης. Ως εκ τούτου, η μη ανάδειξη υποψήφιας ως τακτικής περιφερειακής συμβούλου, αν και είχε λάβει περισσότερους ψήφους-σταυρούς προτίμησης από ήδη εκλεγέντα περιφερειακό σύμβουλο κατά τις σχετικές εκλογές, δεν παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.

ΙΙΙ. Οι εκλογές για την ανάδειξη των οργάνων των ΟΤΑ δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 3 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ, διότι οι διατάξεις αυτές, κατά ρητή τους πρόβλεψη, εφαρμόζονται στις εκλογές για την ανάδειξη του νομοθετικού σώματος.