ΣτΕ 627/2025 Δ΄ Τμ.
Πρόεδρος: Η. Μάζος, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Κ. Σκούρα, Πάρεδρος
Έννοια οργανισμού δημοσίου δικαίου και αναθέτουσας αρχής κατ’ άρθρο 2 παρ.1 αρ. 1 του ν. 4412/2016. Σύντμηση δικογράφου κατά την παρ. 6 του άρθρου 17 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει. Αιτιολόγηση ασυνήθιστα χαμηλής οικονομικής προσφοράς.
Επί αιτήσεως ακυρώσεως και αναστολής κατά πράξεων της ΕΑΔΗΣΥ και του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ ΑΕ έγινε δεκτό ότι η εταιρεία αυτή, η οποία έχει νομική προσωπικότητα, έχει συσταθεί με ειδικό σκοπό να εξυπηρετεί ανάγκες δημοσίου συμφέροντος, οι οποίες δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα, και χρηματοδοτείται από το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο επιπλέον ορίζει και τη διοίκηση της εταιρείας, αποτελεί οργανισμό δημοσίου δικαίου και, κατ’ ακολουθία, αναθέτουσα αρχή υπό την έννοια του άρθρου 2 παρ.1 αρ. 1 του ν. 4412/2016.
Κατά τα παγίως κριθέντα, το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, που διασφαλίζει για όλα τα πρόσωπα το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, καθώς και το άρθρο 6 της κυρωθείσης με το ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256) Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), που επίσης κατοχυρώνει το δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας υπό την διατύπωση της «δίκαιης δίκης», δεν αποκλείουν στον κοινό νομοθέτη να θεσπίζει δικονομικές προϋποθέσεις και γενικώτερα διατυπώσεις για την πρόοδο της δίκης, αρκεί αυτές να συνάπτονται προς την λειτουργία των δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης και, περαιτέρω, να μην υπερβαίνουν τα όρια εκείνα, πέραν των οποίων επάγονται την άμεση ή έμμεση κατάλυση του προστατευομένου από τις ανωτέρω διατάξεις ατομικού δικαιώματος παροχής έννομης δικαστικής προστασίας (ΣτΕ 2764/2020, Ολ ΣτΕ 3087/2011, 1583/2010, 3470/2007, 647/2004). Με το σκεπτικό αυτό απερρίφθη λόγος ακυρώσεως περί αντίθεσης στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 της ΕΣΔΑ της ρύθμισης της παρ. 6 του άρθρου 17 του π.δ. 18/1989, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 3 του ν. 5119/2024, με την οποία προβλέπεται ότι τα δικόγραφα των ενδίκων βοηθημάτων και μέσων που απευθύνονται προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν υπερβαίνουν τις τριάντα (30) σελίδες, σε περίπτωση δε υπέρβασης του αριθμού αυτού, η Γραμματεία του Δικαστηρίου καλεί τον πληρεξούσιο δικηγόρο να περιορίσει την έκταση του δικογράφου. Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε ότι με τις πιο πάνω διατάξεις εισήχθη πληρέστερη και αυστηρότερη από την προϊσχύουσα διαδικασία για τον περιορισμό της έκτασης των εισαγωγικών δικογράφων σε τριάντα (30) σελίδες, σε συμφωνία άλλωστε και με τα διεθνώς κρατούντα κατά την τηρουμένη πρακτική (βλ. και 2024/2173 Πρακτικές οδηγίες προς τους διαδίκους σχετικά με τις υποθέσεις που άγονται ενώπιον του Δικαστηρίου [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] L της 30.8.2024, παρ. 18 επ.), προκειμένου, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, να επιτευχθεί η προσήκουσα και ταχεία εξέτασή τους από το Δικαστήριο. Εξάλλου, σύμφωνα με την ισχύουσα για το Συμβούλιο της Επικρατείας δικονομία, ο αιτών δύναται να προβάλλει επιπλέον λόγους ακυρώσεως με δικόγραφο προσθέτων λόγων αλλά και να καταθέσει υπομνήματα προς ανάπτυξη αυτών (βλ. άρθρο 25 του π.δ. 18/1989, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 11 του ν. 5119/2024).
Τέλος, κρίθηκε ότι κατά την αιτιολόγηση ασυνήθιστα χαμηλής προσφοράς στο πλαίσιο της διαδικασίας του ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ της αναθέτουσας αρχής και του προσφέροντος ο τελευταίος δύναται να τροποποιήσει τις αρχικές παραδοχές της αιτιολόγησής του και να εισφέρει και νέα συμπληρωματικά στοιχεία προς τεκμηρίωση του αξιόπιστου χαρακτήρα της προσφοράς του.