Γράφει η
Κωνσταντίνα Λεκκάκου,
δικηγορικά γραφεία «Λεκκάκου & Συνεργάτες»

Ο προβληματισμός και η ανησυχία της κοινωνίας μας, αναφορικά με την εξυπηρέτηση των κόκκινων δανείων, συνεχίζεται και εν έτει 2025. Παρότι έχει περάσει μια δεκαπενταετία, από τότε που η χώρα μας περιήλθε σε κρίση και τα οικονομικά δεδομένα των πολιτών άλλαξαν άρδην προς το χειρότερο, ο αριθμός των δανείων, που βρίσκονται σε καθυστέρηση ή έχουν καταστεί μη εξυπηρετούμενα, παραμένει πολύ υψηλός, με τις εταιρείες διαχείρισης, οι οποίες έχουν αναλάβει πλέον τις δανειακές απαιτήσεις, να μη δύνανται να βρουν ρεαλιστικές λύσεις.
Οι εταιρείες διαχείρισης «αγόρασαν» τις δανειακές απαιτήσεις, από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας, σε πολύ μικρότερο κόστος από την αξία τους, προκειμένου οι τράπεζες να ενισχύσουν άμεσα τη ρευστότητά τους και οι δανειολήπτες να καταλήξουν σε ευνοϊκότερο συμβιβασμό, αναλαμβάνοντας και έχοντας αυτή τη «βαρύτατη» ευθύνη, απέναντι στο ελληνικό κράτος. Κατά την έννοια αυτή, η ανώνυμη εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις οφείλει να αποφεύγει την εσπευσμένη αναγκαστική κατάσχεση της περιουσίας του οφειλέτη, προπάντων, όταν οι απαιτήσεις της είναι ασφαλισμένες με εμπράγματες ή προσωπικές ασφάλειες και να εξαντλήσει τα περιθώρια εύρεσης συμφέρουσας, και για τις δύο πλευρές, λύσης διακανονισμού της οφειλής, βοηθώντας παράλληλα και στην ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού με την ορθή συμπλήρωση των στοιχείων της πλατφόρμας.
Ωστόσο, οι εν λόγω εταιρείες διαχείρισης, εξυπηρετώντας τους στόχους των εντολέων τους – funds, θέτουν ως προτεραιότητα την άμεση ανάκτηση των απαιτήσεων, μέσω Πλειστηριασμών και όχι την εξεύρεση μίας ρεαλιστικής ρύθμισης δανειοληπτών και επιχειρήσεων με μια μακρόχρονη βιώσιμη εξυπηρέτησή της οφειλής.
Δυστυχώς, στις περισσότερες περιπτώσεις, παρά τις προσπάθειες των οφειλετών για ρύθμιση και αναδιάρθρωση οφειλών, μέσω διμερών ή πολυμερών διαπραγματεύσεων, διαμεσολάβησης, αλλά και της αίτησης υπαγωγής τους στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού, οι υποθέσεις «οδηγούνται», από τους πιστωτές σε πλειστηριασμό, ενώ ταυτόχρονα βρίσκονται σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις.
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις παρόμοιων καταχρηστικών πρακτικών των servicers στηλίτευσαν πρόσφατα τα δικαστήρια σε υποθέσεις, που χειρίστηκαν  τα γραφεία «Lekkakou & Associates – Law Firm».
Επιχειρηματίας με πολυετή δράση στον χώρο των κατασκευών, παρά τις προσπάθειες του να ρυθμίσει την οφειλή του προς την «INTRUM HELLAS», προσέφερε ένα πολύ σημαντικό ποσό, σε σχέση με την οφειλή του, ως εφάπαξ προκαταβολή της επιδιωκόμενης ρύθμισης, όμως η εταιρεία διαχείρισης αρνήθηκε κατηγορηματικά να αποδεχτεί την πρότασή του και προχώρησε στην έκδοση κατασχετήριας έκθεσης για την ακίνητη περιουσία του. Παρότι, ο πρώτος πλειστηριασμός ανεστάλη με δικαστική απόφαση, κρίνοντας εύλογο το δικαίωμα του να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες διαπραγμάτευσης και παρά τη συνεχή προσπάθεια του δανειολήπτη να βρεθεί μια κοινή λύση, η εταιρεία προέβη, λίγο καιρό αργότερα, σε επίσπευση του ιδίου πλειστηριασμού, ο οποίος και ανεστάλη εκ νέου, μετά την καταβολή σημαντικού ποσού, από μεριάς δανειολήπτη, χωρίς, όμως, ρύθμιση της οφειλής, φανερώνοντας την παράνομη συμπεριφορά, που ακολουθούν οι servicers, αποφεύγοντας επίμονα την οριστική διευθέτηση του υπολειπόμενου ποσού.
Έτερη περίπτωση, όπου αναδεικνύεται και καταδικάζεται από το Δικαστήριο ως καταχρηστική η συμπεριφορά των εταιρειών διαχείρισης, είναι η, με αποκλειστική ευθύνη της «DOVALUE», παρακώλυση της διαδικασίας εξέλιξης των διαπραγματεύσεων, μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού και την συνακόλουθη ανυπαίτια  αδυναμία του δανειολήπτη να προβεί σε οριστική υποβολή υπαγωγής του στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, κατά τις διατάξεις του Ν.4738/2020, έτσι ώστε αυτός να στερείται την προστασία, που παρέχει ο νόμος, από ενδεχόμενες δικαστικές ενέργειες.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι εταιρείες διαχείρισης, είτε δεν αναρτούν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα τις προς ρύθμιση οφειλές, που φέρονται ότι διαχειρίζονται (κατά παράβαση της εκ του νόμου υποχρέωσής τους), είτε άλλοτε υποβάλλουν αιτήματα διόρθωσης, απευθυνόμενα στον εαυτό τους, αναφορικά με το ύψος της εμφανιζόμενης οφειλής ή το πρόσωπο του εμφανιζόμενου πιστωτή, με αποτέλεσμα την υπέρμετρη παρακώλυση της διαδικασίας ρύθμισης.
Παράλληλα και δολίως, ενόσω διαρκεί η άνω καθυστέρηση, σπεύδουν να προβούν σε επιβολή κατασχέσεων επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, ο οποίος δεν έχει καταφέρει να λάβει την προστασία, που προβλέπεται εκ του νόμου από την οριστική υποβολή της αίτησης του Εξωδικαστικού Μηχανισμού και εν τέλει να ρυθμίσει.
Τα Δικαστήρια στηλιτεύουν τις άνω όλως καταχρηστικές συμπεριφορές
, ακυρώνοντας την επιβληθείσα κατάσχεση, διαταγή πληρωμής, καταγγελία σύμβασης και λοιπές ενέργειες είσπραξης, στις οποίες προβαίνουν οι εταιρείες διαχείρισης στα πλαίσια των άνω μεθοδεύσεών τους, καταδικάζοντας τις ως αντιβαίνουσες στο πνεύμα των ν.4354/2015 για την ίδρυση και λειτουργία των εταιρειών διαχείρισης και ν.4738/2020 για το εργαλείο του Εξωδικαστικού Μηχανισμού.
Συγκεκριμένα, το Πρωτοδικείο Αθηνών, στην υπόθεση του εντολέα μας έκρινε, ότι «δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι εταιρείες εκμεταλλευόμενες την θέση ισχύος που κατέχουν ως πιστωτές, δικαιούνται προς ίδιον όφελος να δημιουργούν προσκόμματα στους οφειλέτες κατ’ επιλογή και να αρνούνται να συμπράξουν στην προβλεπόμενη από το Νόμο διαδικασία εξωδικαστικού μηχανισμού με αποτέλεσμα να πλήττεται καίρια το συνταγματικά θεμελιωμένο δικαίωμα στην περιουσία των πολιτών, όπως στην παρούσα περίπτωση».
Εν κατακλείδι, οι εταιρείες διαχείρισης, παρόλο που ο ρόλος τους είναι να εξαντλούν όλα τα περιθώρια για εξεύρεση μίας βιώσιμης λύσης και συμβιβασμού, ανάμεσα σε αυτές και τους οφειλέτες, παρατηρείται πολύ συχνά πλήθος παράνομων μεθοδεύσεων, με μοναδικό στόχο… την άμεση ανάκτηση, κατά παράβαση θεμελιωδών συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων προστασίας της περιουσίας των οφειλετών και κατά παράβαση της βασικής αρχής και ΔΕΣΜΕΥΣΗΣ των servicers, ΠΕΡΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΧΕΙΡΟΤΕΡΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ, λόγω της πώλησης των δανείων τους.

Απόσπασμα του υπό έκδοση βιβλίου με τίτλο «ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ στην αναγκαστική εκτέλεση» με υπότιτλο «Περί Πλειστηριασμών – Από τη θεωρία στην πράξη» ISBN 978-618-00-3736-4