Διοικητικό πρόστιμο 1.000 ευρώ επέβαλε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σε λογιστή για την παράνομη επεξεργασία δεδομένων φορολογούμενου και την πλημμελή ικανοποίηση αιτήματος πρόσβασης που αυτός άσκησε στη συνέχεια.
Η υπόθεση ξεκίνησε μετά από καταγγελία πολίτη, ο οποίος αναζητώντας τις φορολογικές υποχρεώσεις του αποβιώσαντος πατρός του πληροφορήθηκε από την αρμόδια ΔΟΥ πως είχε υποβληθεί δήλωση εισοδήματος (Ε1) μετά την ημερομηνία θανάτου. Περαιτέρω, ο καταγγέλλων, ο οποίος τυγχάνει κάτοικος εξωτερικού, πληροφορήθηκε πως η δήλωση αυτή είχε υποβληθεί από τον καταγγελλόμενο στο όνομά του, μολονότι αυτός δεν είχε δώσει σχετική εντολή και παρά το γεγονός πως αυτός δεν διατηρούσε καν επαφές με τον πατέρα του, όσο αυτός βρισκόταν εν ζωή.
Παράλληλα, ο καταγγέλλων επεσήμανε πως μετά την ενημέρωσή του για τα ως άνω απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα προς τον καταγγελλόμενο λογιστή, ζητώντας να μάθει τον τρόπο με τον οποίο περιήλθαν σε γνώση του τα προσωπικά δεδομένα του, χωρίς ωστόσο να λάβει απάντηση.
Η Αρχή ζήτησε τις απόψεις του καταγγελλόμενου, ο οποίος υποστήριξε πως ήταν ο από 15ετίας λογιστής του αποβιώσαντος, έχοντας αναλάβει την κατάρτιση και υποβολή των δηλώσεων εισοδήματος αυτού. Στο πλαίσιο τη εντολής αυτής, ο καταγγελλόμενος κατάρτισε και υπέβαλε τη μετά θάνατον δήλωση εισοδήματος, προκειμένου «όπως ο εντολέας του είχε δηλώσει, να μην επιβαρυνθεί ο υιός του».
Ως προς την καταχώριση των δεδομένων του καταγγέλλοντος, ο καταγγελλόμενος ισχυρίστηκε πως αυτή κρίθηκε αναγκαία, καθώς ήταν απαραίτητο να καταχωρίσει το ονοματεπώνυμο και το ΑΦΜ ορισμένου εν ζωή συγγενούς του θανόντος, ενώ «εξ όσων γνώριζε, ο καταγγέλλων τύγχανε ο πλησιέστερος συγγενής του εντολέα του κατά το χρόνο του θανάτου του, ενώ τα ως άνω στοιχεία είχαν περιέλθει σε γνώση του από τον εντολέα του όσο ζούσε».
Επί του ζητήματος της μη ενημέρωσης του καταγγέλλοντος για την επεξεργασία των δεδομένων του, ο καταγγελλόμενος προέβαλε τον ισχυρισμό πως η επικοινωνία μαζί του ήταν αδύνατη, καθώς αυτός διέμενε στο εξωτερικό και δεν υπήρχε τρόπος επικοινωνίας.
Η Αρχή διαπίστωσε πως η καταχώριση των προσωπικών δεδομένων (ονοματεπώνυμο και ΑΦΜ) του καταγγέλλοντος αποτέλεσε επεξεργασία δεδομένων, η οποία τελέστηκε κατά παράβαση της αρχής της νομιμότητας της επεξεργασίας (άρθρο 5 παρ.1α ΓΚΠΔ) και χωρίς νόμιμη βάση (άρθρο 6 ΓΚΠΔ). Για την παράβαση αυτή επέβαλε διοικητικό πρόστιμο 500 ευρώ.
Σύμφωνα με την Αρχή, ο καταγγελλόμενος λογιστής υποστήριξε πως ενήργησε στο πλαίσιο εντολής του θανόντος εντολέα του, ωστόσο δεν προσκόμισε την επικαλούμενη σύμβαση εντολής, ενώ άλλωστε «σύμφωνα με τις διατάξεις του ΑΚ 726, η σύμβαση της εντολής λύνεται, αν δεν ορίστηκε το αντίθετο, με το θάνατο του εντολέα».
Περαιτέρω, ο καταγγελλόμενος δεν προσκόμισε ούτε άλλου περιεχομένου σύμβαση παροχής υπηρεσιών, η οποία να τεκμηριώνει την ύπαρξη συμβατικής σχέσης του με τον θανόντα πατέρα του καταγγέλλοντος, με περιεχόμενο την υποβολή της επίμαχης δήλωσης.
Κατά συνέπεια, «από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου και της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον της Αρχής, καθώς και εκ των υποβληθέντων υπομνημάτων, προκύπτει ότι δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς από τον καθ’ ου η ισχύς σχετικής εντολής του θανόντος εντολέα/πατέρα του καταγγέλλοντος κατόπιν του θανάτου του, ούτε η ύπαρξη άλλης συμβατικής σχέσης μεταξύ του τελευταίου και του καθ’ ου με περιεχόμενο την υποβολή της επίμαχης δήλωσης εισοδήματος, συμφώνως προς την αρχή της λογοδοσίας του άρθρου 5 παρ. 2 ΓΚΠΔ, ενώ εκ της παράθεσης των ως άνω διατάξεων, προκύπτει ότι ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί ως υφιστάμενη σύμβαση με σχετικό περιεχόμενο, αυτή θα έπασχε ακυρότητας καθώς θα προσέκρουε σε δημοσίας τάξης διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας (ΑΚ 174). Από τις ίδιες ως άνω διατάξεις, δεν προκύπτει εξάλλου νομική υποχρέωση για την υποβολή δήλωσης με ταυτόχρονη κοινοποίηση των δεδομένων κληρονόμων, η οποία να βαρύνει τον καθ’ ου, ούτε εξάλλου η ύπαρξη έτερης νομικής βάσης για την επεξεργασία, συμφώνως προς τα στοιχεία α) έως στ) του άρθρου 6 παρ. 1 ΓΚΠΔ.»
Πέραν της παράβασης αυτής όμως, η Αρχή διαπίστωσε και την παραβίαση της υποχρέωσης που είχε ο λογιστής να απαντήσει στο αίτημα πρόσβασης που του είχε υποβληθεί από τον καταγγέλλοντα, σύμφωνα με τα άρθρα 12 παρ.3-4 και 15 ΓΚΠΔ. Για την παραβίαση αυτή, η Αρχή επέβαλε αυτοτελές διοικητικό πρόστιμο 500 ευρώ.
Σύμφωνα με την απόφαση, «ο καταγγέλλων απέστειλε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του την 20-4-2022 μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας προς τον καθ’ ου, προκειμένου να ενημερωθεί αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο περιήλθαν σε γνώση του τα προσωπικά στοιχεία του καταγγέλλοντος, χωρίς ωστόσο να λάβει απάντηση μέχρι την 27-6-2022 οπότε και έλαβε ως απάντηση, μέσω κοινοποίησής της από τον καθ’ ου, την απάντηση του προς την Αρχή».
Η Αρχή έκρινε πως από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου και της ακροαματικής διαδικασίας δεν τεκμηριώθηκαν επαρκώς οι λόγοι για τη μη ανταπόκριση του λογιστή στο αίτημα πρόσβασης, για το οποίο άλλωστε έλαβε σαφώς γνώση και με τη λήψη του εγγράφου της Αρχής για παροχή διευκρινίσεων.
Η απόφαση είναι διαθέσιμη στον ιστότοπο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων