Ο καθηγητής Διοικητικού Δικαίου, κ. Πάνος Λαζαράτος
Γράφει ο κ. Πάνος Λαζαράτος

– Απόφαση αντίθετη στα άρθρα 70 Α του Κανονισμού της Βουλης και 5παρ.2 ν. 3126/2003-
——————————————————————————
Η χθεσινή διαδικασία στο Κοινοβούλιο ευτέλισε δυστυχώς τους θεσμούς.
Ουδείς βουλευτής κατά βάθος αμφιβάλλει ως προς αυτό , φοβάμαι, ανεξαρτήτως κόμματος.
Αλλα και ουδείς πολίτης, πράγμα ακόμη χειρότερο.
Ήδη τα θεμελιώδη επισημάνθηκαν με ενάργεια από διαπρεπείς συναδέλφους μου ,αλλά και από πολλές εύστοχες δημοσιογραφικές ή μη παρατηρήσεις στο διαδίκτυο.
Επιθυμώ μόνο να προσθέσω τα ακόλουθα στο μέτρο που αποδίδεται ( δημοσιογραφικά) ορθώς και κατενοησα τί ακριβώς συνέβη , ειδικώς ως προς το αίτημα αναβολής.
Ελπιζω οι μικρές αυτές ΠΡΟΣΘΗΚΕΣ να φανούν χρήσιμες σε όλες τις κατευθύνσεις.
Για την κατανόηση του ζητήματος εν συνολω καλό είναι να διαβαστεί και το πρώτο σχόλιο.
———————————————————————
1. Η αντιπολίτευση δικαιούται να επαναφέρει τις προτάσεις της ισχυριζόμενη ότι η σχετική απόφαση είναι απολύτως ΑΚΥΡΗ:
Γιατί;
Λογω παραβιάσεως του άρθρου 70Α του ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ αφού ουτε ελέγχθηκε αν συνέτρεχαν , αλλά ούτε και συνέτρεχαν για κανέναν από τους 68 επιστολογράφους βουλευτές οι προϋποθέσεις της διαταξεως.
2. Η παράβαση του άρθρου 70 Α του Κανονισμού της Βουλης οδηγεί και σε παράβαση του άρθρου 67 του Συντάγματος διότι , λόγω της πρόδηλου μαζικής παραβιάσεως του άρθρου 70 Α ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι αποφάσισε πλειοψηφία ΠΑΡΟΝΤΩΝ μελών που ήταν πάνω από 75.
3. Ή ακυρότητα της αποφάσεως είναι απόλυτη και δεν τίθεται θέμα ιάσεώς της λόγω ελλείψεώς τυχόν λυσιτελειας.
Διαφορετικά έστω και με έναν ( ή και κανέναν) παρόντα και 75 επιστολογράφους δίχως τις προϋποθέσεις του άρθρου 70Α θα λαμβάνονταν ( έγκυρες!) αποφάσεις από το απόν Κοινοβούλιό μας.
Αυτονοήτως ανελελεγκτη διεύρυνση του κανονιστικού περιεχομένου του άρθρου 70 Α απαγορεύεται , όπως και κάθε εφαρμογή της αρχής της ισότητας στην παρανομία , ( λόγω παλαιών άκρως παράνομων πρακτικών όλων των κομμάτων).
Πολλω μάλλον που η προδικασία αυτή έχει οιονει ποινικό χαρακτήρα ,είναι μείζονος συνταγματικής σημασίας και συνδέεται με την άσκηση και την παράβαση ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ των βουλευτών.
4. Η δυνατότητα νέου αιτήματος είναι δεδομένη διότι το δεύτερο αίτημα για τις ίδιες πράξεις και τα ίδια πρόσωπα απαγορεύεται κατά το νόμο και το ΣΥΝΤΑΓΜΑ , μόνο όταν η πρώτη απόφαση έχει ληφθεί ΣΥΜΦΩΝΑ με τον ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ της ΒΟΥΛΗΣ.
Ετσι ρητά το άρθρο 5 παρ. 2 του Ν. 3126/2003.
Αυτή πιστεύω ότι θα πρέπει να είναι και η εκτίμηση του ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της ΒΟΥΛΗΣ , αν του τεθεί το θέμα.
———————————————————————-
ΥΓ: Αντιθέτως η επίκληση της παραβιάσεως του άρθρου 67 παρ. 5 και 7 του Κανονισμού της Βουλης , ως προς τον χειρισμό του αιτήματος ΑΝΑΒΟΛΗΣ , νομίζω πως δεν θα έχει καλή τύχη στο ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ.
Αντιθέτως το άρθρο 67 του Κανονισμού της Βουλης δεν παρεβιασθη τυπικώς , λόγω ενδεχόμενου « αιφνιδιασμού» και κάποιων ελλείψεων και λαθών από νευρικότητα στους διαδικαστικούς χειρισμούς της αντιπολιτευσεως ως προς τον χειρισμό του αιτήματος ΑΝΑΒΟΛΗΣ.
Και τούτο για τους ακόλουθους ιδίως λόγους:
1. Διότι ετέθη λάθος αίτημα περί παραβιάσεως του άρθρου 86 παρ3. ΣΥΝΤ.
Δεν απαιτούνταν 150 παρόντες βουλευτές για να ληφθεί απόφαση .
Αρκούσαν 75.
Ορθώς ως προς αυτό τόσο ο Προεδρεύων , όσο και οι « κυβερνητικές πηγές».
2. Το αίτημα αναβολής τεθεν δίχως ορθή ΕΠΙΚΛΗΣΗ παραβιάσεως ή έστω ενδεχομενης παραβιάσεως συγκεκριμενης διαταξεως του ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ της ΒΟΥΛΗΣ ορθώς απερρίφθη ως απαράδεκτο κατά την παρ.5 του άρθρου 67 του Κανονισμού της ΒΟΥΛΗΣ.
Με λίγη προβλεπτικότητα θα μπορούσε να έχει γίνει επίκληση ενδεχόμενης παραβιάσεως ΚΑΙ του άρθρου 70 Α του Κανονισμού της Βουλης , ήδη κατά το στάδιο της εξετάσεως του ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΟΣ ζητήματος.
( η παρεξήγηση ως προς τους 15Ο αναγκαίους παρόντες συνεχίστηκε για λίγο και την επόμενη ημέρα δίδοντας την δυνατότητα στις « κυβερνητικές πηγές» να κερδίσουν πόντους και εντυπώσεις. Για αυτό και ο Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ επανηλθε διευκρινιζοντας, κάτι που άργησε λίγο να γίνει αντιληπτό).
3. Στη συνέχεια – διαδικαστικώς λανθασμένα- η αντιπολίτευση αποχώρησε σύσσωμη.
Λάθος.
4. Η αντιπολίτευση μπορούσε να αποχωρήσει εν μέρει , ώστε να παραμείνουν λιγότεροι από 75 βουλευτές και να επαναλάβει το αίτημα με ορθή ΕΠΙΚΛΗΣΗ τους άρθρο 67 Συντάγματος και του ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ της ΒΟΥΛΗΣ. Του άρθρου που συγκεκριμενοποιεί το άρθρο 67 και την ΑΝΑΓΚΑΙΑ πλειοψηφία των τουλάχιστον 75 ΠΑΡΟΝΤΩΝ, σε συνδυασμό με την επερχόμενη παραβίαση του άρθρου 70Α.
Το αίτημα αυτό θα γινόταν τότε δεκτό ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΩΣ επι του παραδεκτού κατά το άρθρο 67 παρ.5 του Κανονισμού.
5. Μετά η αντιπολίτευση θα έπρεπε να ζητησει να μιλήσει επι του ΒΑΣΙΜΟΥ τον νέο αναλογούντα σε αυτή ΧΡΟΝΟ.
6. Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ και πάλι αρχικώς δικαιούτο να αποφασίσει ΜΟΝΟΣ επι του ΒΑΣΙΜΟΥ.
7. Αν αποφάσιζε αρνητικά η αντιπολίτευση θα έπρεπε να Δ Ι Α Τ Υ Π Ω ΣΕ Ι ( με ψυχραιμία και στυντεταγμενα ) αντιρρήσεις όποτε υποχρεωτικά θα ακολουθούσε ψηφοφορία την οποια θα κέρδιζε κατά το άρθρο 67 παρ. 7εδαφιο β του ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ.
Τυχόν άρνηση του ΠΡΟΕΔΡΟΥ τότε, να θέσει το θέμα σε ψηφοφορία, θα συνιστούσε ( ΤΟΤΕ και ΜΟΝΟ) παραβίαση του άρθρου 67 του Κανονισμού της Βουλης.
————————————————————————-
Ο αιφνιδιασμός και η γενική νευρικότητα οδήγησαν όμως σε διαδικαστικές παραλείψεις που ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ «εκμεταλλεύτηκε»
Η απλή έγερση βουλευτών ενώ ακόμη βρισκόμασταν στο στάδιο του παραδεκτού της παρ.5 του άρθρου 67 δίχως Δ Ι Α ΤΥ ΠΩΣ Η αντιρρήσεων όταν θα βρισκόμασταν στο στάδιο του ΒΑΣΙΜΟΥ της παρ. 7 , δεν υποχρέωνε « δικονομικώς» – διαδικαστικώς τον Πρόεδρο σε τίποτα
——————————————————————
Συμπέρασμα: Κατά την τυχόν επαναφορά του αιτήματος η επίκληση της παραβιάσεως του άρθρου 67 του Κσνονισμου της Βουλης δεν νομίζω ότι θα έχει καλή τύχη.