Της Βάσιας Κεσίδου
Εισαγωγή
Η ιστορία μας περιλαμβάνει πολέμους κάθε είδους: απελευθερωτικούς, εμφυλίους, επεκτατικούς, επιθετικούς κ.λπ., ο καθένας με τα δικά του ερείσματα και αποτελέσματα. Στη διμερή αυτή ανάλυση θα εξετάσουμε τον πρώτο εμπορικό πόλεμο, ο οποίος σταδιακά συνέβαλλε στην κατάρρευση της αυτοκρατορικής δυναστείας των Qing (1644-1911). Πρόκειται για τους Πολέμους του Οπίου («Opium Wars») ανάμεσα στην Κίνα και ευρωπαϊκές δυνάμεις, κυρίως Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία. Ο Α΄ Πόλεμος του Οπίου (1839- 1842) θα αναλυθεί σε αυτό το πρώτο μέρος, ενώ ο Β’ Πόλεμος (1856- 1860) θα αναλυθεί στο δεύτερο μέρος, αντίστοιχα.
Το εμπόριο οπίου
Βρισκόμαστε στα τέλη 18ου και αρχές 19ου αιώνα. Η Μεγάλη Βρετανία είχε χτίσει ένα παγκόσμιο δίκτυο εμπορίου, το οποίο θωράκιζε με το πλέον ισχυρό ναυτικό της εποχής. Οι εμπορικές συναλλαγές της με την Κίνα περιλάμβαναν την εισαγωγή μεταξιού, πορσελάνης και τσαγιού. Ως μοναδικό προϊόν συναλλαγής η Κίνα είχε ορίσει το ασήμι, αφού κανένα ενδιαφέρον δεν είχε για εμπορεύματα της Δύσης, τα οποία θεωρούσε ότι αλλοίωναν τον πολιτισμό και τα ήθη της. Ωστόσο, το εμπορικό ισοζύγιο έγερνε προς την κινεζική οικονομία, αφού η ΜΒ έβλεπε πολλούς τόνους ασημιού να φεύγουν από τα θησαυροφυλάκιά της. Ψάχνοντας, λοιπόν, έναν τρόπο για να ισοσκελίσει τις εξαγωγές της προς την Κίνα, αποφάσισε να στραφεί προς το όπιο[1].
Φυσικά, το όπιο δεν ήταν κάτι νέο για την κινεζική αγορά. Χρησιμοποιούταν εδώ και χρόνια για φαρμακευτικούς- και όχι μόνο- λόγους, μετά την εισαγωγή του για πρώτη φορά από τους Άραβες. Λαμβάνοντας υπόψη, λοιπόν, την πρόθυμη κινεζική αγορά για εύρεση οπίου, η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών ξεκινά κατά τα τέλη του 18ου αι. την καλλιέργεια οπίου στην Βεγγάλη, από όπου την εμπορεύεται με Κινέζους ιδιώτες και λαθρεμπόρους. Το όπιο κατακλύζει την Κίνα, προκαλώντας κοινωνικές διαταραχές.
Η απαγόρευση του οπίου
Ως αντίδραση στην ηθική παρακμή των Κινέζων πολιτών, εκδίδεται το 1800 αυτοκρατορικό διάταγμα, το οποίο απαγορεύει την παραγωγή, εισαγωγή και διανομή οπίου[2], καταδικάζοντας σε θάνατο τους ντόπιους παραγωγούς που δεν θα συμμορφώνονταν. Αυτό, ωστόσο, δεν κατάφερε να περιορίσει τη διακίνησή του εντός των συνόρων της αυτοκρατορικής Κίνας. Αντίθετα, λόγω της παράνομης πλέον φύσης του, το όπιο γίνεται δυσεύρετο και, φυσικά, ακριβότερο, απογειώνοντας το λαθρεμπόριο μέσω της εισαγωγής του από την ΜΒ.
Ακολούθησε η διακοπή του εμπορίου από τα μεγάλα λιμάνια της Κίνας, ενώ ο αξιωματούχος Lin Zexu φυλάκισε διανομείς οπίου και απαίτησε την παράδοση του οπιούχου φορτίου των δυτικών εμπόρων. Ο Βρετανός Διευθυντής Εμπορίου στην Canton, Charles Elliot, συγκέντρωσε από τους Βρετανούς εμπόρους (υποσχόμενος αποζημιώσεις) και παρέδωσε 1.400 τόνους οπίου, το οποίο και καταστράφηκε από τις κινεζικές αρχές. Στη συνέχεια, ο Lin Zexu απαίτησε από τους εμπόρους της ΜΒ να συμμορφωθούν με τον κινεζικό νόμο και να δεχτούν έλεγχο των εμπορευμάτων τους, εάν ήθελαν να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους στο λιμάνι της Canton. Σε περίπτωση κατοχής παράνομου οπίου, η τιμωρία θα ήταν θανατική ποινή. Προφανώς, οι Βρετανοί αρνήθηκαν.
Ο Α΄ Πόλεμος Οπίου
Το κλίμα ήταν ήδη τεταμένο ανάμεσα στις δύο δυνάμεις, ώσπου δόθηκε και η αφορμή να ξεσπάσει πόλεμος. Τον Ιούλιο του 1839 μεθυσμένοι Βρετανοί ναύτες βεβήλωσαν κινεζικό ναό και σκότωσαν έναν Κινέζο πολίτη. Ο Elliot αποζημίωσε την οικογένεια του νεκρού, αλλά αρνήθηκε να παραδώσει τους κατηγορουμένους λόγω της δυσπιστίας της ΜΒ απέναντι στο κινεζικό σύστημα δικαιοσύνης. Αποτέλεσμα τούτου ήταν η πολιορκία της βρετανικής εμπορικής συνοικίας και ο αποκλεισμός των Βρετανών εμπόρων, προκαλώντας στην εκδήλωση αψιμαχιών. Ένα χρόνο αργότερα, το Βασιλικό Ναυτικό έφτασε στις όχθες της Κίνας ζητώντας, αφενός, την επιβολή αποζημιώσεων για το φορτίο των Βρετανών εμπόρων που καταστράφηκε στην Canton και, αφετέρου, την απόδοση εγγυήσεων για τις μελλοντικές οικονομικές τους συναλλαγές.
Το Νοέμβριο του ίδιου έτους ξεκίνησε ο Α’ Πόλεμος του Οπίου. Το Βασιλικό Ναυτικό χρησιμοποίησε τα ανώτερης τεχνολογίας πλοία και όπλα του και – αν και υστερούσε αριθμητικά- κατάφερε να πετύχει μία σημαντική νίκη απέναντι στην Κίνα. Η αποστροφή της Κίνας για οτιδήποτε «δυτικό» την οδήγησε σε διεθνή απομόνωση, αφήνοντάς την πίσω σε θέματα εξοπλισμών και τεχνολογίας. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι απώλειες των δύο πλευρών σημείωσαν χαώδη διαφορά: 69 Βρετανοί στρατιώτες έναντι 18.000- 20.000 Κινέζων[3].
Ο πόλεμος έληξε με την υπογραφή της «άνισης» Συνθήκης της Nanking ή Nanjing[4] το 1842 με συντριπτική ήττα της δυναστείας των Qing. Προβλέπονταν τα εξής: παραχώρηση του σημερινού Hong Kong στη ΜΒ, άνοιγμα του διεθνούς εμπορίου σε 5 μεγάλα λιμάνια (Canton, Amoy, Foochow-fu, Ningpo, και Shanghai), σύστημα ετεροδικίας για τους Βρετανούς πολίτες και επιβολή αποζημίωσης ύψους 21 εκατομμυρίων δολαρίων στη ΜΒ.
Επίλογος
Θα λέγαμε ότι πρόκειται για την πρώτη προσπάθεια βίαιης στρατιωτικής επιβολής νομιμοποίησης και αποδοχής ενός δικτύου διακίνησης ναρκωτικών. Η αχανής Κίνα βρίσκει πια τον εαυτό της θύμα εκμετάλλευσης των δυτικών δυνάμεων μη μπορώντας να υπερασπιστεί την αυτονομία της. Η κατάσταση αυτή την εισάγει στον λεγόμενο «Αιώνα της ταπείνωσης» και κηλιδώνει βαθιά την εικόνα της κάποτε πανίσχυρης αυτοκρατορικής δυναστείας των Qing, οδηγώντας την σταδιακά το 1911 σε κατάρρευση.
Μπορεί ο Α’ Πόλεμος του Οπίου να έληξε με την Συνθήκη της Nanking, αλλά η αδυναμία επίλυσης των διαφορών των δύο δυνάμεων θα οδηγήσει στο ξέσπασμα και Β’ Πολέμου, ο οποίος θα αποδειχτεί μεγαλύτερος και πιο ολέθριος. Να σημειώσουμε εδώ, ότι το εμπόριο οπίου από τη ΜΒ στην Κίνα συνεχίστηκε μέχρι και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (!).
Πηγή: www.greekhumans.com