Η άσκηση των ένδικων αυτών βοηθημάτων απαιτείται να γίνεται εντός συγκεκριμένης αποκλειστικής προθεσμίας που τάσσει ο νόμος. Ωστόσο, σε περίπτωση εντολέα του Δικηγορικού Οίκου «Lekkakou & Associates – Law Firm», αν και ασκήθηκε ανακοπή κατά της κατακυρωτικής έκθεσης που ακολούθησαν τη διενέργεια του πλειστηριασμού, διατηρήθηκαν σημαντικές ελπίδες για ακύρωση αυτού ως και της κατακύρωσης στον υπερθεματιστή – νέο ιδιοκτήτη.
Αναλυτικότερα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο εντολέας μας ευθύνεται ως εγγυητής για οφειλή της πρωτοφειλέτριας βιοτεχνικής εταιρείας, στην οποία μετείχε. Η εταιρεία συμβλήθηκε με την Τράπεζα, συνάπτοντας σύμβαση ανοιχτού αλληλόχρεου λογαριασμού, με σκοπό την εξυπηρέτηση των αυξημένων χρηματοοικονομικών αναγκών της, κατά τα χρόνια της κρίσης. Εν τέλει, η εταιρεία οδηγήθηκε σε λύση και παύση εργασιών, ενώ η οφειλή, που προέρχονταν από την εν λόγω σύμβαση, όλο ένα και αυξανόταν, φτάνοντας τις 300.000€.
Παρά το γεγονός, ότι η πρωτοφειλέτρια εταιρεία φέρει σημαντικότατης αξίας ακίνητη περιουσία, εκ της οποίας δύναται να ικανοποιηθεί η εν λόγω απαίτηση, γνωστή εταιρεία διαχείρισης, φερόμενη ως διαχειρίστρια, μετά από επικαλούμενη μεταβίβαση της απαίτησης σε fund, επέλεξε όλως καταχρηστικά να προβεί σε επιβολή κατάσχεσης επί της προσωπικής περιουσίας και συγκεκριμένα της κατοικίας του εγγυητή.
Ο εγγυητής, όλως καλόπιστα, προχώρησε σε διαπραγματεύσεις και επικοινωνίες με την εταιρεία διαχείρισης, ώστε να αποτρέψει τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού. Ωστόσο, λίγες ημέρες πριν την προγραμματισμένη διεξαγωγή του πλειστηριασμού, η τελευταία αξίωσε την εφάπαξ καταβολή υπέρογκου ποσού, το οποίο και ήταν αδύνατο να συγκεντρωθεί, με αποτέλεσμα να διεξαχθεί ο πλειστηριασμός και να κατακυρωθεί το ακίνητο σε γνωστή κατασκευαστική εταιρεία.
Παρά το γεγονός, ότι ο εντολέας μας δεν είχε ασκήσει ανακοπή, κατά της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, λόγω της εύλογης πεποίθησής του, ότι θα υπάρξει εξωδικαστική λύση, ο Δικηγορικός Οίκος «Lekkakou & Associates – Law Firm» κατάφερε να αξιοποιήσει και να αναδείξει, έστω και στο ύστατο αυτό σημείο, τις πλημμέλειες που αφορούν τον διεξαχθέντα πλειστηριασμό και ιδίως την έλλειψη νομιμοποίησης της εταιρείας διαχείρισης, με εντολή της οποίας αυτός διενεργήθηκε. Εξ εγγράφων, αποδείχτηκε, ότι, όχι μόνο η εν λόγω εταιρεία διαχείρισης δεν νομιμοποιούνταν να επισπεύσει τον ένδικο πλειστηριασμό, αλλά ακόμα και να καταγγείλει τη συγκεκριμένη σύμβαση δανείου.
Αφού ασκήθηκε ανακοπή κατά της έκθεσης πλειστηριασμού και κατακυρωτικής έκθεσης, με την οποία κατ αρχήν μεταβιβάσθηκε η κυριότητα του ακινήτου στην εταιρεία που πλειοδότησε στον πλειστηριασμό, το Δικαστήριο αρχικά εξέδωσε προσωρινή διαταγή, με την οποία διέταξε τη μη αποβολή του εντολέα μας από το ακίνητό του, ενώ ακολούθησε η έκδοση απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, όπου και πάλι απαγορεύθηκε κάθε πράξη αποβολής και εγκατάστασης, εκ μέρους της φερόμενης ως νέας ιδιοκτήτριας εταιρείας, μέχρι την εκδίκαση της κύριας ανακοπής.
Εν κατακλείδι, παρότι, εκ πρώτης όψεως, η διενέργεια του πλειστηριασμού φαίνεται να «καταδικάζει» τον οφειλέτη και να τον οδηγεί σε «ξαφνικό θάνατο» και δη στην άμεση αποβολή του από το ακίνητο, ενδέχεται, υπό συγκεκριμένες περιστάσεις και δυνάμει εξαιρετικών νομικών λόγων, να πραγματοποιηθεί ακόμα και η ακύρωση του διενεργηθέντος πλειστηριασμού και της κατακύρωσης.
Απόσπασμα του υπό έκδοση βιβλίου με τίτλο «ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ στην αναγκαστική εκτέλεση» με υπότιτλο «Περί Πλειστηριασμών – Από τη θεωρία στην πράξη» ISBN 978-618-00-3736-4