Το σημερινό σύντομο άρθρο μας επέχει θέση συναγερμού για χιλιάδες δανειολήπτες που βρίσκονται σε διαδικασία ρύθμισης των οφειλών τους μέσω του Ν. 3869/2010 (Νόμος Κατσέλη) ανεξάρτητα από το αν η αίτησή τους βρίσκεται στο Δικαστήριο του πρώτου βαθμού, του δευτέρου βαθμού ή ακόμη και ενώπιον του Αρείου Πάγου.
Τούτο διότι εντελώς πρόσφατα εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1508/2022 απόφαση του Αρείου Πάγου η οποία ερμήνευσε την έννοια του δόλου όπως αυτός νοείται στο πλαίσιο του Ν. 3869/2010. Πιο συγκεκριμένα το ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι οι ενστάσεις περί δόλιας περιέλευσης του δανειολήπτη σε αδυναμία πληρωμών είναι απαράδεκτες αν τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία φέρουν και το βάρος της απόδειξης δεν αποδεικνύουν εγγράφως (α) το αρχικό και τελικό ύψος των τραπεζικών προϊόντων που ο οφειλέτης συμφώνησε να λάβει, (β) το χρόνο που τα συμφώνησε και τα έλαβε, (γ) τις οικονομικές δυνατότητες αυτού κατά το χρόνο δημιουργίας των οφειλών, ή τις ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, (δ) τη μηνιαία δόση που έπρεπε να καταβάλει και (ε) τα έξοδα διαβιώσεως του, ώστε σε συνδυασμό και με τα εισοδήματα του κατά το χρόνο λήψεως των δάνειων, να καταστεί δυνατόν να κριθεί αν πρόβλεπε ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός του θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό.
Η απόφαση αυτή αποτελεί σταθμό για την ερμηνεία και την εφαρμογή του Ν. 3869/2010 καθώς έως και σήμερα ήταν απολύτως συνηθισμένο τα Ελληνικά Δικαστήρια να δέχονται τις σχετικές αόριστες ενστάσεις των τραπεζών περί δόλιας υπερχρέωσης και να απορρίπτουν τις αιτήσεις των δανειοληπτών. Περαιτέρω καθίσταται πλέον απολύτως εφικτή η ανατροπή δυσμενών πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων αποφάσεων δια της άσκησης των ενδίκων μέσων της έφεσης και της αναίρεσης.
Να υπενθυμίσουμε στο σημείο αυτό προγενέστερο άρθρο μας με το οποίο είχαμε ούτως ή άλλως τονίσει την εξαιρετική σημασία της άσκησης έφεσης επί αποφάσεων του νόμου αυτού τόσο εξαιτίας της αντικειμενικής σπουδαιότητας να κριθεί έκαστη αίτηση και σε δεύτερο βαθμό όσο και διότι εφόσον ασκηθεί έφεση υφίσταται η δυνατότητα ασκήσεως αίτησης αναστολής η οποία αποτρέπει τον πλειστηριασμό μέχρι την έκδοση απόφασης επί της εφέσεως.
Καλείται λοιπόν σήμερα κάθε δανειολήπτης χωριστά να απευθυνθεί σε εξειδικευμένους νομικούς ώστε να μην απεμπολήσει κανένα νόμιμο δικαίωμά του.