Άρθρο του Αντώνη Π. Αργυρού


Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΚΑΘΕ ΜΟΡΦΗΣ ΠΡΟΝΟΜΙΟΥ Η ΑΣΥΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΥΣ.(ΑΡΘΡΑ 62 ΚΑΙ 86 ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ)

Εισαγωγικά: Η ύπαρξη στο Σύνταγμα μας ειδικών διατάξεων ως προς την ποινική ευθύνη των μελών της κυβέρνησης και των υφυπουργών, αλλά και των βουλευτών προβλέπουν επιτρεπτές αποκλίσεις σε σχέση με τα γενικώς ισχύοντα κατά την ποινική νομοθεσία. Οι ειδικές αυτές διατάξεις λειτουργούν ως θεσμική εγγύηση, προκειμένου τα μέλη της κυβέρνησης και οι υφυπουργοί να μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους, χωρίς να παρεμποδίζονται από προσχηματικές ποινικές διώξεις που καταλήγουν να είναι πολιτικές. Η λειτουργία των ρυθμίσεων αυτών δεν υπήρξε επιτυχής, ως προς την δημιουργία αισθήματος δικαίου στην κοινή γνώμη[1]. Θεωρούμε ότι πρέπει να αντικατασταθούν οι συνταγματικές ρυθμίσεις αυτές, με στόχο αφ’ ενός μεν να γίνουν πιο αποτελεσματικές, αφετέρου το ζήτημα της ποινικής ευθύνης να  οδηγεί πάντοτε στον φυσικό δικαστή, αλλά και ταυτόχρονα να αποφεύγονται οι προσχηματικές ποινικές διώξεις που καταλήγουν να είναι πολιτικές.

Ι.-Βουλευτική ασυλία:

1.Η βουλευτική ασυλία δεν αποτελεί προσωπικό προνόμιο ενός βουλευτή, αποτελεί εγγύηση ότι οι βουλευτές μπορούν να ασκούν ελεύθερα την εντολή τους χωρίς να εκτίθενται σε αυθαίρετες πολιτικές διώξεις. Σύμφωνα με το άρθρο 51παρ 2  του Συντάγματος “Οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος”

Σύμφωνα με την ισχύουσα διάταξη:  Άρθρο 62 Συντάγματος: (Ακαταδίωκτο των βουλευτών)«Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος. Επίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Βουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Βουλής. Η σχετική άδεια δίδεται από τη Βουλή υποχρεωτικά εφόσον η αίτηση της εισαγγελικής αρχής αφορά αδίκημα το οποίο δεν συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων ή την πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή. Η Βουλή, με ευθύνη του Προέδρου της, αποφαίνεται υποχρεωτικά σχετικά με το αίτημα μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής. Η τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Βουλής. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα».

Το εύρος εφαρμογής του άρθρου 62 Συντάγματος βρίσκεται, υπό έντονη αμφισβήτηση, ύστερα από τις πρόσφατες εξελίξεις στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ (βλ. υπόθεση Μπακογιάννη κατά Ελλάδος, Συγγελίδης κατά Ελλάδος της 11ης Φεβρουαρίου 2010 (προσφυγή 24895/07).

  1. Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 62 Συντάγματος:

Η διάταξη τού άρθρου 62 Συντάγματος θα μπορούσε να τροποποιηθεί με την  προσθήκη ότι:1. α) δεν απαιτείται άδεια και για τα αυτόφωρα κακουργήματα και πλημμελήματα των βουλευτών  καθώς και β ) για τα αδικήματα που αποτελούν κώλυμα διορισμού δημοσίου υπαλλήλου[2] και ότι 2) απαιτείται πάντοτε η γνώμη του Εισαγγελέα του ΑΠ προκειμένου να διαβιβασθεί αίτημα άρσεως ασυλίας 3) Η Βουλή αποφαίνεται εντός μηνός αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής. Περαιτέρω να προβλεφθεί ειδική δωσιδικία των βουλευτών για όλα τα αδικήματα τους στο τριμελές εφετείο.  Αξιόλογη είναι ακόμη η πρόταση[3] στο «Ένα καινοτόμο Σύνταγμα για την Ελλάδα»:

«Βουλευτική ασυλία παρέχεται από τη Βουλή μόνο μετά από αίτηση του βουλευτή που διώκεται και μόνο για πράξεις ή παραλείψεις που συνδέονται άμεσα με την πολιτική δράση του. Η ως άνω αίτηση εισάγεται για συζήτηση στην αρμόδια διαρκή επιτροπή και η επ’ αυτής απόφαση λαμβάνεται εντός τριάντα ημερών από την υποβολή της αίτησης στον Πρόεδρο της Βουλής.»

ΙΙ. Η ποινική ευθύνη των μελών της Κυβέρνησης και των υφυπουργών.

Σύμφωνα  με το άρθρο 85 του Συντάγματος «Τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς και οι Υφυπουργοί είναι συλλογικώς υπεύθυνοι για τη γενική πολιτική της Κυβέρνησης και καθένας από αυτούς για τις πράξεις ή παραλείψεις της αρμοδιότητάς του, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων για την ευθύνη των Υπουργών….». Η ισχύουσα ρύθμιση του άρθρου 86 Συντάγματος περί της ποινικής ευθύνης των Υπουργών, έγκειται στο εύρος των πράξεων που περιλαμβάνει η σχετική διάταξη, καθώς η οριοθέτηση των πράξεων καλύπτει τις πράξεις που διενεργήθηκαν «κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπουργού». Με την φράση «κατά την άσκηση» και όχι «κατά τη διάρκεια της άσκησης», η σχετική διατύπωση καλύπτει οποιαδήποτε πράξη του υπουργού – είτε αυτός παραμένει είτε έπαψε να είναι υπουργός – που αυτός τέλεσε ανεξάρτητα αν η πράξη αυτή συνιστά καθ’ αυτήν τέλεση υπουργικής λειτουργίας. έχει ως ουσιώδες  στοιχείο, την άσκηση της ποινικής δίωξης από τη Βουλή[4].Δίωξη, ανάκριση, προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση κατά των προσώπων και για τα αδικήματα που αναφέρονται στις διατάξεις του Ν 3126/2003 «Ποινική ευθύνη των Υπουργών» όπως ισχύει δεν επιτρέπεται χωρίς προηγούμενη απόφαση της Βουλής[5].

Η σημερινή ρύθμιση του άρθρου 86 Συντάγματος, είναι ατελέστατη και σκοπεί δυστυχώς στο ακαταδίωκτο αφού θεσμοθετήθηκε μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία για την ποινική δίωξη των υπουργών[6].

Το σχετικό άρθρο 86 του Συντάγματος αναθεωρήθηκε το 2001. Αντί να βελτιώσει τη κατάσταση την χειροτέρεψε.

Και για τους Υπουργούς να ισχύουν  οι ιδίες ακριβώς προϋποθέσεις διώξεως όπως και τους βουλευτές.

Προτεινόμενες ρυθμίσεις : Η διάταξη τού άρθρου 86  Συντάγματος θα μπορούσε να τροποποιηθεί πλήρως με την  προσθήκη ότι: 1.α) δεν απαιτείται η άρση  ασυλίας υπουργού για άσκηση ποινικής δίωξης :α) για τα αυτόφωρα κακουργήματα και πλημμελήματα των Υπουργών   καθώς και β ) για τα αδικήματα που αποτελούν κώλυμα διορισμού δημοσίου υπαλλήλου  και 2. ότι απαιτείται πάντοτε η γνώμη Τριμελούς δικαστικού Συμβούλιου αποτελούμενου από τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο του ΑΠ και τους δύο αρχαιότερους Αεροπαγίτες, το οποίο συμβούλιο αποφαίνεται με βούλευμα μετά πρόταση του Εισαγγελέα ΑΠ, προκειμένου να διαβιβασθεί αίτημα άρσεως ασυλίας ή της θέσεως της στο αρχείο[7] δ) Η Βουλή αποφαίνεται εντός μηνός αφότου το βούλευμα  για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής. Η Βουλή  Περαιτέρω να προβλεφθεί ειδική δωσιδικία των Υπουργών για όλα τα αδικήματα τους στο Τριμελές Εφετείο, καταργουμένων πλήρως των διατάξεων για παραπομπής σε Ειδικό Δικαστήριο.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: 1.- Η Βουλή δεν θα παρεμβαίνει πλέον στη διαδικασία πλην της άρσεως της ασυλίας : μετά γνώμη του Εισαγγελέα ΑΠ και  βουλεύματος του δικαστικού Συμβουλίου. Η διαδικασία διασφαλίζει πλήρως ώστε να  αποφεύγονται οι προσχηματικές ποινικές διώξεις που καταλήγουν να είναι πολιτικές.

2.- Με αυτό τον τρόπο κάθε υποψία παρεμβάσεις ή παραμέλησης ασκήσεως διώξεως σε βουλευτή Υπουργό δεν θα μπορεί να χαρακτηριστεί ότι θα μπορεί να υπάρξει πολιτική διαδικασία που να αποτρέψει τη δίωξη αλλά και ακόμα δεν θα επιτρέψει την πολιτική δίωξη.

[1] Παραβιάζονται ενίοτε αλλά συνήθως στις προανακριτικές επιτροπές, όλοι  οι κανόνες του νομικού μας πολιτισμού και του κράτους δικαίου,  της ποινικής δικονομίας, τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, το τεκμήριο αθωότητος, το απόρρητο της  διαδικασίας, ο στόχος είναι ΄όχι η διερεύνηση της αλήθειας ,αλλά η πολιτική εκμετάλλευση

[2] Κλοπή, υπεξαίρεση απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, απιστία δικηγόρου, δωροδοκία, καταπίεση, απιστία περί την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, καθ΄ υποτροπή συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.

[3] ΒΛ. Νίκος  Αλιβιζάτος Παναγής  Βουρλούμης Γιώργος  Γεραπετρίτης Γιάννης  Κτιστάκις Στέφανος  Μάνος Φίλιππος  Σπυρόπουλος σε «Eνα καινοτομο Σύνταγμα για την Ελλαδα»

[4] Βλ. Φ. Σπυρόπουλου, Εισαγωγή στο Συνταγματικό Δίκαιο, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2006, σ. 317-318)

[5] Βλ. Ν. Σοϊλεντάκη, Υπουργοί στο Ειδικό Δικαστήριο (1821-2000), ιδιωτική έκδοση, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2005

[6] Βλ. «ΕΔΔΑ της 20.12.2022, Μπακογιάννη κατά Ελλάδας: Η άρνηση άρσης ασυλίας Υπουργού εμποδίζει την πρόσβαση της προσφεύγουσας σε δικαστήριο (προσφ. υπ’ αρ. 31012/2019»

[7] Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να  υπάρχει πλήρης κατά το δυνατόν φάκελος δικογραφίας, στον οποίο θα καλείται να συνεισφέρει και ο εγκαλούμενος, εάν το επιθυμεί προτείνοντας μάρτυρες ή προσκομίζοντας έγγραφα κλπ.