Με πρόσφατη απόφασή του, το Μονομελές Εφετείο Αθηνών έκρινε ότι η εξάμηνη προθεσμία άσκησης αγωγής κακοδικίας κατά δικηγόρου ή συμβολαιογράφου, στο σημείο που τοποθετεί την έναρξή της στο χρόνο της ζημιογόνου συμπεριφοράς του δικηγόρου και όχι στο χρόνο γνώσεως από τον εντολέα, αποτελεί υπέρμετρο περιορισμό του δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας (ΜΕφΑθ 1202/2023).
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, η προβλεπόμενη από το άρθρο 73 παρ. 4 του ΕισΝΚΠολΔ αγωγή κακοδικίας κατά δικηγόρων επιτρέπεται μόνο για πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα κατά την ενάσκηση των υπηρεσιακών καθηκόντων τους, αν στηρίζεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια αυτών και, μάλιστα, ανεξάρτητα από το είδος της αξίωσης που παρέχεται από το ουσιαστικό δίκαιο για την αποκατάσταση της προσβολής, διότι με την ρύθμιση του άρθρου 73 ΕισΝΚΠολΔ καθιερώνεται ο θεσμός της προσωπικής αστικής ευθύνης σε καθολικό επίπεδο.
Η υποχρέωση για την άσκηση της πιο πάνω αγωγής κακοδικίας κατά δικηγόρου και συμβολαιογράφου, μέσα σε σύντομη αποσβεστική προθεσμία, δικαιολογείται από ιδιαίτερους λόγους και μάλιστα κοινωνικού και δημόσιου συμφέροντος, ενόψει της ιδιότητας των δικηγόρων και των συμβολαιογράφων, ως άμισθων δημόσιων λειτουργών, προκειμένου αυτοί να ενεργούν ανεπηρέαστοι και απερίσπαστοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Έτσι, οι περιορισμοί στην άσκηση της αγωγής και οι συνέπειες που επισύρει η παράβασή τους πρέπει να αποβλέπουν στο να καταστήσουν προσεκτικό τον ενάγοντα και να περιφρουρήσουν το γενικότερο συμφέρον, που επιβάλλει ασφαλή και ταχεία εκκαθάριση τέτοιων δικών, αλλά να μην είναι υπέρμετροι σε σημείο, που να καταλύουν το δικαίωμα σε παροχή έννομης προστασίας, το οποίο καθιερώνει η πιο πάνω συνταγματική διάταξη.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου, ωστόσο, καθίσταται υπέρμετρος περιορισμός η εξάμηνη προθεσμία για την άσκηση της αγωγής κακοδικίας, στο σημείο που τοποθετεί την έναρξή της στο χρόνο της ζημιογόνου συμπεριφοράς του δικηγόρου και όχι στο χρόνο γνώσεως από τον εντολέα. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα, στις περισσότερες περιπτώσεις, να επέρχεται απόσβεση του δικαιώματος πολύ πριν λάβει γνώση ο εντολέας που ζημιώθηκε. Ο περιορισμός αυτός, καθόσον συναρτάται με τον χρόνο της ζημιογόνου συμπεριφοράς, δεν είναι αναγκαίος, ούτε πρόσφορος για την απονομή της δικαιοσύνης, σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές, τις κρατούσες αντιλήψεις και την ιδιαίτερη φύση του προστατευόμενου ουσιαστικού δικαιώματος.
Το δικαστήριο επεσήμανε ότι η αγωγή κακοδικίας, κατά το άρθρο 73 ΕισΝΚΠολΔ, αποτελεί το μοναδικό βοήθημα, με το οποίο μπορεί να ζητηθεί η αστική ευθύνη προς αποζημίωση του δικηγόρου. Αντιθέτως, δεν είναι δυνατή ούτε η αξίωση αποζημίωσης με βάση τις διατάξεις της συμβατικής ευθύνης κατά τις περί εντολής διατάξεις (ΑΚ 713) ή της αδικοπρακτικής ευθύνης (ΑΚ 914), ούτε η επίκληση του άρθρου 8 ν. 2251/1994 “περί προστασίας των καταναλωτών από πράξεις ή παραλείψεις προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες”.
Απόσπασμα απόφασης
7. Εξάλλου, κατά το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος “καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει”. Κατά την έννοια της συνταγματικής αυτής διάταξης ο κοινός νομοθέτης δεν κωλύεται να θεσπίζει προϋποθέσεις και περιορισμούς για την άσκηση της αγωγής, με την οποία ζητείται η δικαστική προστασία. Τέτοιος περιορισμός είναι και η υποχρέωση για την άσκηση της πιο πάνω αγωγής κακοδικίας, κατά δικηγόρου και συμβολαιογράφου, μέσα σε σύντομη αποσβεστική προθεσμία και δικαιολογείται από ιδιαίτερους λόγους και μάλιστα κοινωνικού και δημόσιου συμφέροντος, ενόψει της ιδιότητας των δικηγόρων και των συμβολαιογράφων, ως άμισθων δημόσιων λειτουργών (άρθρο 1 και 38 του νδ 3026/1954, 1 και 2 ν. 4194/2013, 1 παρ. 1 ν. 2830/2000), προκειμένου αυτοί να ενεργούν ανεπηρέαστοι και απερίσπαστοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Έτσι, οι περιορισμοί στην άσκηση της αγωγής και οι συνέπειες που επισύρει η παράβασή τους πρέπει να αποβλέπουν στο να καταστήσουν προσεκτικό τον ενάγοντα και να περιφρουρήσουν το γενικότερο συμφέρον, που επιβάλλει ασφαλή και ταχεία εκκαθάριση τέτοιων δικών, αλλά να μην είναι υπέρμετροι σε σημείο, που να καταλύουν το δικαίωμα σε παροχή έννομης προστασίας, το οποίο καθιερώνει η πιο πάνω συνταγματική διάταξη. Καθίσταται όμως υπέρμετρος περιορισμός η πιο πάνω εξάμηνη προθεσμία, για την άσκηση της αγωγής κακοδικίας, στο σημείο που τοποθετεί την έναρξή της στο χρόνο της ζημιογόνου συμπεριφοράς του δικηγόρου και όχι στο χρόνο γνώσεως από τον εντολέα, με αποτέλεσμα, στις περισσότερες περιπτώσεις, να επέρχεται απόσβεση του δικαιώματος, πολύ πριν λάβει γνώση ο εντολέας, που ζημιώθηκε. Ο περιορισμός αυτός, καθόσον συναρτάται με τον χρόνο της ζημιογόνου συμπεριφοράς, δεν είναι αναγκαίος, ούτε πρόσφορος για την απονομή της δικαιοσύνης, σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές, τις κρατούσες αντιλήψεις και την ιδιαίτερη φύση του προστατευόμενου ουσιαστικού δικαιώματος (ΟλΑΠ 20/2000, ΟλΑΠ 18/1999). Εξάλλου, η αγωγή κακοδικίας, κατά το άρθρο 73 ΕισΝΚΠολΔ, αποτελεί το μοναδικό βοήθημα, με το οποίο μπορεί να ζητηθεί η αστική ευθύνη προς αποζημίωση του δικηγόρου. Αντιθέτως, δεν είναι δυνατή ούτε η αξίωση αποζημιώσεως με βάση τις διατάξεις της συμβατικής ευθύνης κατά τις περί εντολής διατάξεις (ΑΚ 713) ή της αδικοπρακτικής ευθύνης (ΑΚ 914), ούτε η επίκληση του άρθρου 8 ν. 2251/1994 “περί προστασίας των καταναλωτών από πράξεις ή παραλείψεις προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες” (ΑΠ 592/2019, ΑΠ 1444/2017, ΑΠ 1057/2009, ΑΠ 1744/2008, ΑΠ 1911/2013).
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο sakkoulas-online.gr
Πηγή: www.lawspot.gr