Επιστολή του Αθανάσιου Πιτσιόρλα, δικηγόρου στον Άρειο Πάγο-ΣτΕ, νομικού συμβούλου, προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης, κ. Φλωρίδη:
Αξιότιμε υπουργέ,
Κάποιος επιτέλους να λυπηθεί τους δικηγόρους που πηγαίνουν στο ΣτΕ!
- Τα άρθρα 53 και 58 του ΠΔ 18/1989 περί δικονομίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) (πίνακας) ορίζουν από τα έτη 2010 (άρθρο 12 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α΄ 213) και 2016 (άρθρο 15 Ν.4446/2016,ΦΕΚ Α΄ 240) ως εξής το παραδεκτό της άσκησης αναίρεσης και έφεσης στο ΣτΕ:
Αρθρο 53 – Παραδεκτό (αναίρεσης)
«3. Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο, με συγκεκριμένους ισχυρι σμούς, που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο, ότιυπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. (Ρύθμιση 2010)Το απαράδεκτο του προηγούμενου εδαφίου καλύπτεται, εάν μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης περιέλθει εγγράφως σε γνώση του δικαστηρίου με πρωτοβουλία του διαδίκου, ακόμη και αν δεν γίνεται επίκλησή της στο εισαγωγικό δικόγραφο, απόφαση του ΣτΕ ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, που είναι αντίθετη προς την προσβαλλόμενη απόφαση». (Ρύθμιση 2016) |
Αρθρο 58 – Παραδεκτό (έφεσης)
«1. …. Η έφεση επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο, με συγκεκριμένους ισχυρισμούς, που περιέχονται στο σχετικό δικόγραφο, ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. (Ρύθμιση 2010) Το απαράδεκτο του προηγούμενου εδαφίου καλύπτεται, εάν μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης περιέλθει εγγράφως σε γνώση του δικαστηρίου με πρωτοβουλία του διαδίκου, ακόμη και αν δεν γίνεται επίκλησή της στο εισαγωγικό δικόγραφο, απόφαση του ΣτΕ ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, που είναι αντίθετη προς την προσβαλλόμενη απόφαση». (Ρύθμιση 2016) |
- Ελπίζω να συμφωνούμε ότι ο νόμος το 2016 χαλάρωσε αρκετά την αυστηρότητα των όρων άσκησης αναίρεσης και έφεσης που επέβαλε το 2010.
- Όταν διάβασα τον πρώτο νόμο το 2010, προβληματίστηκα όχι τόσο για τους περιορισμούς του αλλά για το τί θα έκανε το ΣτΕ με διαθέσιμη τέτοια διάταξη. Το είδα σχετικά πρόσφατα.
- Με δικονομία τόσο περιοριστική από το 2010, το έδαφος για άσκηση αναίρεσης και έφεσης θα πρέπει να έχει περιοριστεί κατά 90%. Προτείνω αυτό το ποσοστό μόνο βάσει του νόμου, ο οποίος συνδυάζει κι άλλους περιορισμούς, όπως π.χ. ελάχιστο όριο οικονομικής αξίας υποθέσεων. Οπότε, το ερώτημα εδώ είναι το εξής: Νομοθετικός περιορισμός κατά 90% των υποθέσεων που φτάνουν στο ΣτΕ από το έτος 2010 δεν είναι αρκετός ;
- Το ερώτημα τίθεται διότι η νομολογία του ΣτΕ έχει απομακρυνθεί εντελώς τόσο από το νόμο του 2010 όσο και του 2016. Ενδεικτικά, η απόφαση 672/2020 (Τμήμα Ε΄) έχει ως εξής:
«Οι δικαστικές αποφάσεις, των οποίων γίνεται επίκληση ως προς το ζήτημα της αντιθέσεως της νομολογίας, πρέπει να προσκομίζονται από τον αναιρεσείοντα κατά την κατάθεση της αιτήσεως, εκτός αν πρόκειται για αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου, οπότε, κατ’ εξαίρεση, αρκεί να προσδιορίζονται ειδικώς στο εισαγωγικό δικόγραφο κατά τρόπο που επιτρέπει την εξατομίκευσή τους (βλ. ΣτΕ 2826/2018, 920/2018, 1581/2014, 2115/2013). ….»
- Οι επόμενες αποφάσεις του ΣτΕ κρίνουν όμοια και εξαιρέσεις δεν γνωρίζω:
1547/2012 (Γ Επταμελής) 2115/2013 (Β’ πενταμελής) 1541/2014 (Β Πενταμελής)
800/2015 (Ολομέλεια) 672/2020 (Ε΄ πενταμελής).
- Το ένδικο μέσο που άσκησα τo 2016 απορρίφθηκε από το ΣτΕ με την αιτιολογία ότι δεν προσκόμισα την αντίθετη απόφαση του διοικητικού εφετείου την οποία όμως επικαλέστηκα και σημείωσα απόσπασμά της στα δικόγραφα. Αλλά, εάν απαίτηση προσκόμισης των αποφάσεων των δικαστηρίων της ουσίας δεν προκύπτει από κανενός είδους ανάγνωση των ανωτέρω διατάξεων της δικονομίας του ΣτΕ, πώς μπορεί να το ξέρει ο κάθε δικηγόρος της πρώτης φοράς; Η αναφερόμενη νομολογία παρουσιάζει τα εξής πρoβλήματα:
- [Α] Η νομολογία του ΣτΕ έχει απομακρυνθεί τόσο από το νόμο του 2010 όσο και του 2016. Σε ποιο σημείο τα άρθρα 53 και 58 του ΠΔ 18/1989 λένε ότι ο διάδικος στη μία περίπτωση δεν υποχρεούται να προσκομίσει την δικαστική απόφαση που επικαλείται και στην άλλη ότι υποχρεούται; Υπό ποια ερμηνεία του νόμου έχει συναχθεί η διάκριση και η υποχρέωση των διαδίκων να προσκομίζουν τις αποφάσεις των δικαστηρίων της ουσίας; Είναι αποδεκτό να απορρίπτεται ένδικο μέσο μετά από αρκετά έτη αναμονής και δαπανών για τέτοιο λόγο;
- [Β] Επιπλέον, η ίδια νομολογία του ΣτΕ, όσο γνωρίζω δεν έχει διευκρινίσει τι εννοεί ως προσκόμιση. Ως προσκόμιση δικαστικής απόφασης αρκεί απλό αντίγραφο της ανέκκλητης δικαστικής απόφασης ουσίας αντλούμενο από μία ηλεκτρονική βάση νομολογίας ή πρέπει να είναι επικυρωμένο αντίγραφό της από το εκδόν δικαστήριο;
- [Γ] Έτι επιπλέον, η νομολογία του ΣτΕ δεν φαίνεται να έχει διευκρινίσει εναλλακτικό τρόπο να καλυφθεί η απαίτηση προσκόμισης της επικαλούμενης ανέκκλητης απόφασης.
- Οι περιορισμοί αυτοί ισχύουν φυσικά στο στάδιο του παραδεκτού, δηλαδή στην είσοδο στο δικαστήριο! Ένα πρόσθετο πρόβλημα που δεν θίγει η επιστολή, αλλά ίσως υπάρχει, είναι εάν όροι ουσίας μπορούν νομολογιακά να μετατρέπονται σε όρους παραδεκτού! Σε αυτή την περίπτωση το πρόβλημα πρόσβασης στο ΣτΕ θα ήταν ακόμη χειρότερο.
- Άραγε αυτή η τόσο περιοριστική και αδιευκρίνιστη νομολογία, μακριά από το νόμο, έλαβε υπόψη τις πρακτικές συνέπειες για τους δικηγόρους, τους πολίτες και για τα δικαστήρια της ουσίας; Ας δούμε στην πράξη τις συνέπειες της τωρινής νομολογίας του ΣτΕ ότι ο δικηγόρος υποχρεούται να προσκομίσει τις επικαλούμενες ανέκκλητες αποφάσεις ουσίας.
- Σε νέα υπόθεση που χειρίζομαι, με δεδομένη την εμπειρία το ΣτΕ να απορρίψει ένδικο μέσο με αιτιολογία ότι δεν προσκόμισα την επικληθείσα απόφαση, επιχείρησα να αποκτήσω πια τέτοια απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και ορίστε τι συνάντησα.
[1] Καταρχήν υπάρχουν τα προσωπικά δεδομένα, είτε ισχύουν είτε όχι. Η γραμματεία του Εφετείου το προέβαλε και κάθε άλλη δικαστική γραμματεία το προβάλλει πρώτο-πρώτο.
[2] Εάν ο δικηγόρος επιμείνει στο αίτημά του συμβαίνουν τα εξής: Η γραμματεία κάνει τον δικηγόρο πάσα στον προιστάμενο του Εφετείου στον οποίο θα απευθυνθεί, φυσικά γραπτά.
[3] Γραπτό αίτημα σημαίνει ότι ο δικηγόρος καλείται να επικολλήσει μεγαρόσημα €6,00+€2,00.
[4] Η γραμματεία του δικαστηρίου δεν παραλαμβάνει γραπτό αίτημα με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αλλά ζητά επιτόπια επίσκεψη του αιτούντος δικηγόρου, άλλως επίσκεψη από επιτόπιο δικηγόρο για να καταθέσει την αίτηση. Ομιλούμε για πρόβλημα πανελλαδικό.
[5] Εφόσον έχει γίνει εφικτή η κατάθεση τέτοιας αίτησης, ο πρόεδρος του εφετείου έχει όλη την ευχέρεια να δεχθεί το αίτημα να δοθεί η αιτούμενη απόφαση επικυρωμένη ή να την απορρίψει. Στη νέα υπόθεση, η αίτησή μου έχει απορριφθεί (πρωτ. 15219/18.05.2022).
[6] Εάν ο πρόεδρος δεχθεί το αίτημα τότε ο αιτών δικηγόρος ή άλλος επιτόπιος δικηγόρος θα πρέπει να κάνει δεύτερη επίσκεψη για να παραλάβει την δικαστική απόφαση. Με στατιστικούς όρους, μιλούμε για δικαστήρια εκτός έδρας του δικηγόρου σε όλη την Ελλάδα.
[7] Εάν η υπόθεση είναι νομική βοήθεια, όπως η τωρινή, τότε πάλι πρέπει να επικολληθούν €6,00+€2,00 μεγαρόσημα; Εδώ δημιουργείται νέο υποσύνολο προβλημάτων.
[8] Εφόσον η υπόθεση είναι νομική βοήθεια, πώς θα πληρωθεί και από ποιον ο επιτόπιος δικηγόρος για τις δύο επισκέψεις; Από τον αιτούντα δικηγόρο της νομικής βοήθειας;
- [9] Από το 2022 που μισοέγραψα την επιστολή ως σήμερα έχουμε εξελίξεις. Εφόσον τότε απέτυχα να λάβω αντίγραφο της ανέκκλητης απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σκέφθηκα πια να ζητήσω από τη γραμματεία βεβαίωση ανεκκλήτου της απόφασης που με ενδιαφέρει. Η γραμματεία τώρα, ενώ δεν είναι απόλυτα σίγουρη ότι θα λάβω τη βεβαίωση, μου ζητά να τους προσκομίσω, μαζί με την αίτηση, την πράξη προσδιορισμού δικασίμου στο ΣτΕ και το δικόγραφο της εκκρεμούσης αναίρεσης. Αυτή τη φορά δεν ισχύουν και δεν παραβιάζονται τα προσωπικά δεδομένα; Δικόγραφο που εκκρεμεί για κρίση στο ΣτΕ γιατί χρειάζεται να περιέλθει σε άλλο δικαστήριο; Την απλούστερη λύση δεν την σκέφθηκαν. Με άλλα λόγια, τα πρακτικά προβλήματα που προκάλεσε η νομολογία του ΣτΕ βγήκαν στον αφρό και, τουλάχιστο στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, εισήγαγαν από το πουθενά δικές τους πρακτικές για να ανταποκριθούν στα αιτήματα των δικηγόρων. Τα ίδια στοιχεία δίνουν απόδειξη ότι το ΣτΕ δεν έχει διευκρινίσει τα πιο πριν πρακτικά ζητήματα (§§ 9-10 πιο πριν).
- Αυτές τις συνέπειες τις έχει προκαλέσει η αναφερόμενη νομολογία του ΣτΕ. Οι συνέπειες αυτές όμως δεν είναι ούτε εύλογες, ούτε ανεκτές έναντι της αξιοπρέπειας των δικηγόρων ούτε υπηρετούν τη δικαιοσύνη. Ας το πούμε πιο απλά: Οι απαιτήσεις της νομολογίας, φανερά μακριά από το νόμο, οι οποίες συνάμα παραμένουν αδιευκρίνιστες, συνιστούν καψόνια του ΣτΕ προς τους δικηγόρους και πρέπει να δοθεί αξιοπρεπή και καθαρή λύση.
- Δυσκολεύομαι να φανταστώ ότι η γραμμή που χάραξε η νομολογία μπορεί στον ορατό χρόνο να διορθωθεί από το ίδιο το ΣτΕ. Για αυτό απευθύνομαι στο Υπουργείο ώστε ο νομοθέτης με γνώση πια του ζητήματος να το επιλύσει. Με δεδομένα μόνο τα προβλήματα προσωπικών δεδομένων τα οποία μας πνίγουν όλο και περισσότερο, χρειάζεται πρόσθετη επεξηγηματική διάταξη στα άρθρα 53 και 58 η οποία θα ορίζει
είτε ότι, «Ο εισηγητής δικαστής της υπόθεσης αναζητά τις επικαλούμενες από το διάδικο ανέκκλητες ουσιαστικές δικαστικές αποφάσεις»
είτε εσχάτως ότι, «Η υποχρέωση για τον διάδικο περιορίζεται σε προσκόμιση αντιγράφων των επικαλούμενων ανέκκλητων αποφάσεων όπως τις βρίσκει δημοσιευμένες σε τράπεζες δεδομένων ή νομικά περιοδικά»,
μη αγνοώντας ότι οι ισχύουσες διατάξεις ουδόλως κάνουν λόγω για «προσκόμιση».
- Η αυστηροποίηση εφαρμογής ενός δικαιώματος από το νόμο είναι μία κατάσταση και η κεκαλυμμένη κατάργηση του ίδιου δικαιώματος από τη νομολογία είναι κάτι άλλο.
- Στο μεταξύ, κάποιος ας φροντίσει, υπό την περιοριστική δικονομία και νομολογία του ΣτΕ, να ενημερώσει δημόσια δικηγόρους και πολίτες πόσα από τα ένδικα μέσα κρίνονται σήμερα παραδεκτά και πόσα γίνονται δεκτά στην ουσία τους. Υπάρχει απόλυτη ανάγκη και τέτοιων στατιστικών και δεν τις έχουμε. Με δεδομένη την σοβαρή αλλαγή της δικονομίας του ΣτΕ το 2010, προσωπικά θα ήθελα να δω δημόσια πόσα δικόγραφα κατατίθεντο μέχρι τότε και πόσα από το 2010 ανά έτος…
Με εκτίμηση