Στα «δίχτυα» της ΕΛΑΣ έπεσε σπείρα με 37 μέλη, που εξαπατούσε ανυποψίαστους πολίτες με πολλαπλές μεθόδους, για να τους αρπάζει χρήματα, με τα κέρδη της να φτάνουν τα 3 εκατομμύρια ευρώ.
Πρόκειται για πολυμελή εγκληματική οργάνωση, που παριστάνοντας ακόμη και τους λογιστές, έβγαλε 2.955.804 ευρώ.

Πουλούσαν ανύπαρκτα αυτοκίνητα

Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ., οι μεθοδολογίες που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της οργάνωσης ήταν τρεις.
Η πρώτη αφορούσε στην ανάρτηση σε διαδικτυακές πλατφόρμες εικονικών αγγελιών που αφορούσαν στην πώληση αυτοκινήτων και αγροτικών μηχανημάτων, σε πολύ χαμηλή και δελεάζουσα τιμή, για να προσελκύσουν έτσι το ενδιαφέρον αγοραστών, ζητώντας προκαταβολή από τους ενδιαφερόμενους προκειμένου να έρθουν σε συμφωνία. Όταν φυσικά λάμβαναν την προκαταβολή τότε γίνονταν καπνός.

«Έπαιζαν» τους δημόσιους υπαλλήλους

Η δεύτερη μεθοδολογία που ακολουθούσαν ήταν να κάνουν κλήσεις σε πολίτες προσποιούμενοι τους υπαλλήλους δημοσίων φορέων με πρόφαση ότι είναι δικαιούχοι είτε κρατικής επιδότησης είτε επιστροφής χρημάτων. Με το πρόσχημα να παραλάβουν το χρηματικό ποσό άμεσα, τα υποψήφια θύματα καθοδηγούνταν από τα μέλη της οργάνωσης σε ενέργειες για την απόσπαση των χρηματικών τους ποσών.

Και… δήθεν λογιστές

Τέλος, μία τρίτη μέθοδος για να αποσπούν χρήματα ήταν να παριστάνουν τους λογιστές. Πιο συγκεκριμένα έκαναν κλήσεις σε πολίτες προσποιούμενοι υπαλλήλους του συνεργαζόμενου λογιστικού γραφείου των υποψήφιων θυμάτων, οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες ή εργαζόμενοι περίπτερων και μίνι-μάρκετ και με πρόφαση ότι πρέπει να αναβαθμίσουν το σύστημα της ταμειακής μηχανής, έπειθαν τους τελευταίους να εκδίδουν προπληρωμένες κάρτες και να ανακοινώνουν στα μέλη της οργάνωσης τον κωδικό τους.

Πως δρούσε η σπείρα

Όταν κάποιο χρηματικό ποσό κατατίθενται από τον παθόντα, απορροφάται από τον αρχικό λογαριασμό μέλους της οργάνωσης άμεσα, είτε με μεταφορά σε άλλο τραπεζικό λογαριασμό μέσω e-banking και την άμεση ανάληψη του ποσού, είτε ομοίως σε άλλο τραπεζικό λογαριασμό μέσω e-banking και εν συνεχεία τα προερχόμενα από την εγκληματική τους δραστηριότητα έσοδα μεταφέρονται άμεσα σε έτερους τραπεζικούς λογαριασμούς.
Επίσης, αρκετές φορές πραγματοποιούσαν άμεσες αγορές μέσω των τραπεζικών λογαριασμών στο διαδίκτυο, «εξαργυρώνοντας» τα χρήματα σε προϊόντα αξίας για πιθανή μεταπώληση.
Η ανεύρεση και εν συνεχεία η στρατολόγηση των δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών γινόταν τόσο από ανώτερα όσο και από κατώτερα σε ιεραρχία μέλη της οργάνωσης, τα οποία αναζητούσαν άτομα που είχαν οικονομική ανάγκη (χρήστες ναρκωτικών ουσιών, άτομα εθισμένα στο τζόγο, επαίτες κ.α.), οι οποίοι παραχωρούσαν τα τραπεζικά στοιχεία τους (money mules), αφού στηρίζονται στις χρηματικές τραπεζικές μεταφορές μέσω των λογαριασμών αυτών, οι οποίες καταγράφονται και είναι ανιχνεύσιμες κατόπιν άρσης του τραπεζικού απορρήτου.
Τα άτομα αυτά λαμβάνοντας από 300 έως 500 ευρώ από την οργάνωση, παρέδιδαν τραπεζικά δεδομένα, κάρτες και την ταυτοποιημένη στην τράπεζά τους τηλεφωνική σύνδεση – συσκευή κινητής τηλεφωνίας στην οποία ελάμβαναν τους κωδικούς μιας χρήσης (OTPs) στα μέλη της οργάνωσης.