Γράφει ο Θέμης Σοφός
Περί φοροεπιδρομής
Τάσσομαι αναφανδόν ΚΑΤΑ της αποχής, κυρίως διότι αφενός μεν αποδεδειγμένα στερείται αποτελεσματικότητας ως μέσον κοινωνικοπολιτικής μορφής άσκησης πίεσης, αφετέρου προξενεί δυσανάλογη ζημία στους πράγματι ασκούντες το δικηγορικό λειτούργημα. Φυσικά τάσσομαι ΥΠΕΡ της λελογισμένης αύξησης της αξίας των γραμματίων προείσπραξης, και κατόπιν συγκεκριμένης ανάλυσης των επιμέρους διαδικασιών.
Εκφράζω βεβαιότητα ότι έχουμε συνειδητοποιήσει, φίλες και φίλοι, ότι το δικηγορικό λειτούργημα χρήζει, περισσότερο από ποτέ, ΘΕΣΜΙΚΗΣ ΘΩΡΑΚΙΣΗΣ τόσο έναντι της Πολιτείας, όσο και της Κοινωνίας. Ουδέποτε δείλιασα να εκφράσω ανεπηρέαστα τις θέσεις μου, αν και ενσυνείδητα καταβάλλω το αντίτιμο της οξύτητας κι ευθύτητας, κυρίως της αδέσμευτης, κομματικά, σκέψης μου, παρά την σαφή πολιτική μου ταυτότητα.
Πρέπει να αντιληφθεί προεχόντως ο κοινωνός του Δικαίου ότι Δικαιοσύνη δεν απονέμεται χωρίς τον συλλειτουργό της, δηλ. τον ΔΙΚΗΓΟΡΟ. Και αυτό δεν θα το αντιληφθεί με φανφάρες και ντουντούκες από τη μια και δημοσιοσχετίστικες τοποθετήσεις δήθεν ενότητας από την άλλη, που εξυπηρετούν μικροπολιτικές σκοπιμότητες, “… για τις επόμενες εκλογές…”, όπως ανέφερε πρόσφατα κάποιος.
Υπό τις παρούσες περιστάσεις έλλειψης σοβαρής και σθεναρής αντιπολιτευτικής επιχειρηματολογίας, το δικηγορικό λειτούργημα απαιτεί θεσμική παρουσία και κύρος, σοβαρές προτάσεις και ενημέρωση της κοινής γνώμης, ιδίως ως προς την επιπολαιότητα με την οποία εισάγονται κάθε φορά οι νεοφορολογικές ρυθμίσεις, άνευ προηγούμενης μελέτης και ανάλυσης των αναγκών του προϋπολογισμού του Κράτους.
*ανάρτηση στο FB